SARAH SZE:
Ο ΤΡΟΠΟΣ ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Με αφορά πολύ κάτι που θα περιέγραφα
σαν την ταλάντωση ενός εκκρεµούς.
Αφενός, μια επιθυμία να μπορούμε
να αισθανόμαστε, να αγγίζουμε
και να μυρίζουμε διάφορα υλικά.
Αφετέρου,
στο άλλο άκρο της ταλάντωσης βιώνουμε
την αποστασιοποίησή μας από τα υλικά
εξαιτίας της συνεχούς εμπλοκής μας με τις εικόνες.
Θεωρώ ότι η παρούσα σχέση μας
με τις εικόνες
διαφέρει αισθητά από οποιαδήποτε
προηγούμενη επαφή με εικόνες
γνωρίζω στην εποχή που ζω.
Και θεωρώ ότι η σχέση αυτή
αλλάζει ραγδαία από γενιά σε γενιά.
Δε γνωρίζουμε τον δημιουργό μιας εικόνας
που φτάνει σε εμάς.
Μπορούμε να τη διαχειριστούμε
και να τη στείλουμε σε άλλους.
Είναι σαν μια εικόνα-σπάραγμα.
Έχουμε εξοικειωθεί
με τη γρήγορη ανάγνωση εικόνων.
Συνεπώς όλες οι εικόνες
στην έκθεση της πινακοθήκης
είναι εικόνες που σε κάνουν να νιώθεις
ότι θα μπορούσαν να μην έχουν
χωρικές ή χρονικές συντεταγμένες.
Εικόνες τοπίων
σε εκτοξεύουν σε ένα είδος
χρονικού και γεωγραφικού απείρου.
Αλλάζουν την προσωπική αίσθηση του χρόνου,
όταν τις αντικρίζεις.
Θεωρώ, ουσιαστικά, αυτόν τον χώρο ως κόμβο
ζωγραφικής και γλυπτικής.
Στόχος μου ήταν να «εκριζώσω» ο,τιδήποτε
τυχόν αναγνωρίσιμο στο έργο μου
ώστε οι θεατές να αντικρίζουν θραύσματα
χρωμάτων και εικόνων που συναντώνται,
που περνούν από κοινά φίλτρα
και που, στη συνέχεια, αποσυντίθενται.
Όταν εισέρχεσαι στον χώρο,
αρχίζεις να βλέπεις τα αντικείμενα
ως σύνολα.
Όλες οι παρυφές των έργων
τοποθετούνται έτσι ώστε να δημιουργούν
πολύ διαφορετικές γωνίες.
Ουσιαστικά αντιλαμβάνεσαι τον χώρο
σχεδόν ως μια σύνθεση
αυτών των πλαισίων
που μοιάζουν να επιπλέουν.
Βιώνεις την εμπειρία
ενός χώρου και χρόνου,
όπου δε γνωρίζεις που αρχίζει ένα έργο
και που τελειώνει.
Αυτός είναι ο τρόπος
που βλέπουμε τον κόσμο.
Δεν βλέπουμε τα αντικείμενα
περιχαρακωμένα σε λευκά κουτιά.
Πώς μπορούμε να επικεντρωθούμε απλώς
στην πλούσια υφή των υλικών
και όχι σε ο,τιδήποτε άλλο
αναπαρίσταται μέσω του υλικού;
Πως συμπεριφέρεται το χρώμα στον χώρο;
Τι αίσθηση δημιουργεί; Πώς στεγνώνει;
Πώς προσκολλάται στις επιφάνειες;
Όταν βλέπουμε μια στοίβα από χαρτιά,
αναρωτιόμαστε τι τυχόν έχει συμβεί
στην αναπαριστώμενη εικόνα.
Αυτό είναι το κομβικό σημείο
όπου η υλική φύση της γλυπτικής
και η εικόνα, κατά την άποψή μου,
συναντώνται.
Αυτό το είδος συμπεριφοράς,
αυτό το είδος απτικότητας
και η δυναμική τους ως αξίες,
κατά τη γνώμη μου,
έτσι ενισχύονται.
Διότι συνήθως
κυριαρχεί η οπτική ψευδαίσθηση
ενώ δεν έχουμε την αίσθηση της αφής,
δεν έχουμε γεύση, δεν έχουμε όσφρηση.
Δεν έχουμε αυτού του είδους
την οικειότητα με τις εικόνες.