Μου ζητήθηκε να γυρίσω ένα έργο με τον τίτλο "Ελισάβετ".
Και μιλάμε για αυτό το σπουδαίο αγγλικό είδωλο και λέμε:
"Είναι μια υπέροχη γυναίκα, κάνει τα πάντα.
Πώς θα τη συστήσουμε στο κοινό;"
Έτσι κάναμε σύσκεψη με το στούντιο, τους παραγωγούς και τον συγγραφέα
και ήρθαν και μου είπαν: "Σεκάρ, τι πιστεύεις;"
Κι εγώ είπα: 'Νομίζω ότι χορεύει."
Και είδα ότι όλοι με κοίταξαν
και κάποιος είπε: "Μπόλιγουντ."
Ένας άλλος είπε: "Πόσο τον πληρώνουμε;"
Και ένας τρίτος είπε: "Ας βρούμε άλλον σκηνοθέτη."
Σκέφτηκα ότι έπρεπε να αλλάξω γνώμη.
Έτσι κάναμε πολλές συζητήσεις για το πως θα συστήσουμε την Ελισάβετ
και είπα "Εντάξει, ίσως παραείμαι του Μπόλιγουντ.
Μήπως η Ελισάβετ, αυτό το σπουδαίο είδωλο, να χορεύει;
Τι είναι αυτά που λέτε;"
Έτσι το ξανασκέφτηκα
και όλοι καταλήξαμε σε ομοφωνία.
Και αυτή είναι η εισαγωγή αυτού του
σπουδαίου βρετανικού ειδώλου που λεγόταν Ελισάβετ.
Λέστερ: Μπορώ να σας συνοδεύσω, κυρία μου;
Ελισάβετ: Αν σας ευχαριστεί, κύριε.
(Μουσική)
Σεκάρ Καπούρ: Κι έτσι χόρευε.
Πόσοι από όσους είδαν την ταινία δεν κατάλαβαν
ότι ήταν μια γυναίκα ερωτευμένη,
ότι ήταν εντελώς αθώα
και είδαν μεγάλη χαρά στη ζωή της και ήταν γεμάτη ζωή;
Και πόσοι από εσάς δεν το καταλάβατε;
Αυτή είναι η δύναμη της οπτικής αφήγησης,
αυτή είναι η δύναμη του χορού, αυτή είναι η δύναμη της μουσικής,
η δύναμη της άγνοιας.
Όταν ξεκινώ να σκηνοθετώ ένα έργο,
κάθε μέρα προετοιμαζόμαστε υπερβολικά, σκεπτόμαστε υπερβολικά.
Η γνώση υπερνικά τη σοφία.
Ξέρετε, οι απλές λέξεις χάνονται
στην άβυσσο της εμπειρίας.
Έτσι σκέφτομαι και λέω,
"Τι θα κάνω σήμερα;" Δεν πρόκειται να κάνω αυτό που έχω σχεδιάσει
και βάζω τον εαυτό μου σε απόλυτο πανικό.
Είναι ο τρόπος μου να διώξω τη σκέψη,
να διώξω αυτή τη σκέψη που λέει
"Ε! Ξέρεις τι κάνεις. Ξέρεις ακριβώς τι κάνεις.
Είσαι σκηνοθέτης, αυτό το κάνεις χρόνια ολόκληρα."
Έτσι πρέπει να φτάσω εκεί
και να αισθανθώ απόλυτο πανικό.
Είναι μια συμβολική κίνηση. Σκίζω το σενάριο
πανικοβάλλομαι, τρομοκρατούμαι.
Το κάνω και τώρα, μπορείτε να με δείτε. Αρχίζω να έχω άγχος,
δεν ξέρω τι να πω, δεν ξέρω τι κάνω, δεν θέλω να πάω εκεί.
Και καθώς πηγαίνω εκεί, φυσικά, ο βοηθός σκηνοθέτη μου λέει:
"Ξέρετε τι πάτε να κάνετε, κύριε." και απαντώ "Και βέβαια ξέρω."
Και οι παραγωγοί θα λένε
"Κοιτάξτε τον Σεκάρ. Είναι τόσο προετοιμασμένος."
Και μέσα μου ακούω τον Νουσράτ Φατέχ Αλί Καν
επειδή είναι χαοτικός.
Επιτρέπω στον εαυτό μου να βυθιστεί στο χάος
επειδή από το χάος ελπίζω να έρθουν κάποιες στιγμές αλήθειας.
Η προετοιμασία είναι προετοιμασία.
Δεν ξέρω καν αν είναι τίμιο.
Δεν ξέρω καν αν είναι ειλικρινές.
Η αλήθεια έρχεται εκείνη τη στιγμή, οργανικά
και αν πετύχεις πέντε σπουδαίες στιγμές
σπουδαίου, οργανικού υλικού
στην αφήγησή σου, στην ταινία σου,
την ταινία σου θα την καταλάβει το κοινό.
Έτσι ψάχνω εκείνες τις στιγμές και στέκομαι εκεί
και λέω "Δεν ξέρω τι να πω."
Και στο τέλος, σε κοιτάζουν όλοι,
200 άτομα στις επτά το πρωί
οι οποίοι έφτασαν εκεί στις επτά παρά τέταρτο κι εσύ έφτασες στις επτά
και όλοι λένε:
"Ποιο είναι το πρώτο πράγμα; Τι θα γίνει;"
Και βάζεις τον εαυτό σου σε μια κατάσταση πανικού,
όπου δεν ξέρεις και έτσι δεν ξέρεις.
Και έτσι, επειδή δεν ξέρεις
προσεύχεσαι στο σύμπαν, επειδή προσεύχεσαι στο σύμπαν
ότι κάτι - θα προσπαθήσω να πλησιάσω το σύμπαν
με τον ίδιο τρόπο που ο Αϊνστάιν - να πω μια προσευχή -
πλησίαζε τις εξισώσεις του,
την ίδια πηγή. Ψάχνω για την ίδια πηγή
επειδή η δημιουργικότητα εκπορεύεται από την ίδια ακριβώς πηγή
που διαλογίζεσαι έξω από τον εαυτό σου,
έξω από το σύμπαν.
Ψάχνεις για κάτι που έρχεται και σε χτυπάει.
Μέχρι να σε χτυπήσει, δεν μπορείς να δώσεις εσύ το πρώτο χτύπημα.
Τότε τι κάνεις;
Τότε η Κέιτ λέει "Σεκάρ, τι θέλεις να κάνω;"
Και λέω: "Κέιτ τι θέλεις να κάνεις;" (Γέλια)
"Είσαι σπουδαία ηθοποιός και θέλω να δίνω στους ηθοποιούς μου -
γιατί δεν μου δείχνεις τι θέλεις να κάνεις;"
(Γέλια)
Τι κάνω; Προσπαθώ να κερδίσω χρόνο.
Προσπαθώ να κερδίσω χρόνο.
Το πρώτο πράγμα που έμαθα για την αφήγηση
και το ακολουθώ πάντα είναι: ο Πανικός.
Ο πανικός είναι η μεγάλη πρόσβαση στη δημιουργικότητα
επειδή είναι ο μόνος τρόπος να ξεφορτωθείς τη σκέψη σου.
Ξεφορτωθείτε τη σκέψη σας.
Διώξτε την, πετάξτε την.
Και πάμε στο σύμπαν γιατί
υπάρχει κάτι εκεί έξω που είναι πιο
αληθινό από τη σκέψη σας,
που είναι πιο αληθινό από το σύμπαν σας.
[ασαφές] που το είπατε αυτό χθες. Απλά το επαναλαμβάνω
γιατί το ακολουθώ συνεχώς
για να βρω κάπου τη "σούνιατα", την κενότητα.
Από την κενότητα πηγάζει μια στιγμή δημιουργικότητας.
Αυτό κάνω λοιπόν.
Όταν ήμουν παιδί - ήμουν γύρω στα οχτώ.
Θυμάστε πως ήταν η Ινδία. Δεν υπήρχε ρύπανση.
Στο Δελχί, που ζούσαμε - το λέγαμε τσατ ή κχότα.
Η λέξη κχότα τώρα έγινε κακιά λέξη. Σημαίνει "η ταράτσα τους" --
και κοιμόμασταν έξω τα βράδια.
Στο σχολείο μαθαίναμε φυσική
και μου είπανε
ότι αν υπάρχει κάτι,
τότε αυτό μπορεί να μετρηθεί.
Αν δεν μπορεί να μετρηθεί,
τότε δεν υπάρχει.
Και τη νύχτα ξάπλωνα έξω, κοιτάζοντας τον καθαρό ουρανό,
όπως ήταν το Δελχί όταν ήμουν παιδί,
και κοιτούσα το σύμπαν και έλεγα,
"Πόσο μακριά φτάνει αυτό το σύμπαν;"
Ο πατέρας μου ήταν γιατρός.
Και σκεφτόμουν: "Μπαμπά, πόσο μακριά φτάνει το σύμπαν;"
Και είπε "Γιε μου, φτάνει στο άπειρο."
Τότε είπα "Σε παρακαλώ, μέτρησέ μου το άπειρο
γιατί στο σχολείο μου διδάσκουν
ότι αν δεν μπορώ να το μετρήσω, δεν υπάρχει.
Δεν είναι μέσα στο πλαίσιο αναφοράς μου."
Λοιπόν, πόσο μακριά φτάνει η αιωνιότητα;
Τι σημαίνει το άπειρο;
Και καθόμουν εκεί και έκλαιγα τα βράδια
επειδή η φαντασία μου δεν έφτανε εκείνη τη δημιουργικότητα.
Τι έκανα λοιπόν;
Εκείνη την περίοδο, στην τρυφερή ηλικία των επτά,
δημιούργησα μια ιστορία.
Ποια ήταν η ιστορία μου;
Και δεν ξέρω γιατί, αλλά τη θυμάμαι εκείνη την ιστορία.
Είναι ένας ξυλοκόπος
ο οποίος είναι έτοιμος να πάρει το τσεκούρι του και να κόψει ένα κομμάτι ξύλο,
και ολόκληρος ο γαλαξίας είναι ένα άτομο από εκείνο το τσεκούρι.
Και όταν εκείνο το τσεκούρι κόψει εκείνο το κομμάτι ξύλο,
θα καταστραφούν όλα
και η Μεγάλη Έκρηξη θα γίνει ξανά.
Αλλά πριν από όλα αυτά υπήρχε ένας ξυλοκόπος.
Και μετά όταν θα μου τελείωνε εκείνη η ιστορία,
θα φανταζόμουν ότι το σύμπαν του ξυλοκόπου
είναι ένα άτομο στο τσεκούρι ενός άλλου ξυλοκόπου.
Επομένως, κάθε φορά θα έλεγα την ιστορία μου ξανά και ξανά
και θα ξεπερνούσα το πρόβλημα,
και έτσι ξεπέρασα το πρόβλημα.
Πώς το έκανα; Πείτε μια ιστορία.
Τι είναι η ιστορία;
Η ιστορία είναι δική μας - όλων μας -
είμαστε οι ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας.
Σε αυτό το σύμπαν και σε αυτή την ύπαρξη,
όπου ζούμε με αυτή τη διττότητα
του αν υπάρχουμε ή όχι
και του ποιοι είμαστε,
οι ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας είναι οι ιστορίες
που καθορίζουν τις προοπτικές
της ύπαρξής μας.
Είμαστε οι ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας.
Κι αυτό είναι τόσο ευρύ όσο κοιτάμε τις ιστορίες.
Η ιστορία είναι η σχέση
που αναπτύσσεις μεταξύ του ποιος είσαι
ή ποιος είσαι δυνητικά
και του άπειρου κόσμου, και αυτή είναι η μυθολογία μας.
Λέμε τις ιστορίες μας
και ένα άτομο χωρίς ιστορία δεν υπάρχει.
Έτσι ο Αϊνστάιν είπε μια ιστορία
και ακολούθησε τις ιστορίες του και ανακάλυψε θεωρίες
και ανακάλυψε αυτές τις θεωρίες και μετά ανακάλυψε τις εξισώσεις του.
Ο Μ. Αλέξανδρος είχε μια ιστορία που του έλεγε η μητέρα του
και πήγε να κατακτήσει τον κόσμο.
Όλοι μας, οι πάντες, έχουμε μια ιστορία που ακολουθούμε.
Λέμε στον εαυτό μας ιστορίες.
Έτσι, πηγαίνω ένα βήμα παραπέρα και λέω:
"Λέω μια ιστορία, άρα υπάρχω."
Υπάρχω επειδή υπάρχουν ιστορίες
και αν δεν υπάρχουν ιστορίες, δεν υπάρχουμε.
Δημιουργούμε ιστορίες για να ορίσουμε την ύπαρξή μας.
Αν δεν δημιουργήσουμε τις ιστορίες,
πιθανώς να τρελαθούμε.
Δεν ξέρω, δεν είμαι σίγουρος, αλλά αυτό έκανα πάντα.
Τώρα, μια ταινία.
Μια ταινία διηγείται μια ιστορία.
Συχνά αναρωτιέμαι όταν γυρίζω μια ταινία - σκέφτομαι να κάνω μια ταινία για τον Βούδα
και συχνά αναρωτιέμαι: αν ο Βούδας είχε όλα τα στοιχεία
που δίνονται σε έναν σκηνοθέτη -
αν είχε μουσική, αν είχε οπτικά εφέ, αν είχε κάμερα -
θα καταλαβαίναμε καλύτερα το Βουδισμό;
Αλλά αυτό μου προσθέτει ένα βάρος.
Πρέπει να πω μια ιστορία
με πιο περίτεχνο τρόπο,
αλλά έχω τις δυνατότητες.
Λέγεται λανθάνον νόημα.
Όταν πρωτοπήγα στο Χόλιγουντ, είπαν -
μιλούσα για το λανθάνον νόημα και ο ατζέντης μου είπε:
"Θα μπορούσες να μη μιλάς για το λανθάνον νόημα;"
Και είπα: "Γιατί;" και είπε: "Επειδή κανείς δεν θα σου δώσει ταινία
αν μιλάς για λανθάνον κείμενο.
Μίλα απλά για πλοκή
και λέγε πόσο υπέροχα θα γυρίσεις την ταινία,
ποια θα είναι τα οπτικά εφέ."
Όποτε βλέπω μια ταινία
ψάχνουμε αυτό:
Ψάχνουμε μια ιστορία σε επίπεδο πλοκής,
μετά ψάχνουμε μια ιστορία
σε ψυχολογικό επίπεδο,
μετά ψάχνουμε μια ιστορία σε πολιτικό επίπεδο,
μετά ψάχνουμε μια ιστορία
σε μυθολογικό επίπεδο.
Και ψάχνω ιστορίες σε κάθε επίπεδο.
Τώρα, δεν είναι απαραίτητο
αυτές οι ιστορίες να συμφωνούν μεταξύ τους.
Το υπέροχο είναι,
πολλές φορές, ότι οι ιστορίες αντικρούουν η μία την άλλη,
Έτσι, όταν δουλεύω με τον Ραμάν, που είναι σπουδαίος μουσικός,
του λέω συχνά: "Μην ακολουθείς αυτό που λέει ήδη το σενάριο.
Βρες τι δεν λέει.
Βρες την αλήθεια για τον εαυτό σου
και όταν βρεις την αλήθεια για τον εαυτό σου,
θα υπάρχει μια αλήθεια σε αυτή, αλλά μπορεί να αντικρούει την πλοκή
αλλά μην ανησυχείς για αυτό."
Τώρα, η συνέχεια της "Ελισάβετ," η "Χρυσή Εποχή".
Όταν έκανα τη συνέχεια για την "Ελισάβετ", αυτή ήταν η ιστορία
που έλεγε ο συγγραφέας:
Μια γυναίκα που απειλούνταν
από τον Φίλιππο Β'
και πήγαινε στον πόλεμο,
και πήγαινε στον πόλεμο, ερωτεύτηκε τον Γουόλτερ Ράλεϊ.
Επειδή ερωτεύτηκε τον Γουόλτερ Ράλεϊ,
εγκατέλειπε τους λόγους που ήταν βασίλισσα,
και μετά ο Γουόλτερ Ράλεϊ
ερωτεύτηκε την κυρία επί των τιμών,
και έπρεπε να αποφασίσει αν θα ήταν μια βασίλισσα που θα πήγαινε στον πόλεμο
ή ήθελε...
Αυτή είναι η ιστορία που έλεγα εγώ:
Οι θεοί εκεί πάνω,
ήταν δύο άνθρωποι.
Ήταν ο Φίλιππος Β', ο οποίος είχε θεϊκή υπόσταση
επειδή προσευχόταν συνεχώς
και ήταν και η Ελισάβετ, η οποία είχε θεϊκή υπόσταση
αλλά όχι εντελώς θεϊκή, επειδή πίστευε ότι είχε θεϊκή υπόσταση,
αλλά μέσα της έρεε θνητό αίμα.
Αλλά αυτός με τη θεϊκή υπόσταση ήταν άδικος,
επομένως οι θεοί είπαν:
"Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι
να βοηθήσουμε τον δίκαιο."
Και έτσι βοήθησαν μόνο τον δίκαιο.
Και αυτό που έκαναν ήταν ότι έστειλαν στη Γη τον Γουόλτερ Ράλεϊ
για να χωρίσει σωματικά το θνητό
από τον πνευματικό εαυτό της.
Και ο θνητός εαυτός της ήταν το κορίτσι
για το οποίο στάλθηκε ο Γουόλτερ Ράλεϊ
και σταδιακά τη χώρισε,
κι έτσι ήταν έτοιμη να αποκτήσει θεϊκή υπόσταση.
Και οι δύο άνθρωποι με τη θεϊκή υπόσταση πολέμησαν,
και οι θεοί ήταν με την πλευρά της θείας φύσης.
Φυσικά, ο Βρετανικός τύπος αναστατώθηκε.
Είπανε: "Νικήσαμε την Αρμάδα."
Αλλά εγώ είπα: "Αλλά η καταιγίδα νίκησε την Αρμάδα."
Οι θεοί έστειλαν την καταιγίδα."
Τι έκανα τότε;
Προσπαθούσα να βρω ένα μυθικό λόγο
για να κάνω την ταινία.
Φυσικά όταν ρώτησα την Κέιτ Μπλάνσετ, είπα "Τι πραγματεύεται η ταινία;"
Και εκείνη απάντησε: "Η ταινία είναι για μια γυναίκα
που συμβιβάζεται με το γεγονός ότι μεγαλώνει."
Ψυχολογικό.
Ο συγγραφέας είπε: "Πρόκειται για ιστορία, πλοκή".
Εγώ είπα: "Πρόκειται για μυθολογία,
για τους θεούς."
Θα σας δείξω μια ταινία -
ένα απόσπασμα από εκείνη την ταινία -
και πως μια κάμερα -
αυτή είναι μια σκηνή, όπου στο μυαλό μου
ήταν στα βάθη της θνητότητας.
Ανακάλυπτε τι σημαίνει πραγματικά η θνητότητα
και αν είναι στα βάθη της θνητότητας,
τι πραγματικά συμβαίνει.
Και αναγνωρίζει τους φόβους της θνητότητας
και γιατί πρέπει να απομακρυνθεί από τη θνητότητα.
Θυμηθείτε, στην ταινία, για εμένα
αυτή και η κυρία επί των τιμών
ήταν μέρη του ίδιου σώματος,
του θνητού εαυτού
και του πνευματικού εαυτού.
Μπορούμε λοιπόν να έχουμε το απόσπασμα;
(Μουσική)
Ελισάβετ: Μπες;
Μπες;
Μπες Θροκμόρτον;
Μπες: Εδώ είμαι κυρία μου.
Ελισάβετ: Πες μου, είναι αλήθεια;
Περιμένεις παιδί;
Περιμένεις παιδί;
Μπες: Ναι, κυρία μου.
Ελισάβετ: Προδότρια.
Τολμάς να κρατάς μυστικά από μένα;
Ζητάς την άδειά μου πριν ζευγαρώσεις,
πριν γεννήσεις.
Οι σκύλες μου φοράνε τα κολάρα μου.
Με ακούς; Με ακούς;
Γουόλσινχαμ: Μεγαλειοτάτη. Σας παρακαλώ, αξιοπρέπεια. Έλεος.
Ελισάβετ: Δεν είναι ώρα για έλεος, Γουόλσινχαμ.
Πήγαινε στον αδελφό σου τον προδότη και άσε με ήσυχη.
Είναι δικό του;
Πες μου. Πες το. Το παιδί είναι δικό του; Είναι δικό του;
Μπες: Ναι.
Κυρία μου,
είναι το παιδί του συζύγου μου.
Ελισάβετ: Σκύλα (Φωνές)
Ράλεϊ: Μεγαλειοτάτη.
Αυτή δεν είναι η βασίλισσα που αγαπώ και υπηρετώ.
Ελισάβετ: Αυτός ο άνδρας ξελόγιασε μια προστατευόμενη της βασίλισσας
και την παντρεύτηκε χωρίς βασιλική έγκριση.
Αυτές οι προσβολές τιμωρούνται από το νόμο. Συλλάβετέ τον.
Πηγαίνετε.
Δεν έχεις πλέον την προστασία της βασίλισσας.
Μπες: Όπως επιθυμείτε, Μεγαλειοτάτη.
Ελισάβετ: Βγες έξω! Βγες έξω! Βγες έξω!
Βγες έξω.
(Μουσική)
Σεκάρ Καπούρ: Τι προσπαθώ να κάνω εδώ;
Η Ελισάβετ συνειδητοποίησε
και έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο
με το αίσθημα της ζήλιας της,
το αίσθημα της θνητότητάς της.
Τι κάνω με την αρχιτεκτονική;
Η αρχιτεκτονική λέει μια ιστορία.
Η αρχιτεκτονική λέει μια ιστορία
για το πώς, παρόλο που είναι η πιο ισχυρή γυναίκα
στον κόσμο εκείνη τη στιγμή,
υπάρχει κάτι άλλο, η αρχιτεκτονική είναι μεγαλύτερη.
Η πέτρα είναι μεγαλύτερη από αυτή επειδή η πέτρα είναι οργανική.
Θα ζήσει περισσότερο από αυτήν.
Επομένως σας λέει, για μένα, η πέτρα είναι μέρος του πεπρωμένου της.
Όχι μόνο αυτό, γιατί η κάμερα κοιτάζει χαμηλά;
Η κάμερα κοιτάζει χαμηλά επειδή είναι στον πάτο.
Είναι στον απόλυτο πάτο
του αισθήματος ότι είναι θνητή.
Εκεί είναι που πρέπει να βγάλει τον εαυτό της
από τα βάθη της θνητότητας,
να έρθει, να απελευθερώσει το πνεύμα της.
Και τότε είναι η στιγμή που, στο μυαλό μου,
η Ελισάβετ και η Μπες είναι το ίδιο πρόσωπο.
Αλλά εκείνη είναι η στιγμή
που αφαιρεί χειρουργικά τον εαυτό της από αυτό.
Επομένως η ταινία λειτουργεί
σε πολλαπλά επίπεδα σε εκείνη τη σκηνή.
Και το πως διηγούμαστε ιστορίες
οπτικά, με μουσική, με ηθοποιούς
και σε κάθε επίπεδο είναι διαφορετική αίσθηση
και μερικές φορές αντικρούονται το ένα με το άλλο.
Πώς τα ξεκινώ όλα αυτά;
Ποιά είναι η διαδικασία αφήγησης μιας ιστορίας;
Πριν από περίπου 10 χρόνια
άκουσα κάτι από έναν πολιτικό,
και όχι πολιτικό που έχαιρε μεγάλου σεβασμού στην Ινδία.
Και είπε ότι οι άνθρωποι στις πόλεις,
με ένα τράβηγμα στο καζανάκι, καταναλώνουν τόσο νερό
όσο εσείς, οι άνθρωποι σε αγροτικές περιοχές,
δεν παίρνετε για την οικογένειά σας για δύο μέρες.
Αυτό με άγγιξε και είπα: "Είναι αλήθεια."
Πήγα να δω ένα φίλο μου
και με ανάγκασε να περιμένω
στο διαμέρισμά του στο λόφο Μαλαμπάρ
στον εικοστό όροφο,
η οποία είναι μια πραγματικά, πραγματικά ακριβή περιοχή στο Μουμπάι.
Και έκανε ντους για 20 λεπτά.
Βαρέθηκα και έφυγα και καθώς οδηγούσα
πέρασα από τις τις φτωχογειτονιές της Βομβάης,
όπως κάνετε πάντα,
και είδα ουρές και ουρές στον καυτό μεσημεριανό ήλιο
γυναικών και παιδιών με κουβάδες
που περίμεναν το βυτιοφόρο
να έρθει και να τους δώσει νερό.
Και μια ιδέα άρχισε να αναπτύσσεται.
Πώς λοιπόν αυτό γίνεται ιστορία;
Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι οδεύουμε στην καταστροφή.
Έτσι η επόμενη ταινία μου ονομάστηκε "Παανί"
που σημαίνει νερό.
Και τώρα, πέρα από τη μυθολογία του,
ξεκινώ να δημιουργώ έναν κόσμο.
Τι είδους κόσμο δημιουργώ
και από που έρχεται η ιδέα, ο σχεδιασμός της;
Έτσι, στο μυαλό μου, στο μέλλον,
άρχισαν να δημιουργούνται "γέφυρες".
Καταλαβαίνετε τη σημαίνει "γέφυρες"; Ναι;
Άρχισαν να δημιουργούνται γέφυρες
για να φτάσω από το Α στο Β γρηγορότερα,
αλλά ουσιαστικά πήγαιναν από μια περιοχή με σχετικό πλούτο
σε μια άλλη περιοχή με σχετικό πλούτο.
Και μετά αυτό που έκαναν
ήταν να δημιουργήσουν μια πόλη πάνω από τις γέφυρες.
Και οι πλούσιοι μεταφέρθηκαν στην πάνω πόλη
και άφησαν τους φτωχότερους στις χαμηλότερες πόλεις,
περίπου το 10 με 12 τοις εκατό των ανθρώπων
είχε μετακινηθεί στην πάνω πόλη.
Τώρα, από που έρχεται η πάνω και η κάτω πόλη;
Υπάρχει μια μυθολογία στην Ινδία για -
όπου λένε, και θα το πω στα Χίντι,
[Χίντι]
Σωστά. Τι σημαίνει αυτό;
Λέει ότι οι πλούσιοι πάντα κάθονται στους ώμους
και επιβιώνουν στους ώμους των φτωχών.
Άρα η πάνω και η κάτω πόλη προέρχονται από εκείνη τη μυθολογία.
Άρα ο σχεδιασμός έχει μια ιστορία.
Και τώρα, αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι άνθρωποι της πάνω πόλης
"ρουφάνε" όλο το νερό.
Θυμηθείτε τι λέξη είπα, "ρουφάνε".
Ρουφάνε όλο το νερό, το κρατάνε για τον εαυτό τους
και δίνουν σταγόνες στην κάτω πόλη.
Και αν προκύψει καμία επανάσταση, κόβουν το νερό.
Και επειδή η δημοκρατία ακόμα υπάρχει
υπάρχει δημοκρατικός τρόπος να πεις:
"Λοιπόν, αν μας δώσεις ό,τι θέλουμε, θα σου δώσουμε νερό."
Ωραία, ο χρόνος μου τελείωσε.
Αλλά μπορώ να συνεχίσω να σας λέω
πώς εξελίσσουμε τις ιστορίες
και πώς οι ιστορίες είναι στην ουσία αυτοί που είμαστε
και πώς μεταφράζονται στο συγκεκριμένο αντικείμενο
που ακολουθώ, που είναι οι ταινίες.
Αλλά τελικά, τι είναι η ιστορία; Είναι μια αντίθεση.
Τα πάντα είναι μια αντίθεση,
Το σύμπαν είναι μια αντίθεση.
Και όλοι μας διαρκώς αναζητούμε την αρμονία.
Όταν ξυπνάτε, η νύχτα και η μέρα είναι μια αντίθεση.
Αλλά ξυπνήστε στις 4 π.μ.
Αυτή η πρώτη απόχρωση του μπλε είναι όπου η νύχτα και η μέρα
προσπαθούν να βρουν την αρμονία μεταξύ τους.
Η αρμονία είναι οι νότες που ο Μότσαρτ δεν σας έδωσε,
αλλά με κάποιο τρόπο η αντίθεση των νοτών συνιστά αυτό.
Όλες οι αντιθέσεις των νοτών του συνιστούν την αρμονία.
Είναι το αποτέλεσμα της αναζήτησης της αρμονίας
στην αντίθεση που υπάρχει στο μυαλό ενός ποιητή,
μια αντίθεση που υπάρχει στο μυαλό ενός αφηγητή.
Στο μυαλό ενός αφηγητή, είναι μια αντίθεση ηθών.
Στο μυαλό ενός ποιητή, είναι μια σύγκρουση λέξεων,
στο μυαλό του σύμπαντος, μεταξύ μέρας και νύχτας.
Στο μυαλό ενός άνδρα και μιας γυναίκας,
κοιτάμε συνεχώς την
αντίθεση μεταξύ αρσενικού και θηλυκού,
ψάχνουμε για την αρμονία μέσα τους.
Όλη η ιδέα της αντίθεσης,
αλλά η παραδοχή της αντίθεσης
είναι η αφήγηση της ιστορίας, όχι η επίλυση.
Το πρόβλημα με μεγάλο μέρος της αφήγησης στο Χόλιγουντ
και πολλών έργων, και καθώς [ασαφές] έλεγε αυτό,
ότι προσπαθούμε να επιλύσουμε την αντίθεση.
Η αρμονία δεν είναι επίλυση.
Η αρμονία είναι η ένδειξη ενός πράγματος
που είναι πολύ μεγαλύτερο από την επίλυση.
Η αρμονία είναι η ένδειξη ενός πράγματος
το οποίο είναι και οικείο και οικουμενικό
που ανήκει στην αιωνιότητα και στη στιγμή.
Η επίλυση είναι κάτι πολύ πιο περιορισμένο.
Είναι πεπερασμένη; η αρμονία είναι άπειρη.
Έτσι, η αφήγηση, όπως και όλες οι αντιθέσεις στο σύμπαν,
αναζητά την αρμονία και το άπειρο
σε ηθικά ζητήματα, επιλύοντας το ένα, αλλά αφήνοντας το άλλο,
αφήνοντας το άλλο και δημιουργώντας ένα πολύ σημαντικό ερώτημα.
Σας ευχαριστώ πολύ.
(Χειροκρότημα)