-
Ηλίθιοι.
-
Πάρτε τον καπετάνιο μέχρι να πάρουμε
άδεια να τον φέρουμε στην ξηρά.
-
Για μια στιγμή νόμιζα
ότι με εγκαταλείπατε.
-
Ο Φερνάντο Μοντέγκο δεν
αφήνει τους φίλους
-
απέναντι στον χαζό,
θανάσιμο κίνδυνο.
-
Ωστόσο, ως επίσημος εκπρόσωπος
του κ. Μορέλ σ'αυτό το ταξίδι,
-
πρέπει να σου πω ότι ξεπέρασες τα όριά
σου ως ανθυποπλοίαρχος σ'αυτό το ταξίδι.
-
Επισήμως. Ορίστε. Είμαι καλυμένος.
-
Αν δεν τον πάμε σ'ένα γιατρό, θα πεθάνει.
Καταλαβαίνεις;
-
Φυσικά καταλαβαίνω. Απλά, μην
περιμένεις να το κάνω αυτό νηφάλιος.
-
Σωστά.
-
Άγγλοι ιππείς.
-
Γεια σας!
-
Δαντές. μη.
-
Λίγο απρόσεκτο, δε νομίζεις;
-
Πρέπει μιλήσουμε σε κάποιον.
-
Ξέρω, αλλά...
-
Είμαστε Γάλλοι ναύτες!
-
-Ζητάμε ιατρική φροντίδα.
-Έλα! Έλα!
-
-Ερχόμαστε ειρηνικά.
-Εδμόνδε, έλα!
-
Δεν θα κάνουμε κακό!
-
Εδμόνδε!
-
Περίμενε!
-
Πρόσεχε!
-
Έλα!
-
Έλα!
-
Ωραία. Επιτέλους χτύπησες κάτι.
-
Υπολοχαγέ Γκρέιπουλ.
-
Αν η δίψα σου για αίμα απαιτεί
το θάνατο αυτών των χαζών φτωχών,
-
τότε πυροβόλησέ τους ελεύθερα.
-
Αλλά κάντο ξέροντας ότι
δεν είναι δικοί μου πράκτορες.
-
Τώρα εξηγειθείτε ή πυροβοληθείτε.
-
Μάλιστα κύριε. Είμαι ο Εδμόνδος Δαντές,
-
ανθυποπλοίαρχος του πλοίου Φαραώ,
γυρίζουμε πίσω στη Μασσαλία.
-
Αυτός είναι ο εκπρόσωπος του ιδιοκτήτη,
ο κ. Φερνάντο Μοντέγκο,
-
γιος του κόμη Μοντέγκο.
-
Ο καπετάνιος μας έχει πυρετό,
έτσι ήρθαμε εδώ για βοήθεια.
-
Εάν το κώμα του είναι γνήσιο,
δεν θα νιώσει την λεπίδα μου, ε;
-
Μόνο μια γρατσουνιά.
-
Εδμόνδε!
-
-Υπολοχαγέ Γκρέιπουλ!
-Ήρθαμε εδώ καλόπιστα!
-
-Αυτό για τους πληγωμένους άντρες μου.
-Και την πληγωμένη περηφάνεια, αναμφίβολα.
-
Ήταν ένα περιπετειώδες βράδυ.
-
Αν δεν πυροβολούσα τους ιππείς,
-
ίσως τώρα βρισκόσασταν
κομματιασμένοι στην παραλία.
-
-Παραλίγο να σκοτωθούμε εξ'αιτίας μου.
-Ναι.
-
Κι όμως, επιβιώσαμε.
-
Δώστε μου ακόμη ένα
μπουκάλι κρασί.
-
Γιούχου!
-
Δώστε μου ακόμη ένα
μπουκάλι κρασί.
-
Δικοί σου οι βασιλιάδες, Μοντέγκο.
-
Το να είμαι φίλος σου
είναι πάντα μια περιπέτεια.
-
Ναι, είναι.
-
Κρίμα που οι τυχοδιώχτες δεν μπορούν
να'ναι πάντα φίλοι.
-
Τι;
-
Δεν θα είναι πάντα έτσι,
σωστά;
-
-Τι εννοείς;
-Τίποτα. Πιες.
-
Πίνουμε το κρασί του
Ναπολέοντα Βοναπάρτη.
-
Νομίζω θα βρεις το 1806
το καλύτερο.
-
Όσο είστε ακόμα ξύπνιος
κ. Δαντές,
-
αναρρωτιέμαι αν
θα μπορούσα να σας μιλήσω.
-
Είμαι περίεργος. Ποια είναι η
σπουδαιότητα του πιονιού;
-
Είναι κάτι που κάνουμε
από παιδιά.
-
Όποτε ένας από μας έχει μια νίκη,
βασιλιάς της στιγμής.
-
-Βασιλιάς της στιγμής;
-Ναι.
-
Στη ζωή, είμαστε όλοι βασιλιάδες ή πιόνια.
-
Είμαι συγκινημένος από την προσπάθεια
να σώσεις τον καπετάνιο σου, Δαντές.
-
Είναι ο καπετάνιος μου
και φίλος μου, Μεγαλιότατε.
-
Οι πιστοί φίλοι είναι
πραγματικά σπάνιοι.
-
Πάνω σ'ένα τέτοιο θέμα
θα ήθελα να μιλήσουμε.
-
Έχω γράψει μια συναισθηματική επιστολή
σε έναν παλιό σύντροφο στη Μασσαλία.
-
Είναι μια πλευρά μου δεν
θέλω να δουν οι Άγγλοι.
-
Κι αφού έχουν τη συνήθεια να
ανοίγουν τα γράμματά μου,
-
αναρρωτιέμαι θα μπορούσες
να το παραδώσεις για μένα.
-
Εγώ, εγώ δεν...
-
Είναι μόνο ένα γράμμα από έναν παλιό
στρατιώτη σε έναν άλλον.
-
Είναι απόλυτα αθώο,
σε διαβεβαιώ.
-
Αλλά κυρίως, είναι το τίμημα
που απαιτώ για τη χρήση του γιατρού μου.
-
Τότε συμφωνώ.
-
Καλώς.
-
Θα παραδόσεις το γράμμα
στον κ. Κλάριον.
-
-Μπορείς να θυμηθείς το όνομα;
-Κ. Κλάριον. Πως θα τον βρω;
-
Ω, θα σε βρει αυτός.
-
Τώρα, δεν θέλω να μάθει κανένας άλλος
για την ύπαρξη αυτού του γράμματος.
-
Ούτε οι χαρούμενοι σύντροφοί σου
εκεί πίσω. Καταλαβαίνεις;
-
Κρατάω το λόγο μου,
Μεγαλειότατε.
-
Ναι, πιστεύω τον κρατάς.
-
Τί ήθελε;
-
Νέα από τη Γαλλία.
Αυτό είναι όλο.
-
Όρα να φεύγετε. Ο καπετάνιος σας
έχει πεθάνει εδώ και μισή ώρα.
-
Είστε σίγουρος;
-
Όταν έχεις περάσει τόσα πεδία
μάχης όσα εγώ, νέε Δαντές,
-
μπορείς να νιώσεις το θάνατο.
-
Βασιλιάδες και πιόνια, Μάρχαντ.
-
Κατακτητές και ανόητοι.
-
Μασσαλία.
-
Οδήγησε γρηγορότερα.
-
Νταγκλάρ, τί συνέβη;
-
Ο καπετάνιος Ρενώ
είναι νεκρός, κύριε,
-
και ο Εδμόνδος Δαντές
παράκουσε τις εντολές μου.
-
Έλα στο γραφείο μου
και ανάφερε, Νταγκλάρ.
-
-Και εσύ, Εδμόνδε.
-Θα με χρειαστείτε, κ. Μορέλ;
-
Πήγαινε.
-
Μερσέντες!
-
-Που είναι; Που είναι ο Εδμόνδος;
-Χαίρομαι κι εγώ που σε βλέπω.
-
Φοβάμαι πως μόλις έφυγε.
-
Μπορεί να αργήσει.
Νομίζω, έχει μπελάδες.
-
Είπε ότι θα μας συναντούσε
δίπλα στο βράχο. Έλα.
-
Είπα στο Δαντές να μην
πάει στην ακτή.
-
Είναι αλήθεια αυτό;
-
Αναλαμβάνω όλη την ευθύνη.
-
Και θα έπρεπε.
Ήταν όλα δική του ιδέα, κύριε.
-
Θα έπρεπε να ήταν
δική σου ιδέα.
-
Η εισβολή στην Έλβα δεν έσωσε
τη ζωή του καπετάνιου, κύριε.
-
Προστάτευα το εμπόρευμα.
-
Προστάτευες τον εαυτό σου.
-
Κρύφτηκες πίσω από το βαθμό σου
και έμεινες πάνω στο πλοίο.
-
Εδμόνδε Δαντές, σε χρίζω νέο κάπετάνιο
του Φαραώ.
-
Σκέφτεστε να με υποβιβάσετε;
-
Δεν υπάρχει υποβιβασμός.
-
Θα παραμείνεις υποπλοίαρχος κάτω
από τον καπετάνιο Δαντές.
-
Εκτός, φυσικά, αν διαλέξεις
να αναζητήσεις άλλη θέση.
-
Τώρα φαντάζομαι, υπάρχει
κάποια νεαρή,
-
που θα θέλει να ακούσει
αυτά τα νέα.
-
Σας ευχαριστώ.
-
Κύριε Μορέλ.
-
Καταλαβαίνω ότι ένα πλοίο σας μόλις
επέστρεωε από την Έλβα, κύριε.
-
Ναι.
-
Υπάρχει πιθανότητα να κατέβηκε κανένας
από το πλοίο στη στεριά;
-
Ναι, αλλά δεν βρίσκονται
εδώ αυτή τη στιγμή.
-
Σας ευχαριστώ, κύριε.
-
Μπορώ να πώ ποιός τους ζήτησε;
-
Ο Κλάριον.
-
Το όνομα είναι Κλάριον.
-
-Κάνε μου έρωτα.
-Θα τα παρατήσεις ποτέ;
-
-Δεν χρειάζεται να το μάθει.
-Θα το ήξερα εγώ.
-
Κι εγώ.
-
-Θα ήταν το μικρό μας μυστικό.
-Δεν πιστεύω σε μυστικά.
-
Νομίζεις ότι ο Εδμόνδος
δεν έχει μυστικά;
-
Έχει. Ρώτησέ τον.
-
-Ξέρω τι θέλεις, Φερνάντο.
-
-Αλήθεια;
-
Θυμάσαι, παιδιά ακόμα, όταν ο Εδμόνδος
πήρε μια σφυρίχτρα, για τα γεννέθλιά του,
-
κι εσύ πήρες ένα πόνυ;
-
Ήσουν τόσο θυμωμένος που ο Εδμόνδος
ήταν πιο χαρούμενος με τη σφυρίχτρα του,
-
από ότι εσύ με το πόνυ σου.
-
Και δεν θα γίνω η νέα σου σφυρίχτρα.
-
Πόσο λες ότι θα χρειαστεί
για να μπορέσει να παντρευτεί;
-
Δυο χρόνια.
Δυο χρόνια. Αυτό είναι όλο.
-
Τότε θα πάρει την άδεια καπετάνιου,
και θα μπορούμε να παντρευτούμε.
-
Δυο χρόνια. Δεν θα μπορούσα
να περιμένω τόσο για τίποτα,
-
ειδικά για μια νύφη σαν εσένα.
-
Ε!
-
-Να 'τος.
-Ε!
-
-Ου!
-Μερσέντες!
-
Μου έλλειψες τόσο!
-
Τέλειωσε τώρα.
-
-Έχεις μπελάδες;
-Όχι. Είμαι καπετάνιος. Έλα.
-
Ο κ. Μορέλ μου έδωσε το Φαραώ.
-
Εδμόνδε!
-
Δικοί μου οι βασιλιάδες!
-
Η ζωή σου είναι αληθινά
ευλογημένη, Εδμόνδε.
-
Έλα.
-
-Είσαι ακόμα ο κουμπάρος.
-Το ξέρω.
-
Έλα.
-
Σταμάτα το αυτό.
Θα μείνεις φαλακρός.
-
Κρατάς μυστικά από μένα;
-
Μυστικά; Όχι.
-
Γιατί;
-
Ρώτα με οτιδήποτε
και θα σου πω.
-
Δε χρειάζεται να περιμένουμε
δυο χρόνια, πια.
-
Όταν μπορέσω να σου αγοράσω δαχτυλίδι,
θα παντρευτούμε.
-
Δε χρειάζομαι δαχτυλίδι. Αλήθεια.
-
Αυτό θα'ναι το δαχτυλίδι μου.
-
Και ότι και να συμβεί,
δε θα βγει ποτέ από το δάχτυλό μου.
-
Ποτέ.
-
Γεια σου, καλέ μου νεαρέ κύριε.
-
Θα μου κάνεις παρέα;
-
Λοιπόν πες μου, Μοντέγκο, πως γίνατε φίλοι
με αυτό το δίκαιο μικρό έμπορο,
-
τον Εδμόνδο Δαντές;
-
Λέει πως είναι φίλος μου, κι έχει το θράσος
να κρατάει μυστικά από μένα.
-
Τί μυστικά;
-
Στο νέο καπετάνιο του Φαραώ.
-
Όλα όσα είμαι τα χρωστάω
σε σένα, πατέρα.
-
Ας είναι αυτή η ευτυχισμένη στιγμή
μόνο η αυγή,
-
μιας μακριάς και υπέροχης ζωής
και για τους δυο σας.
-
-Ποιος από'σας είναι ο Εδμόνδος Δαντές;
-Εγώ είμαι.
-
Εδμόνδε Δαντές, συλλαμβάνεσαι
με εντολή του δικαστή της Μασσαλίας.
-
-Συλλαμβάνομαι;
-Με ποια κατηγορία;
-
Αυτή η πληροφορία είναι
απόρρητη. Πάρτε τον.
-
Απαιτώ μια εξήγηση.
Απαιτώ μια εξήγηση!
-
Θα'μαι πίσω απόψε.
Μην ανησυχείς, πατέρα. Είναι λάθος.
-
Λοιπόν, πρέπει να πω, Δαντές,
δεν φαίνεσαι για προδότης.
-
Προδότης;
-
Τώρα, πρόσεξέ με, Δαντές,
ίσως η ζωή σου εξαρτάται απ'αυτό.
-
Είχες καμιά προσωπική επαφή με τον
Ναπολέων όταν ήσουν στην Έλβα;
-
Στην Έλβα, ναι, είχα.
Λοιπόν, είχαμε.
-
Ήμουν με τον γιο του κόμη Μοντέγκου,
τον Φερνάντο, σχεδόν συνέχεια.
-
-Ξέρεις τον Φερνάντο;
-Είναι μια πρόσφατη γνωριμία, ναι.
-
Ω, ορίστε.
Θα εγγυηθεί για μένα.
-
Καμιά αμφιβολία, αλλά είπες,
"σχεδόν συνέχεια."
-
Εκτός από όταν ο Ναπολέων
μου ζήτησε
-
να παραδώσω ένα γράμμα
σ'ένα φίλο στη Μασσαλία.
-
Λοιπόν, Δαντές, είναι επειδή δέχτηκες
αυτή την προδοτική αλληλογραφία,
-
που σε κατήγγειλε ο υποπλοίαρχός σου,
ο κ. Νταγκλάρ.
-
-Τί;
-Παρέδωσες το γράμμα;
-
Όχι, κύριε, κάποιος υποτίθεται
πως θα με έβρισκε.
-
Είναι, είναι ακόμα
στο σακάκι μου. Ορίστε.
-
-Το έχεις διαβάσει;
-Όχι, κύριε, δεν ξέρω να διαβάζω.
-
Λοιπόν, Δαντές, αυτό είναι ένα γράμμα
σε έναν από τουε πράκτορες του Ναπολέων.
-
Δίνει τις ώρες και τις περιοχές
των περιπολιών στις παραλίες στην Έλβα.
-
Κύριε, ορκίζομαι στον τάφο της
μητέρας μου, δεν είχα ιδέα.
-
Ορκίστηκε ότι το περιεχόμενο
ήταν αθώο.
-
Όχι, εσύ ήσουν αθώος.
-
Ανόητος και αθώος.
-
Πιστεύω ότι αυτές είναι οι χειρότερες
δυνατές κατηγορίες εναντίον σου.
-
Ευτυχώς, καθώς σταμάτησα αυτό το έγγραφο,
δεν έχει γίνει καμιά ζημιά.
-
Ο Θεός ξέρει πως θα επιβιώσεις
σ'αυτό τον κόσμο, Εδμόνδε Δαντές.
-
Αλλά δεν είσαι προδότης.
-
Μπορείς να φύγεις.
-
Σας ευχαριστώ, κύριε.
-
Περίμενε, σου είπε ο Ναπολέων
ποιος θα λάμβανε το γράμμα;
-
Ο κ. Κλάριον.
-
Ποιος, είπες;
-
Ο κ. Κλάριον.
-
Ανέφερες αυτό το όνομα
σε κανέναν άλλο;
-
Τον κ. Μοντέγκο
ή κάποιον άλλο;
-
Όχι, κύριε, στην πραγματικότητα,
ο κ. Μοντέγκο δεν ξέρει για το γράμμα.
-
Είναι πολύ
επικίνδυνη πληροφορία.
-
Κανείς δεν μπορεί να'ναι πολύ προσεχτικός
σε καιρούς όπως αυτοί.
-
-Δε νομίζετε;
-Ναι, κύριε.
-
Σε άγχωσα αρκετά.
-
Αναρρωτιέμαι αν, ως απολογία, μπορώ
-
να σου προσφέρω την άμαξά μου ως το σπίτι.
-
Είναι από εδώ.
-
Σας ευχαριστώ.
-
Κύριε Βιλφόρ!
-
Που με πηγαίνετε;
-
Πρόκειται για λάθος.
-
Μου επέτρεψαν να πάω σπίτι.
-
Τώρα σπίτι σου είναι η φυλακή
Κάστρο του Ιφ.
-
Όχι! Όχι! Όχι!
-
Ε!
-
Πυροβολήστε τον τώρα!
-
Πιο γρήγορα! Πιάστε τον!
-
Φερνάντο!
-
Φερνάντο!
-
-Κύριε;
-Εντάξει. Εκεί είναι. Φερνάντο!
-
Με συνέλαβαν για προδοσία.
Μόλις που πρόλαβα να δραπετεύσω.
-
Όταν ήμασταν στην Έλβα,
ο Ναπολέων μου έδωσε ένα γράμμα.
-
Δε το είπα γιατί με έβαλε
να του το υποσχεθώ.
-
Είπε ότι ήταν ένα γράμμα
για έναν παλιό φίλο.
-
Όμως ο μπάσταρδος είπε ψέματα!
Είπε ψέματα!
-
Ήταν ένας από τους πράκτορές του.
-
Οι αρχές το ανακάλυψαν κάπως.
Δεν ξέρω τι να κάνω.
-
Με κυνηγούν έφιπποι χωροφύλακες.
-
Εντάξει.
Πρέπει να σκεφτούμε.
-
Ελπίζω να μην σε έφερα σε δύσκολη θέση.
-
Ήλπιζα να με βοηθούσε ο πατέρας σου.
-
Είναι στο Παρίσι.
Είναι πολύ άρρωστος.
-
-Πόσο πίσω είναι οι χωροφύλακες;
-Λεπτά.
-
-Χρειάζεσαι χρήματα;
-Ναι, σ'ευχαριστώ.
-
-Έχεις πιστόλι;
-Και βέβαια όχι.
-
Καλώς.
-
Σταμάτα Φερνάντο.
Δεν έχω χρόνο γι'αυτό.
-
Είδα τον Ναπολέων να σου
δίνει το γράμμα.
-
Εσύ ήσουν;
-
Λοιπόν, όχι μόνο εγώ.
Ήταν ιδέα του Νταγκλάρ.
-
Γιατί δεν ήρθες
πρώτα σ'εμένα;
-
Γιατί το κράτησες κρυφό από μένα;
Νόμιζα πως ήσουν φίλος μου.
-
Σου είπα ότι έδωσα το λόγο μου στο
Ναπολέων. Μου είπε ψέματα.
-
Ξέρω, Εδμόνδε.
Διάβασα το γράμμα.
-
Εσυ, διάβασες...
-
Γιατί το κάνεις αυτό;
-
Ω, είναι πολύπλοκο.
-
Πολύπλοκο;
-
Μην γίνεσαι γελοίος.
-
Κάνε στην άκρη.
-
Δεν μπορώ να σ'αφήσω.
-
Φύγε από το παράθυρο.
-
Μη με κάνεις να σου
κόψω το χέρι.
-
Γιατί; Για όνομα του Θεού, γιατι;
-
Γιατί είσαι ο γιος ενός γραφέα!
-
Και δεν θα'πρεπε να θέλω να είμαι εσύ.
-
-Εδώ μέσα!
-Εδώ μέσα!
-
-Πάμε.
-Περίμενε!
-
Περίμενε. Περίμενε.
-
Για να θυμάσαι καλύτερες μέρες.
-
Έλα!
-
Σου είχα πει ότι δεν θα ήταν
πάντα έτσι, Εδμόνδε.
-
Πατέρα! Πού είναι;
-
Στο γραφείο.
Τί έχει κάνει τώρα;
-
Τώρα, άκουσέ με πατέρα.
-
Είμαι ο αρχιδικαστής,
υπάλληλος του νέου καθεστώτος.
-
Και δεν μπορώ να έχω τον πατέρα μου
ανακατεμένο σε θέματα προδοσίας.
-
Ξέρεις, στο τέλος η προσοσία
είναι θέμα ημερομηνιών.
-
Εγώ θα είμαι ο πατριώτης,
κι εσύ ο προδότης,
-
όταν επιστρέψει ο αυτοκράτορας.
-
Σταμάτα!
Σταμάτα, παλιο-ερείπιο.
-
Αυτές οι μέρες τελείωσαν.
-
Ο Ναπολέων Βοναπάρτης δεν είναι
αυτοκράτορας σε τίποτα.
-
Αν συνεχίσεις ν'ανακατεύεσαι
σ'αυτή τη τρέλα,
-
θα έχεις την ευκαιρία να συληφθείς
και να μας καταστρέψεις,
-
για τις χαζές σου συμπάθειες.
-
Τουλάχιστον εγώ έχω συμπάθειες.
-
Για όνομα του Θεού, πατέρα,
η Βαλεντίνα απλά λέει
-
ότι ως οικογένεια οι
μοίρες μας είναι πλεγμένες.
-
-Σίγουρα το βλέπεις αυτό.
-Βλέπω; Αχ!
-
Είμαι ένα παλιο-ερείπιο.
Δεν βλέπω όσο καλά έβλεπα.
-
Με συγχωρείτε.
-
Κουνήσου.
-
Καλώς ήρθατε, κ. Δαντές.
-
Είμαι ο Αρμάντ Ντορλέκ.
ο φύλακας του Κάστρου του Ιφ.
-
Κύριε, ξέρω πως πρέπει
να το ακούτε συνέχεια,
-
αλλά σας διαβεβαιώ, είμαι αθώος.
-
Όλοι πρέπει να το λένε αυτό,
ξέρω, αλλά στ'αλήθεια είμαι.
-
-Αθώος.
-Ναι.
-
Ξέρω. Πραγματικά ξέρω.
-
-Με κοροϊδεύετε;
-Όχι, αγαπητέ μου Δαντές.
-
Ξέρω πολύ καλά ότι είσαι αθώος.
Αλλιώς γιατί θα ήσουν εδώ;
-
Αν ήσουν στ'αλήθεια ένοχος,
-
υπάρχουν εκατοντάδες φυλακές στη Γαλλία
όπου θα μπορούσαν να σε κλείσουν,
-
αλλά το Κάστρο του Ιφ είναι το μέρος
που βάζουν όσους τους κάνουν να ντρέπονται
-
Ας δούμε τώρα το διαμέρισμά σου,
τί λες;
-
"Ο Θεός θα με δικαιώσει."
-
Οι άνθρωποι πάντα προσπαθούν να
δώσουν κίνητρο στους εαυτούς τους.
-
Κρατούν ημερολόγια, αλλά σύντομα χάνουν το
ενδιαφέρον τους και πεθαίνουν.
-
Να ένα παράθυρο!
-
Φοβάμαι πως έμεινε μόνο
ένας αντιαισθητικός τοίχος.
-
Οπότε συνέλαβα άλλο τρόπο να βοηθήσω
τους κρατούμενους να μετρούν το χρόνο.
-
Κάθε χρόνο, στην επέτειο της
φυλάκισής τους, τους χτυπάμε.
-
Συνήθως, στην πραγματικότητα
ένα απλό δάρσιμο.
-
Την πρώτη τους μέρα,
στην περίπτωσή σου σήμερα,
-
μου αρέσει να κάνω κάτι ξεχωριστό.
-
Και αν σκέφτεσαι τώρα,
"Γιατί εγώ, ω Θεέ;"
-
η απάντηση είναι, ο Θεός δεν έχει
καμία σχέση μ'αυτό. Εντάξει;
-
Στην πραγματικότητα, ο Θεός δεν
είναι ποτέ στη Γαλλία αυτή την περίοδο.
-
Ο Θεός έχει να κάνει με αυτό.
Είναι παντού. Βλέπει τα πάντα.
-
Εντάξει.
-
Ας κάνουμε μια συμφωνία,
μπορούμε;
-
Ζήτα βοήθεια από το Θεό, και θα
σταματήσω τη στιγμή που θα εμφανιστεί.
-
Κύριε Βιλφόρ,
δεν τα μάθατε;
-
-Ο Ναπολέων δραπέτευσε από την Έλβα.
-Τι;
-
Αποβιβάστηκε 100 μίλια από εδώ.
Προχωράει για το Παρίσι.
-
Πακετάρισε όλους τους φακέλους μου. Και
πες στον ηλίθιο γραφέα να βρει το βιβλίο!
-
Είμαστε εδώ για την υπόθεση
του Δαντές, δικαστά.
-
-Όχι τώρα
-
Δαντές;
-
Δεν έχουμε γνωριστεί, κύριε. Είμαι ο
Φερνάντο Μοντέγκο, γιος του κόμη Μοντέγκο.
-
Είμαι εδώ για να ορκιστώ για την
αθωότητα του Εδμόνδου Δαντές.
-
Είναι ο εργοδότης του, κ. Μορέλ, ο πατέρας
του, και η μνηστή του, Μερσέντες.
-
Ο Εδμόνδος Δαντές κατηγορείται
για υψηλή προδοσία.
-
-Κι ακόμα τον υποστηρίζετε;
-Φυσικά.
-
Κι αν σας έλεγα ότι ο Δαντές
κατηγορείται ακόμα για φόνο;
-
-Φόνο;
-Ο Εδμόνδος δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο.
-
Ο Δαντές μετέφερε γράμμα απ'τον
Ναπολέων σ'ένα πράκτορά του.
-
Όταν πήγαμε να τον συλλάβουμε,
σκότωσε έναν απ'τους άντρες μου.
-
Όχι, αν τον ξέρατε κύριε,
θα ξέρατε ότι αυτό είναι αδύνατο.
-
Έλεος, παρακαλώ.
-
Έχετε απόδειξη της
προδοσίας του;
-
Αυτή είναι δουλειά
της κυβέρνησης.
-
Παρακαλώ. Παρακαλώ,
απλά πείτε μας που είναι.
-
Δεν μπορώ, δεσποινίς.
Παραδόθηκε στους άντρες του βασιλιά.
-
Καταλαβαίνω τον πόνο σας
για την προδοσία του.
-
Αλλά η συμβουλή μου σε όλους σας
θα ήταν να ξεχάσετε τον Εδμόνδο Δαντές.
-
Ειδικά εσείς, δεσποινίς.
-
Αφεθείτε στην παρηγοριά
του καλού σας φίλου εδώ,
-
και ίσως να βγει και κάτι καλό
από αυτή τη δυστυχισμένη σχέση.
-
Τώρα, με συγχωρείτε.
Πρέπει να φροντίσω κάποια άλλα θέματα.
-
Ο γιος μου δεν είναι προδότης!
-
Θα προσπαθάσω να τον λογικεύσω.
-
-Ας το αφήσουμε στο Φερνάντο.
-Είναι αδύνατον. Ποτέ.
-
Δεν θα εγκαταλείψω τον Εδμόνδο ακόμη.
-
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την καλοσύνη σου.
-
Κι εγώ δεν θα πάψω ποτέ
να την δίνω.
-
Όχι ότι δεν εκτιμώ το κέντημα των
εγκλημάτων.
-
Αλλά φόνος;
-
Είναι απλό.
-
Όταν ανέφερες ότι ο Δαντές παρέδωσε το
γράμμα δεν κατάλαβα γιατί τον πρόδιδες.
-
Αλλά βλέποντας τη μνηστή του,
καταλαβαίνω απόλυτα!
-
Τι σας κάνει τόσο εξυπηρετικό;
-
Κάθισε Μοντέγκο.
-
Γύρνα πίσω!
-
Γύρνα πίσω!
-
Ποιο είναι το έγκλημά μου;
-
Είμαι αθώος!
-
Χαρούμενη επέτειο, Δαντές.
-
Μέχρι την επόμενη χρονιά.
-
Πέρασαν στ'αλήθεια
τέσσερα χρόνια, Δέλιους;
-
Ή Δάντον;
Ποιο είναι το όνομα είπαμε;
-
Συγχωρείστε την εισβολή μου.
-
Αλλά είχα την εντύπωση ότι έσκαβα
προς τον εξωτερικό τοίχο.
-
Μιλάτε Αγγλικά;
-
Ιταλικά;
-
Είμαι ο Αββάς Φαρία. Είμαι κρατούμενος
στο Κάστρο του Ιφ 11 χρόνια.
-
Πέντε επό τα οποία ξόδεψα
σκάβοντας αυτό το τούνελ.
-
Υπάρχουν 72.519 πέτρες
μέσα στους τοίχους μου.
-
Τις μέτρησα πολλές φορές.
-
Αλλά τις ονόμασες;
-
Σσσσς.
-
Σσσσς.
-
Κάποτε ήμουν όπως εσύ τώρα.
-
Αλλά το υπόσχομαι, θα περάσει.
Το υπόσχομαι, το υπόσχομαι.
-
Μπορώ να σταθώ
πάνω στους ώμους σου;
-
Κατέβασέ με.
-
Σε παρακαλώ, κατέβασέ με τώρα.
Κατέβασέ με.
-
Δεν έχω δει τον ουρανό αυτά τα
11 χρόνια. Σ'ευχαριστώ.
-
Σ'ευχαριστώ, Θεέ.
-
Δεν υπάρχει λόγος του Θεού
εδώ μέσα, ιερέα.
-
Και με την επιγραφή;
-
Έχει ξεθωριάσει, όπως ο Θεός
έχει ξεθωριάσει από την καρδιά μου.
-
Και τι τον αντικατέστησε;
-
Εκδίκηση.
-
Κράτα αυτά.
-
Ακολούθησέ με.
-
Ίσως οι σκέψεις σου για εκδίκηση
υπηρετούν το σκοπό του Θεού,
-
να σε κρατήσει ζωντανό
αυτά τα επτά χρόνια.
-
-Με τι τέλος;
-Την απόδραση.
-
Εδώ είμαστε.
-
Μίλησες για απόδραση.
-
Ναι.
-
Υπάρχουν μόνο δύο τρόποι
να φτάσεις τον εξωτερικό τοίχο
-
και τελικά τη θάλασσα.
-
Εγώ απλά,
απλά διάλεξα τον λάθος.
-
Τώρα, φυσικά,
που είμαστε δύο,
-
μπορούμε να σκάψουμε
στην αντίθετη κατεύθυνση.
-
Και οι δύο μαζί φυσικά,
πιθανώς μπορούμε να το κάνουμε,
-
σε οχτώ χρόνια.
-
Κάτι άλλο απαιτεί
το χρόνο σου;
-
Κάποιο πιεστικό ραντεβού,
ίσως;
-
Σε αντάλλαγμα για τη βοήθειά σου,
προσφέρω κάτι ανεκτίμητο.
-
Την ελευθερία μου;
-
Η ελευθερία χάνεται,
όπως καλά ξέρεις.
-
Εγώ προσφέρω γνώση,
όλα όσα έχω μάθει.
-
Θα σε διδάξω οικονομία, μαθηματικά,
φιλοσοφία, επιστήμη.
-
Να διαβάζω και να γράφω;
-
Φυσικά.
-
Πότε αρχίζουμε;
-
Το έπιασα. Το έπιασα.
-
Φώτα. Φώτα.
-
Επόμενη στάση. Έλα.
-
Η χαραμάδα ανοίγει δύο φορές τη μέρα.
-
Μια για τον κουβά της τουαλέτας σου,
όπου θα κρύβουμε τα υπολείμματα.
-
Έλα.
-
Και μια το βράδυ
για το πιάτο σου.
-
Φώτα. Φώτα.
-
Έλα, ιερέα.
-
Σ'ευχαριστώ.
-
Ανάμεσα σε αυτές τις ώρες μπορούμε να
δουλεύουμε άφοβα όλη μέρα.
-
"Οπότε η απροσεξία γίνεται
ο σύμμαχός μας."
-
Εξαιρετικά.
-
Ώστε ήσουν στο στρατό
του Ναπολέων.
-
Είχαμε τέτοια όνειρα τότε.
-
Όπως και να'χει, μια νύχτα,
το σύνταγμά μου έπεσε πάνω,
-
σε μια ομάδα ανταρτών,
-
που έτρεξαν σε μια
εκκλησία για καταφύγιο.
-
Με διέταξαν να κάψω
την εκκλησία, με αυτούς μέσα.
-
Το έκανες;
-
Για παντοντινή ντροπή μου, το έκανα.
-
Το έκανα.
-
Πως κατέληξες εδώ;
-
Την επόμενη μέρα εγκατέλειψα,
για να αφοσιώσω τη ζωή μου
-
στη μετάνοια και στο Θεό.
-
Δούλεψα ως προσωπικός γραμματέας του
τρομερά πλούσιου κόμη Ενρίκε Σπάντα.
-
Ο Σπάντα ήταν
δίκαιος άνθρωπος.
-
Δυστυχώς, μερικά χρόνια
αργότερα πέθανε,
-
ανάμεσα σε φήμες ότι είχε
κρύψει την αμέτρητη περιουσία του.
-
-Δύο εβδομάδες αργότερα, με συνέλαβαν.
-Γιατι;
-
Ο Ναπολέων ήθελε τον
θησαυρό του Σπάντα.
-
Δεν πίστεψε ότι δεν είχα
ιδέα που βρισκόταν.
-
Οπότε έβαλε να με πετάξουν εδώ μέσα
για να μου φρεσκάρει τη μνήμη.
-
Κι έτσι έμεινα εδώ,
μόνο με το Θεό για παρέα,
-
μέχρι που έστειλε εσένα.
-
Ο Θεός είναι τόσο αληθινός
όσο ο θησαυρός σου, ιερέα.
-
Ίσως.
-
Πιασ'το!
-
Υπολόγισε αυτό.
-
2.500 κυβικά εκατοστά πέτρας
και σκόνης τη μέρα, για 365 μέρες.
-
Μας κάνει τρία και μισό μέτρα το χρόνο,
-
Δώδεκα πόδια, ένα πόδι το μήνα.
-
Τρεις ίντσες την εβδομάδα.
-
...άλλα τρία και μισό μέτρα.
-
Μη σπαταλάς το φως.
-
Ήσουν στρατιώτης, ιερέα.
Άρα ξέρεις από όπλα.
-
Δίδαξέ με.
Ή σκάψε μόνος.
-
Με αναγκάζεις να περάσω
μια λεπτή γραμμή, Δαντές.
-
Αυτό είναι γελοίο.
-
Ο δυνατότερος ξιφομάχος
δεν κερδίζει απαραίτητα.
-
Είναι η ταχύτητα!
-
Η ταχύτητα του χεριού.
Η ταχύτητα του μυαλού.
-
Τώρα, πέρνα το χέρι σου από
τις σταγόνες, χωρίς να βραχείς.
-
Έτσι.
-
Για πόσο θα πρέπει να
το συνεχίσω;
-
Μπαίνω στο τούνελ.
-
Απόκρουσε.
-
Έτσι.
-
Ώρα για μελέτη.
-
Δώσε τον ορισμό της
οικονομίας.
-
Οικονομία είναι η επιστήμη
που ασχολείται με την παραγωγή,
-
τη διάθεση και την κατανάλωση
των αγαθών.
-
Μετάφραση.
-
Πρώτα σκάψε, μετά χρήματα.
-
Σ'ευχαριστώ.
Καλά Χριστούγεννα, Εδμόνδε.
-
Πάνω κάτω ένας μήνας περίπου.
-
Καλώς. Με ποιον μάχεσαι;
Τον Νταγκλάρ; Τον Μοντέγκο;
-
Με ποιόν νομίζεις;
-
Καλα! Πολύ καλά!
-
Έχουμε τον τρίτο νόμο
του Νεύτωνα.
-
Υπάρχει μια αντίδραση σε κάθε δράση,
στην φυσική και στον άνθρωπο.
-
Έτσι η αναζήτησή μου για εκδίκηση,
είναι αντίδραση,
-
στις πράξεις του Νταγκλάρ και του Μοντέγκο.
-
Σήκω! Σήκω!
-
Θέλω αυτή τη θέση.
-
Κάποτε μου είπες ότι ο Βιλφόρ έβαλε
να σε ξαναπιάσουν,
-
αμέσως αφού σε είχε απαλλάξει
από όλες τις κατηγορίες.
-
Μπορείς να φύγεις.
-
Ναι, αυτό είναι αλήθεια.
-
Τότε γιατί θα πήγαινε μέσα
από τέτοιο παραμύθι,
-
αν δεν είχε λόγο να αλλάξει
γνώμη αφού σε άφησε να φύγεις;
-
-Σκέψου Εδμόνδε.
-Προσπαθώ.
-
-Τί συνέβη;
-Με ρώτησε:
-
Σου είπε ο Ναπολέων ποιος
θα λάμβανε το γράμμα;
-
Του είπα:
Ένας κύριος Κλάριον.
-
Και τίποτε άλλο;
-
Τίποτε. Έκαψε το γράμμα
και είπε ότι μπορούσα να φύγω.
-
Αχ!
-
Έκαψε το γράμμα.
-
Ναι.
-
Περίεργο ότι ένας αρχιδικαστής,
-
έκαψε στοιχεία μιας
συνωμοσίας προδοσίας,
-
και ύστερα φυλάκισε
τον μόνο άνθρωπο
-
που γνώριζε την σύνδεση
του κ. Κλάριον με τη συνωμοσία.
-
Κάποιον προστάτευε.
-
-Έναν αγαπημένο φίλο ίσως;
-Όχι. Όχι.
-
Ένας πολιτικός σαν τον Βιλφόρ θα
είχε ξεφορτωθεί τέτοιους φίλους.
-
Ο Κλάριον μπορεί να ήταν συγγενής.
-
Ένας στενός συγγενής, πιθανώς.
-
Όχι!
-
Ο πατέρας του Βιλφόρ ήταν συνταγματάρχης
στο στρατό του Ναπολέων.
-
Ο Βιλφόρ δεν προστάτευε
τον Κλάριον.
-
Προστάτευε τον εαυτό του.
-
Ο Νταγκλάρ, που είπε ότι είδε
το Ναπολέων να μου δίνει το γράμμα.
-
Ο Μοντέγκο, που είπε στο Βιλφόρ
ότι το είχα.
-
Και ο ίδιος ο Βιλφόρ,
που με έστειλε εδώ.
-
Μπράβο, Εδμόνδε, μπράβο.
-
Ω, Θεέ μου.
-
Εδμόνδε, φως. Φως.
Γρήγορα. Φως.
-
Σε παρακαλώ Θεέ! Τί είναι αυτό;
Κοίτα!
-
Κοίτα! Κοίτα!
Ρίζες! Ρίζες φυτών!
-
Αν αυτές είναι ρίζες φυτών,
τότε είμαστε μόνο μήνες μακριά.
-
Ναι! Μπράβο σου, ιερέα.
Θα φέρω το κοπίδι μου.
-
Καλά. Καλά.
-
Ιερέα!
-
Για τ'όνομα του Θεού,
συνέχισε.
-
Συνέχισε. Συνέχισε!
-
Τρύπησαν τα πνευμόνια μου.
-
-Μη μιλάς. Μη μιλάς.
-Άκουσε.
-
Δεν έχουμε πολύ χρόνο.
-
Κάτω από αυτά τα βιβλία,
υπάρχουν κάποιες χαλαρές πέτρες.
-
Φέρε μου αυτό που
θα βρεις.
-
Γρήγορα, γρήγορα.
Άνοιξέ το.
-
Όταν τους είπα, ότι δεν ήξερα που ήταν
ο θησαυρός του Σπάντα, είπα ψέματα.
-
Είπες ψέματα;
-
Ιερέας είμαι, όχι άγιος.
-
Ορίστε.
-
Σ'αυτό το νησί,
της Ιταλική ακτής.
-
-Μοντεχρήστο;
-Ναι, ναι.
-
Χρησιμοποίησε το μυαλό σου.
Ακολούθησε τα στοιχεία.
-
Το τούνελ μπλόκαρε.
Δε μπορώ να φύγω.
-
Όχι, συνέχισε το σκάψιμο.
-
Όταν φύγεις, χρησιμοποίησέ τα
μόνο για καλό.
-
Όχι, θα τα χρησιμοποιήσω για
την εκδίκησή μου.
-
Και τώρα το τελευταίο σου μάθημα.
-
Μην διαπραξεις το έγκλημα
για το οποίο εκτίεις ποινή.
-
Ο Θεός είπε:
Η εκδίκηση είναι δική μου.
-
Δεν πιστεύω στο Θεό.
-
Δεν έχει σημασία.
Πιστεύει αυτός σ'εσένα.
-
Ιερέα.
-
Έξω τα πιάτα.
-
Φέρτο μου.
-
Είναι πάντα ξύπνιος.
-
Πρώτη φορά σε 12 χρόνια
δεν είπε ευχαριστώ.
-
-Νεκρός.
-Πώς;
-
Έπεσε από το κρεβάτι του,
σωστά;
-
-Είναι λίγο βρώμικος.
-Όλοι είναι.
-
Καλώς, ας τον ράψουμε,
κι ύστερα βλέπουμε τον Ντορλέκ.
-
Ένα, δύο, τρία.
-
Εντάξει, ας φέρουμε
τον Ντορλέκ.
-
Γιατί κλειδώνεις;
Δεν θα πάει πουθενά.
-
Δεν ξέρω.
Η συνήθεια, υποθέτω.
-
Αντίο, ιερέα.
-
Είσαι ελεύθερος τώρα,
όπως εγώ ποτέ δε θα'μαι.
-
Ώστε ο γερο-παπάς πήγε
επιτέλους στον Άγιο Πέτρο.
-
Λοιπόν, φέρτε τον.
-
-Ας τον θάψουμε τώρα.
-Έτοιμοι;
-
Ένα. Αυτό είναι.
-
-Συνεχίστε.
-Ελάτε, δεν έχω όλη τη μέρα.
-
Στην πραγματικότητα,
την έχω.
-
Έχω, έχω όλο το χρόνο
του κόσμου!
-
Ελάτε.
-
Κύριε Ντορλέκ!
-
Ουράνιε Πατέρα,
σου αφήνουμε
-
αυτά τα υπολείμματα
του ταπεινού σου υπηρέτη.
-
Όπως κι αν λεγόταν.
Θεέ μου, πόσο βαριέμαι!
-
Κύριε Ντορλέκ!
-
Είχε πράγματι ένα χάρτη;
-
Όχι.
-
Που είναι το...
-
Σταμάτα!
-
Κύριε Ντορλέκ!
-
Τί εννοείς με το τρία;
Τον πετάμε στο τρία ή μετά;
-
-Μετά το τρία.
-Ένα, δύο.
-
-Κύριε Ντορλέκ!
-Και...
-
-Μη, κ. Ντορλέκ!
-Ένα.
-
-Δύο.
-Μην πετάξετε το πτώμα!
-
Τρία!
-
Μπορούσαμε να το έχουμε
χειριστεί λίγο καλύτερα.
-
Ευχαριστώ, ιερέα.
-
Ευχαριστώ.
-
Λοιπόν, φίλε μου,
θα σε ρωτούσα ποιος είσαι,
-
αλλά βλέποντας αυτά τα ρούχα
και με το Κάστρο του Ιφ στα 2 μίλια,
-
ποιο είναι το νόημα;
-
Εγώ είμαι ο Λουίτζι Βάμπα,
λαθρέμπορος και κλέφτης.
-
Οι άντρες μου κι εγώ ήρθαμε να
θάψουμε ζωντανό ένα μέλος μας
-
που προσπάθησε να κρατήσει
λάφυρα για τον εαυτό του
-
αντί να τα μοιραστεί με
τους συντρόφους του.
-
Περιέργως, υπάρχουν κάποιοι
πιστοί του φίλοι,
-
που επειμένουν να δείξω έλεος,
κάτι που φυσικά δεν μπορώ να κάνω,
-
γιατί γρήγορα θα έχανα
τον έλεγχο του πληρώματος.
-
-Γι'αυτό είσαι ένα τυχερό εύρημα.
-Γιατι;
-
Μου δίνεις ένα τρόπο να δείξω
λίγο έλεος στον Τζάκομπο,
-
το σκουλήκι που βλέπεις
δεμένο εκεί πέρα,
-
χωρίς, ταυτόχρονα,
να φανώ αδύναμος.
-
Κι ένα έξτρα δωράκι.
Τα παλικάρια θα δουν λίγο δράση.
-
Πως το καταφέρνω εγώ
όλο αυτό;
-
Θα δούμε εσένα και τον Τζάκομπο
να πολεμάτε μέχρι θανάτου.
-
Αν νικήσει ο Τζάκομπο, τον
δεχόμαστε πίσω στο πλήρωμα.
-
Αν νικήσεις εσύ, θα έχω δώσει στο
Τζάκομπο ευκαιρία να ζήσει,
-
κι ας μην κατάφερε να την
εκμετταλευτεί.
-
Κι εσύ μπορείς να πάρεις τη θέση
του στο πλοίο.
-
Κι αν κερδίσω, και δεν θέλω να
γίνω λαθρέμπορος;
-
Τότε σου κόβουμε το λαιμό,
και μένουμε λιγότεροι.
-
Βλέπω ότι το λαθρεμπόριο
είναι για μένα η ζωή,
-
και θα ήμουν ευτυχής
αν σκότωνα το φίλο σας.
-
Και κάτι άλλο, ο Τζάκομπο είναι
ο καλύτερος μαχητής που έχω δει!
-
Ίσως θα'πρεπε να βγαίνεις
πιο πολύ.
-
Λύστε το Τζάκομπο και
δώστε του το μαχαίρι του.
-
Κι ας αφήσουμε το παιχνίδι
να ξεκινήσει.
-
Σήκω, σκουλήκι!
-
Έλα! Έλα!
-
Αν ελπίζεις να ζήσεις,
μην κουνήσεις ούτε βλέφαρο.
-
Κύριε Βάμπα,
αφήστε το Τζάκομπο να ζήσει.
-
Υπέφερε ήδη αρκετά στην
ιδέα να θαφτεί ζωντανός.
-
Οι άντρες που ήθελαν να δουν
δράση, την είδαν.
-
Κι αυτοί που ήθελα έλεος για
το Τζάκομπο θα το'χουν.
-
Και κρατώντας εμένα και τον Τζάκομπο,
-
θα'χεις άλλον άξιο ναύτη
και πολεμιστή στο πλήρωμά σου.
-
Σύμφωνοι.
-
-Πώς τον λένε;
-
Το όνομά του;
Θα τον λέμε Ζατάρα.
-
-Ακούγεται τρομερό.
-Σημαίνει ξεβρασμένο ξύλο.
-
Ορκίζομαι, στους νεκρούς
συγγενείς μου,
-
ακόμα κι αυτούς που δεν
νιώθουν πολύ καλά,
-
θα είμαι ο άνθρωπός σου για πάντα.
-
Το ξέρω.
-
Έχεις μάτια και πίσω
απ'το κέφάλι σου.
-
Έχεις δει τη Μασσαλία ποτέ ξανά;
-
Ήταν το σπίτι μου.
-
Αλλά δεν πας με τους άλλους
στη ακτή.
-
Άκουσέ με, Ζατάρα.
-
Ότι κι αν σου συνέβη, δεν το διορθώνεις
μένοντας σ'αυτό το πλοίο.
-
Πήγαινε. Είναι στο χέρι σου.
-
"Είμαστε όλοι βασιλιάδες ή
πιόνια", είχε πει κάποιος.
-
Ποιος σου το είπε αυτό;
-
Ο Ναπολέων Βοναπάρτης.
-
Ο Βοναπάρτης;
-
Ω, Ζατάρα! Αυτές οι ιστορίες σου.
-
Κάποια μέρα ίσως έρθω
να σε βρω.
-
Ένας άντρας πάντα χρειάζεται
έναν καλό φίλο.
-
Στ'αλήθεια.
-
Νταγκλάρ, τι έγινε;
-
Ο καπετάνιος Ρέινοντ πέθανε,
κύριε, κι ο Δαντές με παράκουσε.
-
Ζατάρα, είσαι καλά;
-
Όλα άλλαξαν.
-
Θέλω να αγοράσω ένα πλοίο, που
να το κουμαντάρουμε οι δυο μας.
-
Περίμενέ με να γυρίσω. Θα κάνω
την επόμενη επίσκεψη μόνος μου.
-
Αυτό είναι το σπίτι του κ. Μορέλ;
-
Ο παππούς μου δεν είναι καλά,
κύριε.
-
Ακόμη κι αν ήταν, δεν θα δεχόταν
επισκέπτες στις 11 το βράδυ.
-
Ίσως να κάνει μια εξαίρεση,
-
για έναν άντρα που ψάχνει τον
Εδμόνδο Δαντές.
-
Ζητώ συγνώμη για την ώρα.
-
Οι ηλικιωμένοι ποτέ δεν
κοιμούνται. Καθίστε.
-
Τζουλιάν, λίγο τσέρι.
-
Κύριε Ζατάρα, ήσασταν
φίλος του Εδμόνδου;
-
-Κύριε Μορέλ;
-Ναι;
-
Γνωρίζατε κι εσείς τον Εδμόνδο;
-
Ήταν σαν γιος μου.
-
Ήλπιζα να μου πείτε που θα
μπορούσα να βρω τους δικούς του.
-
Δυστυχώς,
ο πατέρας του κρεμάστηκε,
-
αφού έμαθε για την προδοσία
του Εδμόνδου.
-
Καταλαβαίνω.
-
Καταλαβαίνω.
-
Αυτή η προδοσία
για την οποία μιλάτε.
-
-Ποιος τον κατηγόρησε;
-Ποιος ξέρει;
-
Ο κ. Βιλφόρ, ο άντρας που
έβαλε να τον συλλάβουν,
-
έφυγε για το Παρίσι αμέσως μετά,
για να πάρει τη θέση γενικού εισαγγελέα.
-
Φυσικά το σοκ της δολοφονίας
του πατέρα του,
-
μπορεί επίσης να ώθησε την
αναχώρησή του.
-
Ήταν παράξενοι καιροί.
-
Φαίνεστε να έχετε περάσει κι
εσείς δυσκολίες, κύριε.
-
Μετά το θάνατο του Εδμόνδου,
πήρα απρόθυμα ένα συνεργάτη.
-
Έναν από τους καπετάνιους μου.
-
Κι ύστερα μια μέρα,
ο Νταγκλάρ με πέταξε έξω.
-
Η μοίρα μου δεν είναι τίποτα
μπροστά στου Εδμόνδου.
-
Ίσως η τύχη σας πρόκειται
να αλλάξει.
-
Θα πρέπει να ψάξω για την
μνηστή του Εδμόνδου.
-
Εννοείται τη κόμισσα Μοντέγκο;
-
-Κόμισσα;
-Ναι.
-
Ένα μήνα μετά τη σύλληψη του
καημένου Εδμόνδου,
-
η Μερσέντες παντρεύτηκε τον
καλύτερό του φίλο.
-
-Τον Φερνάντο.
-Ναι, σωστά.
-
Και με το θάνατο του πατέρα και
του αδερφού του στον πόλεμο,
-
ο Φερνάντο έγινε κόμης Μοντέγκο.
-
Τώρα ζουν στο Παρίσι.
Κόμης και κόμισσα Μοντέγκο.
-
Είστε καλά;
-
Ναι. Πρέπει να φύγω.
-
-Λυπάμαι που δε βοήθησα παραπάνω.
-Ω, όχι.
-
Μου είπατε όσα χρειαζόμουν να ξέρω.
-
Ο Εδμόνδος Δαντές είναι νεκρός.
-
Ζατάρα. Ζατάρα, θα γίνεις τόσο
παρήφανος για μένα.
-
Βρήκα μια ωραία, μικρή βάρκα.
Δεν είχαμε χρήματα για καϊκι.
-
Έκανα μια πολύ καλή συμφωνία.
Ζατάρα;
-
Γιούχου!
-
Ζατάρα, η βάρκα δε μπορεί
να κρατήσει άλλα,
-
και είναι ακόμα τουλάχιστον 8
φορτία εκεί κάτω!
-
Δεν καταλαβαίνεις;
-
Είσαι ο πλουσιότερος άνθρωπος
που έχω ποτέ ακούσει.
-
Όποια κι αν ήταν τα προβλήματά
σου, έχουν τελειώσει.
-
Τί θέλεις να αγοράσεις;
-
Εκδίκηση!
-
Εντάξει, εκδίκηση. Από ποιόν;
-
Τον Νταγκλάρ, τον Βιλφόρ,
τον Φερνάντο και την Μερσέντες.
-
Σωστά.
-
Τους σκοτώνουμε και μετά
ξοδεύουμε το θησαυρό.
-
Όχι, θα τους μελετήσουμε,
θα μάθουμε τις αδυναμίες τους.
-
Γιατί απλά να μην τους
σκοτώσουμε; Θα το κάνω εγώ.
-
Τρέχω στο Παρίσι.
Μπαμ! Μπαμ! Μπαμ!
-
Επιστρέφω πριν το τέλος της
εβδομάδας. Ξοδεύουμε το θησαυρό.
-
Γιατί είναι αυτό κακό σχέδιο;
-
Ο θάνατος είναι πολύ καλός γι'αυτούς.
Πρέπει να υποφέρουν, όπως υπέφερα.
-
Πρέπει να δουν τον κόσμο τους,
όλα όσα αγαπούν,
-
να παίρνονται από αυτούς,
όπως πάρθηκαν από 'μένα.
-
Θα χρειαστείς ένα καλύτερο όνομα
από το Ζατάρα για να το πετύχεις.
-
Τότε θα πρέπει να γίνω κόμης.
-
Καλό απόγευμα, κύριε.
-
Είμαι εδώ για να αγοράσω το
αξιαγάπητο σπίτι σας.
-
Τι θράσσος! Θα έπρεπε
να βάλω να σε μαστιγώσουν!
-
Τώρα, φύγε από την περιουσία
μου λωποδύτη,
-
πριν σου στείλω τα σκυλιά,
ακούς;
-
Ευχαριστώ.
-
Κυρίες και κύριοι,
με μεγάλη μου τιμή,
-
σας παρουσιάζω την Αυτού Μεγαλιώτης,
τον κόμη Μοντεχρήστο!
-
Είναι τόσο όμορφα.
-
Χαιρετισμούς.
-
Αγαπητέ κόμη,
να σας συστήσω το σύζυγό μου,
-
κύριο Βιλφόρ, γενικό εισαγγελέα.
-
Πολύ ευγενικό που μας
σκεφτήκατε.
-
Με τιμά η παρουσία σας.
-
Τώρα, παρακαλώ,
διασκεδάστε.
-
Τι ξέρουμε γι'αυτόν;
-
Όχι αρκετά.
-
Πού είναι;
Είσαι σίγγουρος ότι τους κάλεσες;
-
Ναι, Μεγαλιότατε.
-
Αλλά μόλις έμαθα ότι ο κόμης
Μοντέγκο αποσύρθηκε για βράδυ.
-
Έχει ένα πρωινό ραντεβού,
που δεν μπορεί να χάσει.
-
Σηκώθηκες νωρίς, αγαπητή μου.
-
Είναι νεκρός ο υποκόμης Τουρβίλ;
-
Εκτός κι αν η καρδιά του δεν είναι
αριστερά στο στήθος του,
-
υποπτεύομαι πως είναι.
-
Ο Θεός να τον αναπαύσει
εν ειρήνη.
-
Δεν έκανε τίποτα άλλο από το να
υπερασπίζεται την τιμή της οικογένειάς του.
-
Πολύ καλό του έκανε αυτό.
-
Η σύζυγός του κι εγώ
χαιρόμασταν το πάθος μας.
-
Τώρα ήρθε η εκδικητική υπεράσπιση
της τιμής του, και πονέσατε.
-
-Αυτή καταστράφηκε κι αυτός πέθανε.
-Μην κολακεύεσαι.
-
Δεν ήμουν ούτε χαρούμενη
ούτε σε άγνοια,
-
ξέροντας για τις τελευταίες τρεις
γυναίκες πριν την κ. Τουρβίλ.
-
Λυπάμαι που εξευτελίστηκες.
-
Ο συνδιασμός του Παρισιού
μ'εμένα είναι δύσκολος για πίστη.
-
Κι αφού οι προσπάθειές μου
για διακριτικότητα απέτυχαν,
-
γιατί να προσποιούμαι.
-
Είναι μάλλον απελευθερωτικό.
Δε θα το'λεγες;
-
Τα οικονομικά του;
-
Χάνει χρήματα στα άλλα καζίνο.
-
Δεν τον κλέβουν καν.
-
Κοίταξες τα ναυτιλιακά του;
-
Πήρε ένα δάνειο για το πλοίο του
πριν από αρκετά χρόνια.
-
-Δεν χρησιμοποιεί το Νταγκλάρ.
-Αγόρασε την τράπεζα αύριο.
-
Πες στις άλλες ναυτιλιακές να
μείνουν μακριά από το Μοντέγκο.
-
Δε θέλω να έχει άλλη επιλογή
απ'το να συρθεί στο Νταγκλάρ.
-
Τώρα, πες στους εμπόρους να τα
πάρουν όλα.
-
Προσπάθησε να καταλάβεις.
-
Έχω μια μεγάλη παράδοση
βαμβακιού έτοιμη να σταλεί,
-
και πρέπει να το πληρώσω στο
πλοίο μόλις παραδωθεί.
-
Προφανώς χρειάζομαι το όχημα
για να το παραδώσω.
-
Δυστυχώς, η τράπεζα δεν μπορεί
να προσφέρει άλλες επιμηκύνσεις.
-
Προτείνω να βρείτε άλλο
τρόπο αποστολής.
-
Λοιπόν, λοιπόν!
-
Σε τι οφείλω την τιμή,
κόμη Μοντέγκο;
-
Δε μπορώ να φανταστώ γιατί με
απέφευγες τόσα χρόνια.
-
Είμαι έτοιμος να παραβλέψω τα λάθη σου,
και ίσως συνεχίσουμε τη συνεργασία.
-
Οι δουλειές δεν πάνε καλά τελευταία;
-
Ζατάρα;
-
Τζάκομπο.
-
Έπεσες από το κρεβάτι;
-
Μετά από 13 χρόνια που
κοιμόμουν σε πέτρα, δε μπορώ.
-
Παναγία μου. Πονάει;
-
Ήρθες εδώ για κάποιο λόγο;
-
Ο Μοντέγκο έχει ένα γιο.
-
Ο Αλμπέρ θέλει να μας μιλήσει.
-
Όχι τώρα.
-
Πες του πως προσπαθώ να προστατέψω
την κληρονομιά του.
-
Φοβάσαι να μην τη ξοδέψει
όπως εσύ;
-
Δεν παραπονέθηκες όμως
όταν σε ανέβασα από κόρη ψαρά.
-
Σε παρακαλώ, θα τελειώσω αυτό
και θα φύγω.
-
Στο Παρίσι υπάρχουν πολλές ερωμένες,
αλλά έχεις μόνο έναν γιο.
-
Έλα μέσα Άλμπερτ.
-
-Για όνομα του Θεού, γρήγορα.
-Ναι, πατέρα.
-
Πολλοί απ'τους φίλους μου θα πάνε στη
Ρώμη για 2 βδομάδες στο Καρναβάλι.
-
-Θα'θελα να πάω μαζί τους.
-Ρώμη;
-
Και χωρίς συνοδούς; Είσαι
μόνο15.
-
Σχεδόν 16.
-
Κάντο σα δώρο γεννεθλίων,
πατέρα. Σε παρακαλώ.
-
-Δεν θα μπλέξω.
-Όχι.
-
Μπορεί να πάει!
-
Θα μου άρεσε λίγη ειρήνη κι
ησυχία εδώ μέσα.
-
Ρώμη!
-
Άλμπερτ! Άλμπερτ!
-
Κυρία μου;
-
Δε θα κρύβεσαι για πάντα.
-
Κυρία μου;
-
Ποιος είσαι και γιατί το κάνεις;
-
Είμαστε κακοί,
και για τα λεφτά.
-
Τα λεφτά είναι στο γιλέκο μου!
-
Όχι πια.
-
Άσε που δεν μας ενδιαφέρουν τα
δικά σου χρήματα.
-
Είσαι ο μοναχογιός του κόμη
Μοντέγκου, σωστα;
-
Λύτρα; Στείλτε το σημείωμά σας
καταραμένοι.
-
Μακάρι να ήταν τόσο εύκολο,
-
μα ένα σημείωμα θα πάει στον πατέρα σου
το λιγότερο σε 2 βδομάδες.
-
Κι ύστερα οι συζητήσεις για το αν
σε έχουμε ήδη σκοτώσει.
-
Όχι, ένα σημείωμα δεν έχει τον αντίκτυπο.
-
Ίσως αν του στείλουμε το δαχτυλίδι σου.
-
Ναι! Έχει πάνω του
το οικόσημο των Μοντέγκο.
-
Όσο ακόμα το φοράς;
-
Άκουσέ με, απόβρασμα.
-
Είμαι ο Άλμπερτ, γιος του
Φερνάντο, του κόμη Μοντέγκου.
-
Και είχατε το τελευταίο σας γέλιο
εις βάρους μου.
-
-Κάνε το χειρότερό σου.
-Αν επιμένεις. Πεπόνε, το μαχαίρι.
-
Κόψε τα σχοινιά αυτού του
αγοριού,
-
αλλιώς θα αναγκαστώ να κόψω τα
αξιολύπητα πτώματά σας.
-
Τώρα!
-
Ακολούθησέ με, νεαρέ.
-
Βλέπεις την επιφάνεια;
Περίμενέ με εκεί.
-
-Πως να σας ευχαριστήσω!
-Θα τα πούμε αργότερα.
-
Μπράβο σας, κύριοι.
-
Πολλά ευχαριστώ, Μεγαλιότατε.
-
Άλμπερτ.
-
Είσαι καλά;
-
Κύριε, σας χρωστάω τη ζωή μου.
-
Πέρασες ένα μαρτύριο.
-
Είσαι ένας εκπληκτικός νεαρός.
-
Επιμένω, πρέπει να έρθεις στο
σπίτι μου για πρωινό αύριο.
-
Σύμφωνοι;
-
Σύμφωνοι.
-
Μπορώ να ρωτήσω ποιος είστε;
-
Για την ώρα, ο φίλος σου.
Αύριο, ο οικοδεσπότης σου.
-
Για τις στιγμές επισημότητας,
ο κόμης Μοντεχρήστος.
-
Είναι έξω στο δωμάτιο αναμονής.
-
Έδειξε κουράγιο στα τούνελ.
-
Είναι ένας τρόπος για ένα τέλος.
-
Ναι, Μεγαλιότατε.
-
Νεαρέ.
-
Άλμπερτ, έλα μέσα. Έλα.
-
Έλα.
-
-Είχες μια δύσκολη νύχτα.
-Ναι.
-
Τι περιπέτεια!
-
Όλα είναι μια περιπέτεια όταν
είσαι νέος.
-
-Ενα πράγμα με μπερδεύει, κύριε.
-Χμ.
-
Πώς μάθατε για την απαγωγή μου;
-
Έχω πολλές διασυνδέσεις,
μερικές όχι και τόσο καλόφημες.
-
Πληρώνω καλά για να μαθαίνω
ότι συμβαίνει στις περιοχές που μένω.
-
Και η απαγωγή ενός γιου κόμη
είναι αξιοσημείωτη.
-
Αλλά, γιατί να ρισκάρετε τη ζωή
σας σώζοντας εμένα;
-
Είσαι ο γιος ενός φίλου ευγενή.
-
Ήταν το λιγότερο που μπορούσα να κάνω.
-
Κρίνοντας από το χαρακτήρα σου
σίγουρα θα έκανες το ίδιο.
-
Ο πατέρας σου θα είναι περήφανος.
-
Πρέπει να έρθετε στο Παρίσι
να γνωρίσετε τους γονείς μου,
-
για να σας ευχαριστήσουν
αυτοπροσώπως.
-
Δυστυχώς δεν μπορώ.
Δουλειές βλέπεις.
-
Παρακαλώ, είναι θέμα τιμής.
-
-Τζάκομπο;
-Ναι, Μεγαλιότατε.
-
Το θέμα του Σπάντα,
που βρισκόμαστε;
-
-Ακόμα και τώρα, το χρυσό
-Το φορτίο;
-
Λυπάμαι Μεγαλιότατε.
Το φορτίο ταξιδεύει.
-
Δεμένο για τη Μασσαλία.
-
-Και φθάνει;
-Σε 3 εβδομάδες, Μεγαλιότατε.
-
Τρεις εβδομάδες;
-
Είναι αρκετό για να
δείτε το Παρίσι!
-
-Πολύ καλά.
-Εξαιρετικά.
-
-Και θα είστε εκεί στην ώρα σας;
-Στην ώρα γιατι;
-
-Χρόνια πολλά.
-Ευχαριστώ
-
Ο κόμης Μοντεχρήστος!
-
Κόμη!
-
-Άλμπερτ.
-Μεγαλιότατε. Πατέρα!
-
Να σας παρουσιάσω τον κόμη
Μοντεχρήστο.
-
-Ευχαρίστησή μου.
-Η ευχαρίστηση είναι δική μου.
-
Περίμενα αυτή τη στιγμή εδώ
και καιρό.
-
Μου κάνετε μεγάλη τιμή, εφόσον
εγώ σας είμαι υπόχρεος,
-
για τη διάσωση του γιου μου.
-
Σας παρουσιάζω την κόμισσα
Μοντέγκο!
-
Μερσέντες.
-
Κόμισσα.
-
Θα έπρεπε να ήσασταν μητέρα
για να εκτιμήσετε την υπηρεσία,
-
που κάνατε για τον γιο μου κι εμένα.
-
Κύριε, δεν θα σας ξεχάσω ποτέ.
-
Παρακαλώ, κυρία,
δεν ήταν τίποτα.
-
Είμαι σίγουρος ότι μέσα σ'ένα μήνα,
δεν θα θυμάστε ούτε τ'όνομά μου.
-
Μπορώ να κλέψω τη σύζυγό σας;
-
-Ορίστε;
-Για το βαλς.
-
Φυσικά.
-
Δεν είναι υπέροχος;
-
-Τι συμβαίνει;
-Τίποτα.
-
Μόλις μου θυμίσατε κάποιον
από πολύ παλιά,
-
κάποιον που ήταν πολύ
αγαπημένος μου.
-
Είμαι κολακευμένος.
Τι του συνέβη;
-
Πέθανε.
-
Μα δεν είμαι αυτός ο άντρας.
-
Ο κύριος και η κυρία Βιλφόρ.
-
Τι κάνουν εδώ;
-
Εισαγγελέα Βιλφόρ!
-
-Τι κάνετε εδώ;
-Κυρία Βιλφόρ! κύριε!
-
Είμαι πανευτυχής που ήρθατε να
με δείτε όσο ακόμα είμαι στην πόλη.
-
Χαρήκαμε πολύ με την πρόσκληση.
-
Ευχαριστώ.
-
Συγχωρείτε το σύζυγό σας κι
εμένα για μια στιγμή;
-
Μου είπαν ότι είστε ειδικός στην
διερμηνία του νόμου.
-
Έχω ένα θέμα με το οποίο πιθανώς
θα μπορούσατε να με βοηθήσετε.
-
Με συγχωρείτε.
-
Φερνάντο. Φερνάντο!
Την πρόποση!
-
Όχι τώρα. Έχω να παρεβρεθώ σε
δουλειές.
-
Οι καλεσμένοι μας το περιμένουν.
Ο Άλμπερτ το περιμένει.
-
Κάντη εσύ, καλή μου.
Σίγουρα θα είναι έξοχη.
-
Είσαι ο πατέρας του!
-
Είναι το λιγότερο που μπορείς
να κάνεις. Ξέρεις πόσο σε θαυμάζει.
-
Τότε θα συγχωρήσει την απουσία μου.
-
Αλλά...
-
Νόμιζα πως συμφωνήσαμε να
μην συναντιόμαστε δημόσια.
-
Πώς μπορύσα να προσπεράσω
τον κόμη Μοντεχρήστο;
-
Ήσυχα.
-
-Τί ξέρεις γι'αυτόν;
-Είναι ξένος, πλούσιος.
-
Ακούω ότι βοήθησε το γιο σου.
-
-Γιατί ζητάει τη συμβουλή σου;
-Γιατί να σου πω;
-
Όταν ο γιος μου επέστρεψε από
τη Ρώμη,
-
ανέφερε ότι άκουσε το Μοντεχρήστο
να λέει ότι περίμενε μια αποστολή.
-
Άκουσε επίσης τις λέξεις "χρυσάφι"
και "Σπάντα".
-
-Χμ..
-Δεν πιστεύεις,
-
ότι ο Μοντεχρήστος βρήκε το
θησαυρό του Σπάντα.
-
Πριν μια ώρα μου ζήτησε να τον
βοηθήσω να αποφύγει ελέγχους,
-
σε ένα φορτίο απ'τη Μασσαλία.
-
Θα μπορούσα να τον συλλάβω.
-
Μην το κάνεις αυτό.
Ας τον ανακουφίσουμε απ'αυτό.
-
Πως προτείνεις...
-
Έχω κάποιον που ασχολείται
με αυτά.
-
Πες του ότι θα λάβεις
το φορτίο του απ'το τελωνείο,
-
αλλά θα πρέπει να μέινει στο
λιμάνι τη νύχτα.
-
Θα το πάρω και θα το πάω στο
παλιό σπίτι μας στο Μπουσόν,
-
όπου θα συναντηθούμε την
άλλη μέρα.
-
Απαιτώ το 70%.
-
Και θα πάρεις μόνο το 50%.
-
Έγινε.
-
Κυρίες και κύριοι,
-
δυστυχώς, ο σύζυγός μου είναι
απασχολημένος με δουλειά.
-
Κι έτσι, έμεινε σ'εμένα...
-
να σας συστήσω
στον κόμη Μοντεχρήστο, ξανά.
-
Βλέπετε, πήρα το θάρρος να
ικετεύσω τον κόμη,
-
να μου επιτρέψει να κάνω την
πρόποση γεννεθλίων του Άλμπερτ.
-
Επέμενα τόσο,
και ήταν τόση η ευγένειά του,
-
που παραιτήθηκε από
το πατρικό του δικαίωμα,
-
για να περιποιηθεί ένα καλεσμένο,
ακόμη κι έναν τόσο αδέξιο όσο εγώ.
-
Ο νεαρός Άλμπερτ μεγαλοποίησε
τη βοήθεια που του έδωσα στη Ρώμη.
-
Όταν έφτασα στις κατακόμβες,
-
παρακολουθούσα όσο οι
εγκληματίες, που έδεναν τον Άλμπερ,
-
απείλησαν να κόψουν ένα δάχτυλο
να το στείλουν στον πατέρα του,
-
ως στοιχείο της απαγωγής του.
-
Θεέ μου!
-
Η απάντηση του αγοριού σε όλο
αυτό ήταν "Κάντε το χειρότερό σας"!
-
Η ζωή είναι μια καταιγίδα,
νεαρέ φίλε μου.
-
Τη μια στιγμή θα απολαμβάνεις
τη λιακάδα,
-
και την επόμενη θα γκρεμίζεσαι
στα βράχια.
-
Αυτό που σε κάνει άντρα,
-
είναι αυτό που κάνεις όταν έρθει
η καταιγίδα.
-
Πρέπει να κοιτάξεις μέσα στην καταιγίδα
και να φωνάξεις, όπως στη Ρώμη,
-
"Κάνε το χειρότερό σου,
γιατί εγώ θα κάνω το δικό μου."
-
Τότε οι μοίρες θα σε μάθουν
όπως σε ξέρουμε εμείς,
-
Άλμπερτ Μοντέγκο, ο άντρας.
-
Εδμόνδε, ο Βιλφόρ μου είπε ότι
εκτελέστηκες.
-
-Αλήθεια;
-Ω, Θεέ!
-
Κόμισσα, κάνετε λάθος. Πίσω
στους Μοντέγκο.
-
Όχι!
-
Την υπόληψή σας σκέφτομαι.
-
Σε ικετεύω, Εδμόνδε.
-
Δε με νοιάζει με ποιο τρόπο επέστρεψες.
-
Δεν είμαι ο Εδμόνδος!
-
Σταμάτα! Σταμάτα! Σταμάτα!
-
Και τί είστε λοιπόν;
-
Πνεύμα; Κάποιο φάντασμα
που ήρθε να με βασανίσει;
-
Αυτό τον Εδμόνδο,
τον αγαπούσατε;
-
Ναι.
-
Για πόσο καιρό;
-
Για όλη μου τη ζωή.
-
Και πόσο καιρό μετά το θάνατό
του παντρευτήκατε τον κόμη;
-
Αυτό είναι άδικο.
-
Φτάσαμε στο σπίτι σας,
κόμισσα.
-
Έχετε δίκιο. Δεν μπορείτε να είστε
ο Εδμόνδος μου.
-
Λοιπόν, ορίστε. Το είπατε
και μόνη σας.
-
Ο Εδμόνδος Δαντές έχει
πεθάνει. Καληνύχτα.
-
Κόμισσα.
-
Αν ξανασκεφτείς να
ανακατευτείς στα θέματά μου,
-
υπόσχομαι να τελειώσω τη δουλειά
που άρχισα τη μέρα που γνωριστήκαμε.
-
Καταλαβαίνεις;
-
-Καταλαβαίνω πως είσαι τρελός.
-Τρελός;
-
Οι εχθροί πέφτουν στις
παγίδες μου άψογα.
-
Τρελός, Μεγαλιότατε, επειδή
αγνοείς αυτό:
-
Έχεις μια περιουσία, μια όμορφη
γυναίκα που σε αγαπάει.
-
Πάρε τα χρήματα, πάρε τη
γυναίκα και ζήστε τη ζωή σας.
-
Σταμάτα αυτό τον σχέδιο.
Πάρε όσα κέρδισες.
-
-Δεν μπορώ.
-Γιατί όχι;
-
Είμαι ακόμα ο άνθρωπός σου,
Ζαταρα.
-
Έδωσα όρκο.
Θα σε προστατέψω.
-
Ακόμη κι αν σημαίνει ότι πρέπει
να σε προστατεύσω από σένα.
-
Θα σε πάω σπίτι τώρα.
-
Θα περπατήσω.
-
Βάλε δυο μπαούλα στο Φαραώ
για το μερίδιό μας.
-
Ο Μοντέγκο δεν θα το προσέξει
ποτέ.
-
Έλα. Ανέβα.
-
-Φιλίπε Νταγκλάρ;
-Ναι;
-
Κατηγορείστε για την κλοπή αγαθών
από ένα εμπορικό πλοίο.
-
Αυτό είναι εξωφρενικό.
-
Μπορούμε να λύσουμε αυτό
το θέμα εύκολα.
-
Αυτοί οι άντρες θα ερευνήσουν
το όχημά σας.
-
Ο κόμης Μοντέγκο μου έστησε
παγίδα.
-
Αλλά δεν θα κρεμαστώ γι'αυτόν.
-
Ποιός είσαι;
-
Είμαι ο κόμης Μοντεχρήστος. Οι
φίλοι με λένε Εδμόνδο Δαντές.
-
Δαντές;
-
Σκότωσέ τον πριν μπορέσει
να μιλήσει.
-
Μικρέ, μην το κάνεις αυτό.
Αυτό παραπάει.
-
Αγαπητέ μου Βολφόρ.
-
Ελπίζω να μην σε πειράζει να σου
κάνω παρέα για λίγο.
-
Μεγαλιότατε, δεν σας
περίμενα.
-
Θέλω να σας ευχαριστήσω από
κοντά για τη βοήθεια με το φορτίο.
-
Αυτό, ναι. Έκανα όλες τις
τακτοποιήσεις νωρίτερα.
-
Υπόσχομαι ότι δεν θα υπάρξουν
άλλα προβλήματα από μας.
-
Εξαιρετικά.
Νομίζω πως αυτή θα είναι,
-
η αρχή μιας μακράς και
καρποφόρας σχέσης.
-
Μιλώντας για το οποίο,
μπορώ να κάνω μια ερώτηση;
-
Ναι, φυσικά.
Οτιδήποτε.
-
Ήμουν απλά περίεργος.
-
Γιατί είπατε στην κόμισσα Μοντέγκο
πριν από 16 χρόνια,
-
ότι ο Εδμόνδος Δαντές είχε
εκτελεστεί;
-
Δεν καταλαβαίνω.
Για τί πράγμα μιλάτε;
-
Είναι μια πολύ απλή ερώτηση.
-
Πώς ξέρετε αυτά τα πράγματα;
-
Αρκετά.
-
Δεν καταλαβαίνετε. Ο Δαντές
δέχτηκε ένα γράμμα από το Ναπολέων.
-
-Αυτό ήταν καθαρή προδοσία.
-Ξέρουμε όμως πως δεν το παρέδωσε.
-
Να στέλνεις κάποιον φυλακή
γνωρίζοντας το αυτό, είναι κακό.
-
Αλλά και να λες...
-
Μεγαλιότατε, γιατι αυτή η συζήτηση;
-
Τώρα αναρωτιέμαι,
-
Τί είχε ο παλιός φίλος μου ο
Βιλφόρ να κερδίσει,
-
λέγοντας στη Μερσέντες ότι ο
Εδμόνδος Δαντές είχε πεθάνει;
-
Η απάντηση είναι: Απολύτως
τίποτα.
-
Όπως είπατε κι εσείς, τίποτα.
Άρα γιατί;
-
Αλλά ο παλιός φίλος μου, τώρα
γενικός εισαγγελέας της Γαλλίας,
-
δεν είχε κέρδος από αυτό το ψέμα,
άρα ποιός είχε;
-
Αγαπητέ μου κόμη, είναι πολύ
ζεστά εδώ μέσα και φοράτε πολλά.
-
-Είναι ώρα να φεύγουμε.
-Νομίζω ότι ο κερδισμένος,
-
είναι ο Φερνάντο, ο κόμης
Μοντέγκο.
-
Δεν καταλαβαίνω τι έχουν να κάνουν
αυτά με την επαγγελματική σχέση μας.
-
Ετοιμαζόμουν να σας πω.
-
Καθίστε κάτω, Μοντέγκο.
-
Είμαι ένας φιλόδοξος άντρας, Και
ξεπέρασα αυτές τις φιλοδοξίες,
-
καθαρίζοντας Βοναπαρτικούς.
-
Αλλά τώρα με το Ναπολέων
ελεύθερο, έχω, θα'λεγα,
-
ένα αγκάθι κοντά μου.
-
Κάποτε απλά μια ενόχληση,
τώρα δυνητικά θανατηφόρο.
-
Γίνε κι εσύ θανατηφόρος.
-
Είναι τέτοιο το πρόβλημα,
που δεν μπορώ να το αντιμετωπίσω εγώ.
-
Κι έτσι έχω μια πρόταση
για'σένα.
-
Πώς είναι ο πατέρας σου;
-
Ζωντανός, δυστυχώς.
-
Μοιραζόμαστε την ίδια ατυχία.
-
Θυμάσαι;
-
Γιατί είναι κλειδωμένα;
-
Απαιτώ να με βγάλετε από αυτό
το δωμάτιο αμέσως.
-
Απέδειξες ότι δεν είσαι φίλος μου.
-
Ο πατέρας σου ήταν υποστηρικτής
του Ναπολέων, σωστα;
-
Πιθανώς πήρε μέρος στην
απόδραση του Ναπολέων απ'την Έλβα.
-
Ο κατακτητής φτάνει σύντομα!
-
Μη βολικός γονιός για ένα
φιλόδοξο δημόσιο υπάλληλο.
-
Μα ύστερα πέθανε, ξαφνικά
κι ευκαιριακά δολοφονημένος,
-
και πάλι κάπου 16 χρόνια πριν.
-
Ο κατακτητής Ναπολέων.
-
Ο δολοφόνος που ποτέ δε συνελήφθη.
Πόσο σκληρά έψαξες γι'αυτόν;
-
Δεν έχεις αποδέιξεις, ούτε
μάρτυρες.
-
Έχεις μόνο θεωρίες, μόνο
υποθέσεις.
-
Το αντίθετο. Έχω τον
κόμη Μοντέγκο.
-
Τον νεαρό Μοντέγκο; Γιατι;
-
Ο γιος σου δε έχει το
κουράγιο.
-
Ο Μοντέγκο είναι αυτός που
τράβηξε τη σκανδάλη!
-
Δε θα ομολογούσε ούτε σε
χίλια χρόνια.
-
Έχεις δίκιο, δεν θα το'κανε.
-
Αλλά μόλις το'κανες εσύ.
-
Κύριε Βιλφόρ, συλλαμβάνεστε για
συνεργασία σε φόνο.
-
Θυμάσαι;
-
Δαντές;
-
Ευγένεια για έναν κύριο.
-
Δε νόμιζες ότι θα στο έκανα
εύκολο, ε;
-
Εδμόνδε;
-
Νόμιζα ότι είχαμε τελειώσει τη
συζύτηση στην άμαξα.
-
Κι εγώ το ίδιο.
-
Ώσπου συνειδητοποίησα,
πως είπες το όνομα Δαντές,
-
όνομα που ποτέ δεν
είχα αναφέρει.
-
Τι θέλετε από μένα;
-
Θέλω να ελευθερωθώ από'σένα,
-
όπως προφανώς ελευθερώθηκες
κι εσύ από'μένα.
-
Μόνο μερικές απαντήσεις, και θα
φύγω για πάντα.
-
Κάνε τις ερωτήσεις σου.
-
Πού ήσουν;
-
Δεκατρία χρόνια στο Κάστρο του Ιφ,
κι όπου αλλού μπορείς να φανταστείς.
-
Στο Κάστρο του Ιφ 13 χρόνια.
-
Υπέφερες;
-
Τελείωσες; Έχω στο μυαλό μου
μια καλή συμφωνία.
-
-Τι συνέβη μετά;
-Πολλά.
-
-Γιατι δεν ήρθες;
-ΓιατΙ δεν περίμενες;
-
Παντεύτηκες τον άντρα που
πρόδωσε...
-
Στο είπα τότε στο βράχο,
θυμάσαι;
-
Πως δεν θα βγει ποτέ απ'το
δάχτυλό μου. Και δεν βγήκε.
-
-Γιατί;
-Ξέρεις γιατί.
-
Αν ποτέ μ'αγάπησες,
-
Μη! Μη μου κλέβεις το μίσος μου.
-
Είναι ότι μου έχει μείνει.
-
Άστο να φύγει Εδμόνδε.
Άστο να φύγει.
-
Δεν ξέρω τι σκοτεινό σχέδιο
έχεις μέσα σου.
-
Ούτε ξέρω σύμφωνα με ποιο
σχέδιο μας ζήτησαν,
-
να ζήσουμε χωριστά για
16 χρόνια.
-
Μα ο Θεός
μας πρόσφερε μια νέα αρχή
-
Ο Θεός;
-
Μην διώχνεις το χέρι του.
-
Μπορώ να του ξεφύγω;
-
Όχι, Αυτός είναι στα πάντα.
-
Ακόμα και σ'ένα φιλί.
-
Κυρία μου;
-
Πού είναι ο κόμης;
-
Ο κόμης θα ήθελε να τον
συνοδεύσετε αυτό το απόγευμα.
-
-Να τον συνοδεύσω;
-Ναι.
-
Φεύγοντας από τη χώρα μαζί
με το γιο σας.
-
Θα βάλω κάποιον να σας πάει
στο σπίτι σας,
-
και θα με περιμένετε εκεί.
-
-Και τότε...
-Ευχαριστώ.
-
-Ναι, ναι, αλλά...
-Πρέπει να πακετάρω.
-
Ναι, ναι. Κυρία μου.
-
-Πού είναι ο κόμης;
-Πάνω κυρία μου.
-
Τί συμβαίνει;
-
Χρεωκόπησα. Όλα τα χρέη μου
μαζεύτηκαν.
-
-Επίσης, θα με συλλάβουν.
-Γιατί;
-
Πειρατεία, διαφθορά και φόνο.
-
-Τα έκανες όλα αυτά;
-Ναι.
-
Δεν υπάρχει άλλος χρόνος.
Οι χωροφύλακες έρχονται,
-
γι'αυτό βιάσου και πακετάρισε.
-
Δεν έρχομαι μαζί σου, Φερνάντο.
-
Είσαι η σύζυγός μου.
Τα έχω κανονίσει για μας.
-
Θα μας φροντίσουν πολύ καλά.
Πήγαινε τώρα και βρες το γιο μου.
-
-Δεν είναι γιος σου.
-Παρακαλώ;
-
Ο Άλμπερτ Μοντέγκο είναι γιος
του Εδμόνδου Δαντές.
-
Γιατί νομίζεις ότι βιάστηκα τόσο
να σε παντρευτώ;
-
Μετά τη σύλληψη του Εδμόνδου;
-
Πιο πριν.
-
Λοιπόν, είσαι απίστευτη.
-
Είναι λοιπόν ο μπάσταρδος γιος
ενός προδότη.
-
Πάντα με απογοήτευε.
-
Αντίο, Μερσέντες. Μου έδωσες
ευχαρίστηση για κάποιο διάστημα.
-
Εσύ ποτέ δεν μου
έδωσες ευχαρίστηση.
-
Τί είναι αυτό;
-
Μοντεχρήστο.
-
Δικοί σου οι βασιλιάδες,
Φερνάντο.
-
Εδμόνδε;
-
Μα πως;
-
Πώς απέδρασα;
Με δυσκολία.
-
Πώς σχεδίασα αυτή τη στιγμή;
Με ευχαρίστηση.
-
Ώστε εσύ πήρες τη Μερσέντες;
-
Και όλα τα άλλα,
εκτός από τη ζωή σου.
-
Γιατί το κάνεις αυτό;
-
Είναι περίπλοκο.
-
Ας πούμε απλά ότι είναι εκδίκηση
για τη ζωή που μου έκλεψες.
-
Βλέπω πως κάποιος σου έμαθε
το σπαθί.
-
Πώς λεγόσουν κάποτε
φίλος μου;
-
Ήμασταν φίλοι, Εδμόνδε.
-
Με έστειλες στην κόλαση.
-
Γιατι;
-
Πάρε την εκδίκησή σου.
-
Αλλά να ξέρεις ότι το αίμα που
χύνεις είναι ευγενές.
-
Αίμα που ποτέ δεν θα τρέξει
στις φλέβες σου.
-
Όσο είσαι εσύ κόμης, είμαι
εγώ εργάτης.
-
Δεν το έχεις μέσα σου.
-
-Άγγιξέ τον και θα σε σκοτώσω.
-Αγόρι, άσε με να σου εξηγήσω.
-
Πήρα εξήγηση. Συνάντησα την
κ. Βιλφορ στο δρόμο.
-
Μου'πε πως ήμουν ένας
ανόητος, αγαθιάρης που ο φίλος μου,
-
ο κόμης Μοντεχρήστος,
με χρησιμοποίησε για να μπαίνει στις ζωές μας.
-
-Άλμπερτ, άκουσέ με.
-Δεν θα το κάνω.
-
Συγχώρεσέ με που ήμουν
ανόητος, πατέρα.
-
Σε πρόδωσαν. Φυσικά σε
συγχωρώ.
-
Ήσασταν ο φίλος μου.
Σας θαύμαζα.
-
Υπάρχει μια ιστορία την
οποία δεν ξέρεις.
-
Αγαπούσε τη μητέρα σου,
αλλά εκείνη διάλεξε εμένα.
-
-Σκοπεύει να την κλέψει.
-Ψέματα! Φύγε!
-
Αγόρι, αν πρέπει θα σε σκοτώσω.
Δεν θα σταματήσω τώρα.
-
-Ούτε κι εγώ.
-Ας είναι.
-
Όχι!
-
Άλμπερτ,
-
βρήκα το σημείωμα που έγραφες
για το που ήσουν.
-
Αλλά τώρα εγώ πρέπει να σου
εξηγήσω κάτι.
-
Από που στ'αλήθεια προέχεσαι.
-
Άλμπερτ, είσαι ο γιος του
Εδμόνδου Δαντές.
-
Τον άντρα που γνωρίζεις ως
κόμη Μοντεχρήστο.
-
Λοιπόν, φοβάμαι πως είναι
αλήθεια.
-
Είσαι η ζωντανή απόδειξη ότι η
μητέρα σου ήτανε πόρνη,
-
στα νιάτα της, όπως και τώρα.
-
Εσύ...
-
Δεν κατάφερε τίποτα παρόλα
όμως, σωστά;
-
Φερνάντο, σε ικετεύω. Όχι άλλο.
-
Δεν θέλω άλλο απ'αυτό.
-
Απλά φύγε. Πες το έλεος.
-
Έλεος, Φερνάντο.
-
Έχεις μόνο μια βολή, και δε
φτάνει για να με σταματήσεις.
-
Καλά, τότε θα την ρίξω εκεί
που θα κάνει ζημιά.
-
Όχι!
-
Μητέρα! Μητέρα!
-
Ω, Θεέ μου! Ω, Θεέ μου!
Κοίτα τι έκανα! Τζάκομπο!
-
Και πάλι, Ζατάρα,
-
ο Θεός σε βλέπει με την άκρη
του ματιού του.
-
Θα ζήσει.
-
Εδμόνδε!
-
Εδμόνδε!
-
Σε παρακαλώ, μην πας έξω. Μη!
-
Εδμόνδε, μην πας.
-
Προσπάθησε. Ποτέ μην τα
παρατήσεις.
-
Ζατάρα,
πρέπει να το τελειώσεις.
-
Ακόμα κι ο ιερέας θα το
καταλάβει.
-
-Εδμόνδε! Σε παρακαλώ, μη φύγεις.
-
Πρόσεχε τη μητέρα σου.
-
Τώρα, δε μπορώ να ζήσω σ'ένα κόσμο
που εσύ έχεις τα πάντα κι εγώ τίποτα.
-
Τί συνέβη στο έλεός σου;
-
Είμαι κόμης, όχι άγιος.
-
Είχες δίκιο, ιερέα. Είχες δίκιο.
-
Αυτό το υπόσχομαι σε'σένα,
και το Θεό:
-
Όλα όσα χρησιμοποιήθηκαν για
εκδίκηση,
-
θα χρησιμοποιηθούν τώρα
για καλό.
-
Γι'συτό, αναπαύσου εν ειρήνη,
φίλε μου.
-
Λοιπόν Ζατάρα,
πονάει, ε;
-
Όχι.
-
Αγόρασα αυτό το μέρος, νομίζοντας
πως μια μέρα θα το γκρεμίσω.
-
Αλλά τώρα τα μόνα πράγματα
που με νοιάζουν,
-
φεύγουν από αυτό το νησί
μαζί μου.
-
Πάμε σπίτι.
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
Ηλίθιοι!
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced
-
Not Synced