Αυτό είναι το Χόχβεκ.
Είναι μια γειτονιά σε μια μικρή πόλη
πολύ κοντά στο Άμστερνταμ, στην Ολλανδία.
Υπάρχουν 27 σπίτια
με έξι, επτά ανθρώπους στο καθένα.
Υπάρχει ένα μικρό
εμπορικό κέντρο με εστιατόριο,
μπαρ, σούπερ μάρκετ και σύλλογος.
Υπάρχουν δρόμοι, σοκάκια κι ένα θέατρο.
Στην πραγματικότητα είναι ένα γηροκομείο.
Ένα γηροκομείο για ανθρώπους
με προχωρημένο στάδιο άνοιας
που χρειάζονται φροντίδα και υποστήριξη
όλο το εικοσιτετράωρο.
Η άνοια είναι μια τρομερή ασθένεια,
για την οποία ακόμη δεν υπάρχει θεραπεία.
Θα αποτελέσει μεγάλο
πρόβλημα για τον κόσμο,
για τους ανθρώπους, για τους πολιτικούς,
για τον κόσμο -- θα αποτελέσει
μεγάλο πρόβλημα.
Βλέπουμε ότι υπάρχουν
λίστες αναμονής για τα γηροκομεία.
Οι περισσότεροι άνθρωποι με άνοια
που έρχονται σε γηροκομεία είναι γυναίκες.
Κι αυτό συμβαίνει επειδή οι γυναίκες
έχουν συνηθίσει να φροντίζουν τους άλλους,
οπότε μπορούν να φροντίσουν
έναν σύζυγο με άνοια,
το αντίστροφο όμως δεν είναι
τόσο εύκολο για τους κυρίους.
Η άνοια είναι μια ασθένεια
που προσβάλλει τον εγκέφαλο.
Ο εγκέφαλος είναι σε σύγχυση.
Οι άνθρωποι δε γνωρίζουν πλέον
τι είναι ο χρόνος,
τι συμβαίνει, ποιος είναι ποιος.
Είναι πολύ μπερδεμένοι.
Και εξαιτίας της σύγχυσης,
γίνονται ανήσυχοι,
καταθλιπτικοί, επιθετικοί.
Αυτό είναι ένα συνηθισμένο γηροκομείο.
Εργαζόμουν σ' αυτό το 1992.
Ήμουν υπεύθυνη φροντίδας.
Συχνά μιλούσαμε για το γεγονός ότι
η δουλειά μας εκεί δεν ήταν αυτό
που θα θέλαμε για τους γονείς μας,
για τους φίλους μας, για εμάς.
Και μια μέρα, είπαμε,
«Δε θα αλλάξει τίποτα
αν απλά μιλάμε γι' αυτό.
Εμείς είμαστε υπεύθυνοι εδώ.
Πρέπει να κάνουμε κάτι γι' αυτό,
ώστε να θέλουμε να είναι
οι γονείς μας εδώ».
Το συζητήσαμε, και αυτό που
βλέπαμε καθημερινά ήταν ότι
οι άνθρωποι που ζούσαν στο γηροκομείο μας
ήταν μπερδεμένοι με το περιβάλλον,
γιατί έβλεπαν ένα νοσοκομειακό περιβάλλον,
με γιατρούς, νοσηλευτές
και προσωπικό με στολές,
και ζούσαν σε θαλάμους.
Και δεν καταλάβαιναν γιατί ζούσαν εκεί.
Έψαχναν έναν τρόπο να φύγουν.
Έψαχναν και ήλπιζαν να βρουν την πόρτα
για να γυρίσουν πάλι στο σπίτι.
Και καταλάβαμε ότι αυτό που γινόταν
σε αυτές τις συνθήκες
ήταν να δημιουργείται σε αυτούς τους
ανθρώπους με ήδη συγχυσμένο εγκέφαλο,
ακόμα μεγαλύτερη σύγχυση.
Προσθέταμε σύγχυση στη σύγχυση.
Και αυτοί οι άνθρωποι
δεν το χρειάζονταν αυτό.
Οι άνθρωποι αυτοί ήθελαν να έχουν μια ζωή,
και βοήθεια, τη δική μας βοήθεια,
ν' αντιμετωπίζουν την άνοια.
Οι άνθρωποι αυτοί ήθελαν
να ζουν σε ένα κανονικό σπίτι,
όχι σε θάλαμο.
Ήθελαν να έχουν ένα κανονικό νοικοκυριό,
να μυρίζουν το βραδινό
που μαγειρεύεται στην κουζίνα.
Να είναι ελεύθεροι να πάνε στην κουζίνα
να πάρουν κάτι να φάνε ή να πιούνε.
Αυτό χρειάζονταν αυτοί οι άνθρωποι.
Και αυτό έπρεπε να κάνουμε γι'αυτούς.
Είπαμε ότι πρέπει
να το φτιάξουμε σαν σπίτι,
όπου δε θα έμεναν με άλλους 15, 20 ή 30
όπως σ' έναν θάλαμο.
Όχι, χρειαζόταν μια μικρή ομάδα
ανθρώπων, έξι ή επτά, σαν οικογένεια.
Σαν να μένεις με φίλους.
Κι έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο
να διαλέξουμε ανθρώπους
με βάση τις ιδέες τους για τη ζωή,
έτσι ώστε να υπάρχει
δυνατότητα να γίνουν φίλοι
όταν ζούσαν μαζί.
Ρωτήσαμε τις οικογένειες όλων των ενοίκων
«τι είναι σημαντικό για τον πατέρα σου»,
«τι είναι σημαντικό για τη μητέρα σου»
«πώς είναι η ζωή τους»,
«τι είναι αυτό που θέλουν».
Καταλήξαμε σε επτά ομάδες
που τις ονομάζουμε ομάδες τρόπου ζωής.
Για παράδειγμα, έχουμε
τον επίσημο τρόπο ζωής.
Σε αυτόν τον τρόπο ζωής,
οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους
με έναν πιο επίσημο τρόπο,
πιο απόμακρο.
Η καθημερινότητα ξεκινάει
πιο αργά μέσα στη μέρα
και τελειώνει πιο αργά.
Προτιμούν την κλασσική μουσική
σε αυτόν τον τρόπο ζωής
σε σχέση με άλλους.
Και το μενού τους
είναι κυρίως γαλλική κουζίνα,
παρά παραδοσιακή ολλανδική.
(Γέλια)
Σε αντίθεση με τον τρόπο ζωής του τεχνίτη.
Αυτός είναι ένας πολύ
παραδοσιακός τρόπος ζωής
όπου ξυπνάνε νωρίς το πρωί,
κοιμούνται νωρίς το βράδυ,
γιατί έχουν εργαστεί σκληρά μια ζωή,
κυρίως σε χειρωνακτική εργασία,
πολλοί είχαν μικρές οικογενειακές
επιχειρήσεις, καλλιέργειες, μαγαζιά,
ή όπως ο Κύριος Β που ήταν εργάτης γης.
Μου είπε ότι πήγαινε κάθε πρωί στη δουλειά
με το μεσημεριανό του
σε μια χάρτινη σακούλα
κι ένα πούρο.
Αυτό το πούρο ήταν η μόνη πολυτέλεια
που μπορούσε να προσφέρει στον εαυτό του.
Μετά το μεσημεριανό,
θα κάπνιζε αυτό το πούρο.
Και μέχρι τη μέρα που πέθανε στο Χόχβεκ,
κάθε μέρα, μετά το μεσημεριανό, κάπνιζε
ένα πούρο σε αυτή τη μικρή αποθήκη.
Αυτή είναι η μητέρα μου.
Είναι του πολιτισμικού τρόπου ζωής,
μένει στο Χόχβεκ εδώ και 6 εβδομάδες.
Αυτός ο τρόπος ζωής έχει να κάνει
με ταξίδια, συναντήσεις με άλλους
ανθρώπους, άλλους πολιτισμούς,
ενδιαφέρον για τις τέχνες και τη μουσική.
Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι ζωής.
Αλλά γι' αυτά μιλήσαμε και αυτά κάναμε.
Αλλά η ζωή δεν είναι μόνο αυτό,
σε ένα σπίτι με άλλους ανθρώπους
με ίδια ενδιαφέροντα,
με τη ζωή σου, το νοικοκυριό σου.
Υπάρχουν κι άλλα πράγματα στη ζωή.
Όλοι θέλουν διασκέδαση στη ζωή
και μια ζωή με νόημα.
Είμαστε κοινωνικά όντα --
έχουμε ανάγκη μια κοινωνική ζωή.
Και αυτό κάναμε.
Θέλουμε να πάμε έξω για ψώνια,
να δούμε άλλους ανθρώπους.
Ή να πάμε σε ένα μπαρ,
να πιούμε μια μπύρα με φίλους.
Ή όπως ο κύριος Γ -- που
του αρέσει να βγαίνει κάθε μέρα
να βλέπει όμορφες γυναίκες.
(Γέλια)
Είναι πολύ ευγενικός μαζί τους,
ελπίζει σε χαμόγελα και τα παίρνει.
Χορεύει μαζί τους στο μπαρ.
Κάθε μέρα είναι γιορτή.
Υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν
να βγουν σ' ένα εστιατόριο,
να πιουν ένα κρασί με φίλους,
να βγουν για φαγητό, να γιορτάσουν τη ζωή.
Η μητέρα μου πηγαίνει βόλτα στο πάρκο,
κάθεται στο παγκάκι στον ήλιο,
ελπίζοντας να κάτσει
δίπλα της κάποιος περαστικός
και να συζητήσουν για τη ζωή
ή ακόμα και για τις πάπιες στη λίμνη.
Αυτή η κοινωνική ζωή είναι σημαντική.
Σημαίνει ότι είσαι μέλος της κοινωνίας,
ότι ανήκεις κάπου.
Αυτό είναι που χρειαζόμαστε οι άνθρωποι.
Ακόμα κι αν ζεις με
προχωρημένο στάδιο άνοιας.
Αυτή είναι η θέα από το γραφείο μου.
Μια μέρα, είδα μια κυρία
να έρχεται από τη μια μεριά
και μια άλλη από την άλλη,
και συναντήθηκαν στη γωνία.
Τις ήξερα καλά και τις δύο.
Τις έβλεπα συχνά να περπατάνε έξω.
Και κάθε τόσο, προσπαθούσα
να τους πιάσω την κουβέντα
αλλά τα λεγόμενά τους...
ήταν κάπως δύσκολα να τα κατανοήσεις.
Αλλά τις είδα να συναντιούνται, να μιλάνε,
να κάνουν χειρονομίες.
Περνούσαν καλά μαζί.
Και μετά χαιρετήθηκαν
και η καθεμιά τράβηξε το δρόμο της.
Αυτό θες από τη ζωή, να συναντάς ανθρώπους
και να είσαι μέλος της κοινωνίας.
Και αυτό το είδα να συμβαίνει.
Το Χόχβεκ έγινε ένα μέρος
όπου οι άνθρωποι με προχωρημένο
στάδιο άνοιας μπορούν να ζήσουν,
να είναι ελεύθεροι και ασφαλείς,
γιατί οι επαγγελματίες και
οι εθελοντές που δουλεύουν εκεί
ξέρουν πώς ν' αντιμετωπίσουν την άνοια.
Οι επαγγελματίες ξέρουν
πώς να κάνουν τη δουλειά τους
με έναν τρόπο που μοιάζει
τελείως φυσικός στη ζωή των ενοίκων.
Αυτό σημαίνει ότι
η διοίκηση παρέχει όλα όσα
χρειάζονται για να κάνουν τη δουλειά τους.
Χρειάζεται μια διοίκηση
που τολμά να το κάνει αυτό.
Να λειτουργεί διαφορετικά
απ' ό,τι συνήθως γίνεται
σ' ένα συνηθισμένο γηροκομείο.
Βλέπουμε ότι αυτό λειτουργεί.
Πιστεύουμε ότι κάτι τέτοιο
μπορεί να γίνει παντού,
γιατί δεν είναι για τους πλούσιους.
Το κάνουμε αυτό με τον ίδιο προϋπολογισμό
που έχει κάθε γηροκομείο στη χώρα μας.
Λειτουργούμε μόνο
με τον κρατικό προϋπολογισμό.
(Χειροκρότημα)
Γιατί έχει να κάνει με έναν
διαφορετικό τρόπο σκέψης,
με το να κοιτάς τον άνθρωπο απέναντί σου
και να βλέπεις αυτό που χρειάζεται τώρα.
Έχει να κάνει με ένα χαμόγελο,
με μια άλλη οπτική,
με το πως ενεργείς, κι αυτό δεν κοστίζει.
Και είναι και κάτι ακόμη:
Έχει να κάνει με τις επιλογές μας.
Επιλογές για το πώς
θα ξοδέψεις τα χρήματά σου.
Όπως λέω πάντα,
«Οι κόκκινες κουρτίνες είναι
εξίσου ακριβές με τις γκρι».
(Γέλια)
Είναι εφικτό, παντού.
Ευχαριστώ.
(Χειροκρότημα)