0:00:14.941,0:00:34.917 Κώστας Βάρναλης[br]Η αληθινή απολογία του Σωκράτη 0:00:38.654,0:00:41.668 Το πώς γεννήκανε τα πραμματα 0:00:41.838,0:00:43.642 Όσο μιλούσαν οἱ κατηγόροι 0:00:43.642,0:00:46.646 (ὁ Μέλητος μὲ τὴν ψιλὴ φωνὴ[br]καὶ τὰ γυναικίστικα κουνήµατα, 0:00:46.646,0:00:48.175 νεβρικὸς σὰν ἀηδόνι 0:00:48.175,0:00:51.380 ὁ "Ανυτος μὲ τὰ μεγάλ᾽ ἀφτιὰ χαὶ τὰ[br]ρουθούνια γιοµάτα τρίχες' 0:00:51.380,0:00:54.256 ὁ Λύκων μὲ τὰ στενὰ κροτάφια[br]καὶ τὴ θολὴ ματιά), 0:00:54.256,0:00:58.601 οἱ δικαστάδες καθισµένοι κατάχαµα,[br]σταβροπόδι κι ἀνακούρκουδα, 0:00:58.601,0:01:02.746 μασουλούσανε πασατέµπο καὶ φτιούσανε[br]τὰ τσόφλια στὸ σβέρκο τοῦ µπροστινοῦ. 0:01:02.746,0:01:06.941 Οἱ πιὸ πολλοὶ ξαπλωμένοι δίπλα καὶ[br]κάνοντας µαξιλάρι τὰ παπούτσια τους 0:01:06.941,0:01:08.660 ρουχαλίζανε ρυθμικά. 0:01:08.942,0:01:12.119 Κι ὁ Σωκράτης κοίταζε ψηλὰ τὸν ἀνοιξιάτικο[br]οὐρανὸ 0:01:12.119,0:01:15.949 καὶ κάπου κάπου σιγότριβε τὸ ζερβί του[br]γόνα, ποὺ τόνε σουγλοῦσε. 0:01:15.949,0:01:21.222 Μ᾽ ὅλο τὸ σούσουρο, ποὺ γινότανε, μ᾿ ὅλη[br]τὴ βόχα, ποὺ βγάζανε τόσα ξαναµένα κορμιὰ 0:01:21.222,0:01:25.092 καὶ χαλασμένα στοµάχια, τὰ κατάφερνε[br]ν᾿ ἀκούει τὰ χαρούμενα πουλιά, 0:01:25.092,0:01:29.354 ποὺ τιτιβίζανε στὰ τριγυρινὰ πέφκα[br]καὶ νὰ ὀσμίζεται τὸ µυρωδιὰ τῆς ρετσίνας, 0:01:29.354,0:01:32.980 του σκίνου και τοῦ θυμαριού,[br]που ανάδινεν η χέρσα Γῆς. 0:01:36.607,0:01:40.642 Αμα τελειώσαν οἱ κατηγόροι,[br]γίνηκε μεμιὰς βαθύτατη σιωπή, 0:01:40.912,0:01:44.239 λὲς καὶ βούλιαξε ὁ τόπος μὲ τὰ κοτρώνια,[br]τὰ δέντρα καὶ τοὺς ἀνθρώπους 0:01:44.239,0:01:48.460 µέσα σὲ μιὰν ἀτέλειωτη πηγάδα καὶ[br]τοὺς σκέπασε ὅλους τὸ νερό, δυὸ µπόγια. 0:01:49.858,0:01:53.548 Κρατώντας ολοι την ἀνάσα τους χαρφώσανε[br]τὰ μάτια πάνου στὸ Σωκράτη 0:01:53.759,0:01:58.110 περίεργοι νὰ ἰδούνε μὲ τί τσαλίµια[br]θὰ προσπαθοῦσε νὰ τουµπάρει τὸ Νόμο. 0:01:58.832,0:02:02.101 Άμα σταματήσει ο μύλος τα μεσάνυχτα,[br]ξυπνάει ὁ µυλωνάς. 0:02:02.637,0:02:06.460 Ὁ Σωκράτης, μ᾿ όλη τὴ σιωπή, που τον[br]ἔσφιξε µονοχόµατη κι ἀπὸ παντού, 0:02:06.460,0:02:08.462 µήτε ξύπνησε, µήτε κουνήθηκε. 0:02:09.198,0:02:14.796 Κάποιος τότε μαθητὴς τόνε τράβηξε από το[br]µανίκι: «Δάσκαλε η σειρά σου». 0:02:15.801,0:02:19.902 Μονάχα τότε ὁ Δάσκαλος γύρισε κ᾿ είδε[br]σαστισµένος όλο κείνο τ᾽ ἀνθρωπομάνι. 0:02:19.902,0:02:24.470 Δυσκολέφτηχε νὰ θυμηθεί, πὼς πεντακόσια[br]θεριά τὸν είχανε ζώσει ἀγριεμένα. 0:02:25.267,0:02:30.001 Χαμογέλασε πειραχτιχὰ µέσα στὰ πηχτά του[br]τὰ γένια, µισοσηκώθηκε μιὰ στιγμὴ 0:02:30.001,0:02:32.706 και κοιτάζοντας απάνου στο τραπέζι[br]τα δυο τσουκάλια 0:02:32.706,0:02:37.212 (τὸ ένα χαλκωματένιο και τ άλλο ξύλινο)[br]σοβαρά και τα δυο και κατσουφιασμένα, 0:02:37.212,0:02:41.068 λες κ᾿ είχανε ψυχή καὶ τόνε µισούσανε[br]κι ἀφτά, μουρμούρισε: 0:02:41.802,0:02:45.506 «Κ’ ἐγὼ περίμενα σείς, ω άντρες᾿Αθηναίοι,[br]ν᾿ἀπολογηθεῖτε. 0:02:46.428,0:02:49.947 Ξανακάθισε κι άρχισε πάλε[br]νὰ τρίβει τὸ ζερβί του γόνα. 0:02:51.994,0:02:54.814 Οἱ δικαστάδες θυµώσανε[br]μὲ τ᾽ ἄπρεπο φέρσιμο 0:02:54.814,0:02:57.509 και κοιταχτήκανε γρήγορα γρήγορα[br]συναμεταξύ τους. 0:02:58.019,0:03:01.684 Τους ζεµάτιζε τόσες ώρες[br]ο κατάκορφος ήλιος με την ἐλπίδα, 0:03:01.684,0:03:05.049 το πὼς θὰ γουστάρανε στο τέλος[br]μ᾿ ἀφτόνε το γερογρουσούζη. 0:03:05.481,0:03:07.443 Θὰ τόνε βλέπαν άσοφο καὶ ταπεινωµένο 0:03:07.443,0:03:10.779 μπροστά στο Νόμο[br]τὸν ἀψηλομέτωπο και παντογνώστη. 0:03:11.071,0:03:13.240 Και νὰ τώρα πού τοὺς χαλούσε τὸ κέφι. 0:03:13.785,0:03:17.302 Μὰ πιὸ πολύ περιφραχτήκανε, πού[br]καταφρόνεσε τέτοιαν ώρα 0:03:17.302,0:03:22.317 τὸ μεγαλύτερο αγαθό της δημοκρατίας: πρώτα[br]ν᾿ἀπολογιέσαι κ’ ύστερα νὰ σὲ κόβουνε. 0:03:22.751,0:03:25.404 Κι όπως, άμα δέρνεις ἕνα παιδί[br]κι ἀφτὸ δὲν κλαίει, 0:03:25.404,0:03:29.296 πεισματώνεσαι και τὸ δέρνεις περισσότερο,[br]ἔτσι χι ἀφτοὶ πεισµατωθήκανε 0:03:29.296,0:03:31.795 και γιὰ νὰ τὸν κάνουνε νὰ νιώσει[br]τὴ δύναμη τοὺς, 0:03:31.795,0:03:36.126 τόνε βγάλανε με την πρώτη τους ψηφοφορία[br]φταίχτη και στα τρία κακουργήματα, 0:03:36.126,0:03:38.749 πού τον κατηγόρησαν[br]οἱ τρείς πολεμάρχοι τῆς ᾿Αρετής. 0:03:39.512,0:03:42.994 'Ο Σωκράτης, σαν άκουσε τὴν απόφαση τους,[br]έκανε: χμ. 0:03:43.574,0:03:46.672 Κι άμα τόνε ρωτήξανε κατόπι[br](σύµφωνα με το Νόμο), 0:03:46.672,0:03:51.762 ποιὰν τιμωρία διαλέγει, θάνατο γιὰ εξορία,[br]κούνησε τὴ φαράκλα του δώθε κείθε 0:03:51.762,0:03:53.426 και δεν απάντησε τίποτα. 0:03:53.984,0:03:58.120 Τότες ο κλητήρας ζύγωσε και του το[br]ξαναφώναξε δυνατά µέσα στ᾽αφτιά του. 0:03:58.802,0:04:04.322 Ο Σωκράτης, θέλοντας και μη, σηκώθηκε[br]πάλε βαριεστισµένα και τους είπε: «Δε λέω, 0:04:04.322,0:04:08.849 κ'οἱ δυό σας τιμωρίες εἶναι και δίκαιες[br]και συφερτικές γιὰ μένα και γιὰ σας. 0:04:08.849,0:04:11.478 Ὅμως ἐγώ θα προτιμούσα μιὰν τρίτη». 0:04:12.248,0:04:15.396 «Ποιάνε; ποιάνε;» φώναξαν ούλοι χαρούμενα. 0:04:15.396,0:04:18.460 «Είτε σας εβεργέτησα είτε σᾶς ζήμιωσα 0:04:18.460,0:04:21.891 να με βάλετε τώρα, που γέρασα,[br]στο Τεμπελχανιὀ. 0:04:21.891,0:04:25.928 Έτσι και σεις θ'ασφαλιστείτε από µένα[br]κ’ εγώ θα ξεκουραστώ από σάς. 0:04:26.396,0:04:28.413 Και ν᾿ἀφήνετε κάθε πρωί στην πόρτα µου 0:04:28.413,0:04:30.828 (χωρίς να με βλέπετε[br]και χωρίς νὰ σᾶς βλέπω) 0:04:30.828,0:04:34.124 ζεστές κι αφράτες ἐκείνες[br]τις ὡραίες µελόπιτες, 0:04:34.124,0:04:37.552 που δίνετε τόσους αἰώνες ἐβλαβικά[br]στο άγιο φίδι τού Ηρεχθείου, 0:04:37.552,0:04:38.946 τον γιό τῆς Παρθένας. 0:04:39.524,0:04:43.880 Γιατί θαρρώ, πως ἐγώ σας έκανα[br]και περισσότερο καλό και λιγότερο κακό 0:04:43.880,0:04:46.713 παρὰ κάθε λογής θεϊκό ζωντόβολο». 0:04:49.116,0:04:53.524 Οἱ δικαστάδες, ἀπελέκητοι χωριάτες, πού[br]με το παραµικρὸ βλαστημούσανε τὰ θεία, 0:04:53.524,0:04:55.237 γελάσανε μ᾿όλη την καρδιά τους, 0:04:55.237,0:04:57.776 σαν ακούσανε τ᾽αναπάντεχο τούτο χωρατό[br]του Σωκράτη. 0:04:57.776,0:05:01.755 Και περιμέναμε να τους πει κι άλλα. [br]Και κείνος σε λίγο: 0:05:02.345,0:05:05.041 «Κι ἀφού κάνω τη σωστότερη,[br]καθώς φαίνεται, κρίση, 0:05:05.043,0:05:07.962 ἐγώ ταιριάζει να πάρω και τους μιστούς[br]ὁλωνώνε σας». 0:05:08.697,0:05:12.931 Πωπώ! τί γένηκε τότες![br]Οἱ δικαστάδες λυσσάξανε. 0:05:12.931,0:05:16.176 Άλλοι σηκώσανε τα μπαστούνια,[br]ἄλλοι αρπάξανε πέτρα 0:05:16.176,0:05:19.588 κι άλλοι χυμήξανε πάνου στα κάγκελα[br]μὲ τὰ δέκα νύχια μπροστά 0:05:19.588,0:05:22.282 για να τον ξεσχίσουνε[br]κι όλοι φωνάζανε µαζί, 0:05:22.282,0:05:23.952 ποὺ δεν ξεχώριζες λέξη. 0:05:24.401,0:05:28.573 ᾽Ακούς εκεί ναν τους ζητάει[br]τους τρεις οβολούς, τον τίµιο κόπο τους. 0:05:29.018,0:05:32.370 Γι' ἀφτὸ λοιπόν αφήσανε τις δουλειές τους[br]νοικοκυρέοι ανθρώποι 0:05:32.370,0:05:35.328 και χασοµερίσαν όλη µέρα[br]γιὰ νὰ διαφεντέψουνε την πατρίδα; 0:05:36.024,0:05:39.500 Και δεν είτανε δα για τα λεφτά... [br]μα τους ζητούσε νὰ παρανομήσουν. 0:05:39.981,0:05:41.972 Και να θέλανε, δεν είχανε µήτε ἀφτοὶ 0:05:41.972,0:05:46.235 το δικαίωμα να χαρίσουνε το µιστό τους,[br]µήτε κ᾿η πολιτεία να τους τόνε στερήσει... 0:05:46.235,0:05:52.010 Μωρέ τούτος είναι μπὶτ ξετσίπωτος[br]κι άθεος και προδότης! Καλά και θα ιδεί! 0:05:53.020,0:05:56.777 Για τούτο, μια κι ο ίδιος ο Σωκράτης[br]δε διάλεγε τε είδος της τιμωρίας του, 0:05:56.777,0:06:00.305 τόνε καταδικάσαν αφτοί,[br]με τη δεύτερη Ψηφοφορία τους 0:06:00.305,0:06:03.227 (πάλε σύµφωνα με το Νόμο)[br]να πιει το φαρμάκι. 0:06:04.428,0:06:08.253 Τότες ίσα ίσα λαμποκόπησε ὁλάκερος[br]απὸ κέφι και δύναμη. 0:06:08.413,0:06:11.754 Απλὸς και σβέλτος, καθὼς τόνε ξέραν[br]οἱ περισσότεροι στα µεθύσια του, 0:06:11.754,0:06:14.883 στους καβγάδες και στον πόλεμο,[br]στάθηκε στέρεα στο βήμα 0:06:14.883,0:06:18.606 και µισοκλείνοντας τα πονηρά του μάτια[br]τους είπε σιγά σιγά τούτα, 0:06:18.606,0:06:20.595 ποὺ μέλλει ν'ακουσετε παρακάτου. 0:06:23.195,0:06:26.599 Οι τάχατες «απολογίες», που του γράψανε,[br]φίλοι και µαθητάδες, 0:06:26.739,0:06:31.010 όλες είναι πλάσματα της φαντασίας τους,[br]µικρόλογες προσπάθειες ν᾿ ἀποδείξουνε, 0:06:31.010,0:06:33.963 πως ο Σωκράτης είταν ἀθώος,[br]ο Νόμος είτανε δίκαιος 0:06:33.963,0:06:38.020 κ' οι δικαστάδες ντόµπροι και τίµιοι[br]Αθηναίοι,που κάνανε... λάθος· 0:06:38.588,0:06:43.462 και µονάχοι φταίχτες οἱ τρείς παλιανθρώποι[br]που τόνε κατατρέξανε το ζάβαλη. 0:06:43.502,0:07:06.828 Το πώς γενήκανε τα πράματα 0:07:17.735,0:07:30.526 Η αληθινή απολογία του Σωκράτη[br]ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ 0:07:31.146,0:07:34.254 ΤΙ ΩΡΑ είναι;… Περασμένο μεσημέρι!… 0:07:35.516,0:07:38.158 Έξι σωστές ωρούλες[br]και δεν άκουσα τίποτα! 0:07:38.627,0:07:41.106 Τα χρόνια, βλέπετε, μου βαρύνανε την ακοή… 0:07:41.932,0:07:43.716 Αν ο Δυσσέας είχε το κουσούρι μου, 0:07:43.716,0:07:46.527 δε θα κόπιαζε να καλαφατίσει[br]τ’ αυτιά του με κερί 0:07:46.527,0:07:48.551 και να δεθεί στο κατάρτι[br]για να μην ακούσει 0:07:48.551,0:07:50.364 το ηδονικό τραγούδι του θανάτου. 0:07:51.205,0:07:55.283 Αγκαλά (μια και το ’φερε η κουβέντα)[br]ο θάνατος αντιλάλησε βαθύτερα 0:07:55.283,0:07:58.435 μέσα στην ψυχή του, κι ύστερα τον άκουγε[br]σ’ όλη του τη ζωή. 0:07:58.953,0:08:03.614 Μα και να ’χα δέκ’ αυτιά κι όλα γερά,[br]πάλε δε θα μπορούσα ν’ ακούσω 0:08:04.109,0:08:07.391 Τα ’χασα μπροστά στο μεγάλο[br]και φανταχτερό σας πλήθος. 0:08:07.784,0:08:10.044 Μου φαινότανε πως ήμουνα στον άλλον κόσμο 0:08:10.044,0:08:13.276 και με δικάζανε πεθαμένον[br]πεντακόσοι Πλούτωνες. 0:08:13.714,0:08:15.909 Γι’ αυτό και χαμογελούσα ταπεινά. 0:08:16.397,0:08:19.405 Ήταν από φόβο, σαστισμάρα και βλακεία! 0:08:19.774,0:08:24.344 Α!… νιώθω να λαχταρίζει μέσα στην ψυχή μου[br]το πατριωτικό μου φιλότιμο. 0:08:24.735,0:08:27.069 Έχω κι εγώ τις μεγάλες αυτές αρετές! 0:08:27.458,0:08:29.981 Κι αληθινά, όπου ριζοβολήσει[br]τούτ’ η Τριάδα 0:08:30.321,0:08:32.193 (βλακεία, σαστισμάρα και φόβος) 0:08:32.193,0:08:35.676 εκεί κι ο Νόμος έχει δύναμη[br]κι ο λαός είν’ ευτυχισμένος. 0:08:36.269,0:08:40.279 Λοιπόν, δεν άκουσα τίποτα,[br]γιατί ’χε σταματήσει το μυαλό μου. 0:08:40.471,0:08:44.868 Άλλοτε συνήθιζε να ταξιδεύει πολύ μακριά,[br]σε μια χώρα ξωτική, 0:08:44.868,0:08:47.736 που μήτε πουλί μήτε πλεούμενο[br]τηνε ζύγωσε ποτές, 0:08:47.736,0:08:49.535 γιατί δεν υπάρχει πουθενά. 0:08:49.998,0:08:53.501 Εκείθες ματαγύριζε πάντα[br]γιομάτο βουητά και θάμπη 0:08:53.501,0:08:55.241 και πόνους αβάσταγους. 0:08:55.780,0:08:58.847 Ήταν η χώρα των Ιδεών, ω άντρες Αθηναίοι! 0:08:59.220,0:09:02.929 Κι όποιος μπει σ’ αυτήνε μια φορά[br]παθαίνει το δυστύχημα του Τειρεσία, 0:09:02.929,0:09:07.025 που είδε την Παλλάδα κατάγυμνη.[br]Στραβώνεται για πάντα! 0:09:08.051,0:09:11.602 Μα τώρα τελευταία το μυαλό μου[br]φέρνεται σαν τα μουλάρια 0:09:11.602,0:09:14.265 που βρίσκονται ξαφνικά μπροστά[br]σ’ ολόρθο γκρεμόν 0:09:14.265,0:09:16.337 ή πάνου σε σάπιο γεφύρι. 0:09:16.617,0:09:19.515 Κωλώνει, καρφώνεται, πεισματώνει 0:09:19.515,0:09:22.632 και δε θέλει να κάνει μισή πιθαμή[br]πέρ’ από τη μύτη μου. 0:09:22.919,0:09:26.156 Και μ’ αναγκάζει να σκύβω[br]να κοιτάζω τη μύτη μου! 0:09:26.492,0:09:31.539 Ολάκερος κόσμος! Απεραντοσύνη[br]της ασκήμιας, ήγουν της αλήθειας! 0:09:31.941,0:09:36.737 Με πιάνει ζάλη και τα μελίγγια μου[br]χτυπάνε σα σφυριά. Παράξενο πράμα! 0:09:37.063,0:09:41.423 Βλέπουμε θεούς, ιδέες, ονείρατα,[br]περασμένα, μελλούμενα, 0:09:41.544,0:09:44.822 και δε βλέπουμε τη μύτη μας,[br]ω άντρες Αθηναίοι! 0:09:45.201,0:09:47.979 Τώρα καταλαβαίνω πως αληθινά σοφός είναι 0:09:47.979,0:09:51.238 εκείνος που καταφέρνει να τηνε ιδεί[br]και να την καταλάβει. 0:09:51.685,0:09:54.709 Κι εγώ μήτε την είχα ποτές υποψιαστεί[br]πως υπάρχει, 0:09:54.976,0:09:57.752 κι ας με πειράζαν όλοι[br]πως ήτανε πλατσουκωτή 0:09:57.752,0:09:59.654 σαν της μαϊμούς και του τράγου. 0:10:00.099,0:10:04.080 Δεν άκουσα το λοιπόν τίποτα,[br]γιατί όλες αυτές τις ώρες 0:10:04.080,0:10:06.705 μελετούσα τη μύτη μου για να γίνω σοφός. 0:10:07.943,0:10:11.536 Βέβαια τα παραλέω.[br]Δεν μπορεί να μην άκουσα τίποτα! 0:10:11.536,0:10:15.759 Άρπαζε και μένα κάπου κάπου τ’ αυτί μου[br]καμιά βρισιά των κατηγόρων 0:10:15.759,0:10:17.678 ή καμιά βλαστήμια δική σας. 0:10:18.008,0:10:21.898 Και γελούσα μέσα μου με τις κοροϊδευτικές[br]απάντησες που μου ερχόντανε. 0:10:22.350,0:10:24.680 Μα δεν μπορούσα ναν τις πω[br]κείνη τη στιγμή· 0:10:25.078,0:10:28.096 ο νόμος απαγορεύει να διακόψεις το ρήτορα. 0:10:28.246,0:10:31.815 Έτσι, κρατιόμουνα κι εγώ, για να σας τα πω[br]μια και καλή στο τέλος, 0:10:31.815,0:10:35.590 καθώς σφίγγεται, κρατιέται κι αναβάλλει[br]κανείς τις χειμωνιάτικες νύχτες, 0:10:35.590,0:10:39.546 σα βρέχει και φυσάει χιονιάς,[br]να βγει στην αυλή προς νερού του. 0:10:40.025,0:10:44.151 Μα σαν ήρτε κι η σειρά μου να μιλήσω,[br]ξέχασα τί θα σας έλεγα 0:10:44.481,0:10:46.319 και βαρέθηκα νάν τα θυμηθώ. 0:10:47.511,0:10:51.324 Μα κείνο που άκουσα καλύτερα ήταν[br]η θανατική σας απόφαση. 0:10:51.700,0:10:54.844 Την ήξερ’ από τα πριν,[br]γιατί ’χα πλέρια μπιστοσύνη 0:10:54.844,0:10:56.432 στον ξεπεσμό του καιρού μας. 0:10:56.683,0:11:00.320 Μα και να μην την ήξερα,[br]δε θα ’τανε δύσκολο να την καταλάβω. 0:11:00.533,0:11:04.609 Τα νυσταγμένα μάτια σας και τα χασμουρητά[br]σας το μαρτυρούσανε καθαρά. 0:11:04.822,0:11:07.672 Δεν ήτανε λοιπόν ανάγκη[br]να βάλετε κοτζάμ τελάλη 0:11:07.672,0:11:09.698 να μου το γκαρίξει μέσα στ’ αυτιά μου. 0:11:09.888,0:11:13.230 Μα και να μη νυστάζατε,[br]πάλε θα με θανατώνατε. 0:11:13.524,0:11:15.042 Κοιτάξτε τους κατηγόρους! 0:11:15.271,0:11:18.913 Ωραίοι, πλούσια ντυμένοι,[br]σπουδαία προσώπατα! 0:11:19.125,0:11:24.145 Πατριώτες με πατέντα! Κοτσαμπασήδες,[br]ήλιοι της Δημοκρατίας!… 0:11:24.870,0:11:28.063 Γιά κοιτάχτε κι εμένα! Σουλούπι μια φορά! 0:11:28.531,0:11:32.366 Κουρελής, κακοσούσουμος,[br]γρουσούζης, ανιπρόκοπος, 0:11:32.366,0:11:36.660 σωστός κοπρίτης[br]κι «ἀνδρῶν ἁπάντων σοφώτατος!». 0:11:37.153,0:11:40.139 Πού να κρυφτώ![br]Ν’ ανοίξ’ η γης να με καταπιεί!… 0:11:40.464,0:11:42.110 Κι εγώ να ’μουνα στη θέση σας, 0:11:42.110,0:11:44.645 θα ντρεπόμουν να μην καταδικάσω[br]τον εαυτό μου 0:11:44.645,0:11:47.440 και σε θάνατο και σ’ ανελέητο στειλιάρι, 0:11:47.440,0:11:50.646 και θα τα θεωρούσα και τα δυο[br]μεγάλη μου τιμή. 0:11:51.562,0:11:55.790 Η ψυχή τους όμως ξεπερνάει πολύ[br]την όψη τους και το ντύσιμό τους 0:11:55.790,0:11:57.334 σ’ ομορφιά και πλούτο! 0:11:57.840,0:12:00.702 Γιατί καταδεχτήκανε να ζητήσουνε[br]το θάνατο μου; 0:12:00.974,0:12:03.144 Για το καλό της πολιτείας! 0:12:03.499,0:12:06.487 Αυτοί δεν κερδίζουνε τίποτα,[br]κι αν πεθάνω κι αν ζήσω. 0:12:06.685,0:12:08.238 Μήτε τα χωράφια, που δεν έχω, 0:12:08.238,0:12:10.650 θέλανε να μου τα τσεπώσουνε φτηνά[br]στη δημοπρασία· 0:12:10.650,0:12:14.851 μήτε να μ’ αναγκάσουνε νάν τούς δώσω λεφτά[br]για να πάρουνε πίσω τη μήνυση 0:12:14.851,0:12:19.610 (πού να τα βρω;)· μήτε βέβαια βιάζονται[br]να χηρέψ’ η γριά Ξανθίππη, 0:12:19.610,0:12:23.265 για να μου τηνε παντρευτεί κάποιος[br]από τους τρεις (χαρά στο πράμα!). 0:12:24.053,0:12:27.344 Θέλαν, ω άντρες Αθηναίοι,[br]με το δικό μου πέσιμο 0:12:27.344,0:12:30.839 να στηρίξουνε μέσα στην ψυχή σας[br]την Αρετή, που τρεκλίζει. 0:12:31.165,0:12:34.622 Του λαού μπροστάρηδες,[br]αν δεν ήτανε τίμιοι και καθαροί, 0:12:34.622,0:12:37.559 θα ’ταν αυτοί κατηγορουμένοι[br]κι εγώ κατήγορος. 0:12:38.264,0:12:41.945 Ποιός δε θαμπώνεται μπροστά[br]στο μεγαλοδύναμο ταμπάκη τον Άνυτο; 0:12:42.198,0:12:44.039 Ο γενναίος στρατηγός! 0:12:44.518,0:12:47.794 Τονε στείλατε με τριάντα καράβια[br]να σώσει το Νιόκαστρο 0:12:47.794,0:12:52.054 κι αυτός κρύφτηκε δώθες από τον κάβο Μαλιά[br](ενάντιος άνεμος), 0:12:52.054,0:12:55.270 ώσπου να πέσει το κάστρο[br]και να γλιτώσει το πετσί του. 0:12:55.615,0:12:59.385 Το ζαναέτι, βλέπεις, τον κάνει να[br]λογαριάζει πιότερο τα πετσιά 0:12:59.385,0:13:01.498 κι απ’ τον «ὑπέρ πατρίδος» θάνατο. 0:13:01.498,0:13:06.132 Κι όταν ύστερα δικάστηκε για προδότης,[br]έδειξε πόσο στρατηγικός ήτανε! 0:13:06.334,0:13:09.106 Αυτός, που φοβάται τη ζωή του[br]για τα χρήματα, 0:13:09.106,0:13:11.435 δε φοβήθηκε τα χρήματα για τη ζωή του. 0:13:11.868,0:13:15.956 Έτσι, οι τοτεσινοί δικαστάδες[br]τον αθωώσανε καταπώς ταίριαζε 0:13:15.956,0:13:18.576 και σ’ αυτόνε[br]και στα συνήθεια της δημοκρατίας 0:13:18.576,0:13:21.687 και στον ενάντιον άνεμο,[br]που του στάθηκε τόσο βολικός. 0:13:22.711,0:13:27.757 Δεν του συχωρνάω μονάχα που πλήρωσε μιαν[br]ολάκερη μνα στον Πολυκράτη το δικολάβο 0:13:27.757,0:13:31.252 ναν του γράψει την κατηγορία,[br]που σας απάγγειλε σα θεατρίνος. 0:13:31.569,0:13:35.477 Και δεν ερχότανε σε μένα ο χριστιανός[br]ναν του σκαρώσω μιαν καλύτερη 0:13:35.477,0:13:38.511 (τουλάχιστο ξυπνότερη)[br]και με τα μισά λεφτά; 0:13:39.005,0:13:41.513 Αφού με τα δυο λόγια που σας είπα[br]για υπεράσπισή μου 0:13:41.513,0:13:44.606 κατάφερα να σας λυσσάξω[br]και να με καταδικάσετε σε θάνατο, 0:13:44.606,0:13:48.618 θαν τα κατάφερνα πολύ περισσότερο[br]κατηγορώντας ο ίδιος τον εαυτό μου, 0:13:48.618,0:13:50.179 όπως θαν το κάνω τώρα. 0:13:50.780,0:13:54.064 Κι αυτά τα λεφτά μου χρειαζόντανε[br]για ν’ αγοράσω το φαρμάκι, 0:13:54.064,0:13:55.515 την καλύτερη μάρκα, 0:13:55.515,0:13:58.100 και να φτιάξω και το κιβούρι μου[br]από καρυδόξυλο, 0:13:58.100,0:14:02.427 έτσι να σκάσ’ η κυρά Σωκράταινα,[br]που δε μ’ είχε ποτέ της σε υπόληψη! 0:14:03.968,0:14:05.815 Αμ’ ό Λύκων ο ρήτορας; 0:14:05.968,0:14:09.436 Είδατε ποτέ σας ρήτορα[br]που να ’ναι μονάχα «δημοπίθηκος»; 0:14:09.700,0:14:11.589 Γι’ αυτό και σεις τονε κάνατε στρατηγό 0:14:11.589,0:14:14.059 και του μπιστεφτήκατε[br]να φυλάξει τον Έπαχτο. 0:14:14.687,0:14:17.320 Μα τούτος, ξέροντας[br]τί θα πει πατριωτισμός, 0:14:17.320,0:14:20.154 πούλησε το κάστρο στους οχτρούς[br]«ἀντί ἀργυρίου». 0:14:20.559,0:14:22.099 Κι ύστερα πιστέψατε κι αυτόνε, 0:14:22.099,0:14:24.839 πως δεν μπόρεσε να κάνει τίποτες[br]ενάντια στη Μοίρα, 0:14:24.839,0:14:27.785 που κι οι θεοί τής υποτάζονται,[br]αντίς να πει: 0:14:27.785,0:14:30.760 ενάντια στο χρήμα,[br]που κυβερνάει και τη Μοίρα! 0:14:31.436,0:14:35.940 Κι αυτός ο δοξασμένος σωτήρας[br]κάνει νόμους που διαφεντεύουνε τη ζωή, 0:14:35.940,0:14:39.244 την τιμή και την περιουσία του λαού,[br]δηλαδή τη δικιά του 0:14:39.484,0:14:44.371 και που σκοτώνουνε τους προδότες, δηλαδή[br]τους ανάξιους να πουλάνε την πατρίδα! 0:14:45.648,0:14:49.729 Κι αν ετούτ’ οι δυο καυκιούνται πως είναι[br]με το δίκιο τους «εραστές της πόλης», 0:14:49.892,0:14:52.347 είναι κι ο τρίτος «ερωμένος της πόλης»: 0:14:52.456,0:14:57.748 «Μέλητος Μελήτου Πιτθιεύς Σωκράτει[br]Σωφρονίσκου Ἀλωπεκῆθεν… 0:14:58.046,0:14:59.696 Τίμημα θάνατος!». 0:15:00.210,0:15:05.520 Ο μυρωδάτος Μέλητος, άγνωστος ποιητής[br]και διάσημος «τέτοιος». 0:15:05.979,0:15:07.850 Όμως αληθινό παλικάρι. 0:15:07.850,0:15:11.756 Δέχτηκε για λίγα κατοστάρικα[br]να υπογράψει αυτός την κατηγορία 0:15:11.756,0:15:15.826 και ν’ αντικρύσει μοναχός του τον κίντυνο[br]σαν τύχαινε και μ’ αθωώνατε, 0:15:15.826,0:15:20.185 να καταδικαστεί σε «ατιμία»[br]— σα να ’χε τίποτα να χάσει το παιδί. 0:15:21.066,0:15:24.169 Μπροστά σ’ αυτούς, εγώ δεν έκανα[br]τίποτα για την πατρίδα. 0:15:24.469,0:15:27.654 Μήτε το Νιόκαστρο πρόδωσα,[br]μήτε τον Έπαχτο πούλησα, 0:15:27.654,0:15:32.252 μήτε στα ρέματα του Κηφισού παραδόθηκα[br]στα μυστήρια της αρσενικής Αφροδίτης! 0:15:32.252,0:15:35.440 Κι όσες φορές μου φορτώσατε με το ζόρι[br]κανέν’ αξίωμα, 0:15:35.440,0:15:38.112 πάγαινα κόντρα με τις συνήθειες[br]των άλλων αρχόντων 0:15:38.112,0:15:39.721 και με τα γούστα του λαού, 0:15:39.721,0:15:42.921 πες γιατί ’μουνα στραβόξυλο,[br]πες γιατί ’μουν άνθρωπος ίσιος. 0:15:43.915,0:15:46.514 Και πριν να δοξαστείτε σεις[br]θανατώνοντάς με, 0:15:46.514,0:15:49.937 παρά τρίχα να πάθαινα τρεις άλλες φορές[br]το ίδιο αστείο, 0:15:50.233,0:15:54.334 δυο στα καλά χρόνια της δημοκρατίας[br]και μια με τους τριάντα τυράννους. 0:15:54.775,0:15:58.298 Μα κι αν δεν ήτανε τόσο μεγάλα[br]τα μπόγια των κατηγόρων 0:15:58.298,0:15:59.837 και τόσο μικρούλι το δικό μου, 0:15:59.837,0:16:03.539 θα ’φτανε η δική σας σοφία κι αλαθοσύνη[br]για νά καταδικαστώ. 0:16:03.942,0:16:08.876 Είσαστε διαλεμένοι με το κουκί[br]— άσπρο, μαύρο! Ένας κι ένας. 0:16:08.876,0:16:10.077 «Διὸς κριταί!». 0:16:10.476,0:16:12.280 Μοναχά ψυχή και μυαλό. 0:16:12.280,0:16:15.136 Χωρίς φαντασία και χωρίς[br]μάταια ψιλολογήματα. 0:16:15.136,0:16:16.706 Μια κι όξω! 0:16:16.706,0:16:21.295 Γι’ αυτό και βγάζετε τη θανατικήν απόφαση[br]με την ίδια ευκολία που βγάζετε 0:16:21.295,0:16:24.458 τη μύξα σας με τα δάχτυλα[br]και την κολλάτε κει που κάθεστε. 0:16:25.837,0:16:27.871 Νά τος ο Πανάρετος από την Πλάκα, 0:16:27.871,0:16:30.780 πρόεδρος του συλλόγου[br]για την προστασία της Ηθικής, 0:16:30.780,0:16:33.876 που δεν αφήνει δυο σκυλιά[br]ν’ ανταμώσουνε στο δρόμο, 0:16:33.876,0:16:36.856 μα παραδίνει κρυφά τη γυναίκα του[br]στους αγαπητικούς του 0:16:36.856,0:16:38.438 — κι αυτός βλέπει! 0:16:38.951,0:16:43.317 Νά κι ο Χοιρέας από τη Λεψίνα,[br]καταστρόγγυλος μπροστά και πίσου, 0:16:43.317,0:16:47.051 κι ολάσπρος μέσα κι όξω,[br]που ξηγάει τα μυστήρια της θεάς, 0:16:47.051,0:16:52.127 μα δεν ξηγάει και το πώς γενήκανε φαμελικά[br]του τα χωράφια και τα λιοστάσια της. 0:16:52.691,0:16:56.087 Νά κι οι τρανοί σταρέμποροι[br]και καραβοκυραίοι του Περαία, 0:16:56.087,0:16:59.902 τα καλαδέρφια οι Σαρανταδάχτυλοι[br](όνομα και πράγμα!), 0:16:59.902,0:17:03.091 που τα καταφέρνουνε και γίνονται[br]κάθε χρόνο «σιτοφύλακες» 0:17:03.091,0:17:05.681 για να κανονίζουν αυτοί την τιμή[br]των γεννημάτων, 0:17:05.681,0:17:09.646 των αλευριών και του ψωμιού[br]και να κοντρολάρουνε τα ζύγια των αλλωνών, 0:17:09.646,0:17:11.342 μπας κι είναι ξύκικα! 0:17:11.932,0:17:15.052 Νά κι ο τοκογλύφος ο Ξηνταβελόνης[br]από την Κηφισιά, 0:17:15.052,0:17:18.676 που ρήμαξε τη φτωχολογιά, μα χτίζει[br]βωμούς στον Έλεο και, 0:17:18.676,0:17:22.736 τρώγοντας όλο κριθαρόψωμο[br]και σάπιες ελιές, βγάνει βουζούνους 0:17:22.736,0:17:26.979 και ξύνεται κει που του ταίριαζε[br]να βγάλει κέρατα και να φοράει τη ζέβγλα. 0:17:27.546,0:17:31.680 Νά κι ο Παρθενίας από τον Κολωνό,[br]μυγιάγγιχτος καλλωπιστής, 0:17:31.680,0:17:33.033 λουσμένος στ’ αρώματα 0:17:33.033,0:17:36.540 μα ταχτικός αγοραστής κάθε χρόνο[br]του πορνικού φόρου, 0:17:36.540,0:17:39.658 που του τονε πλερώνουνε[br]κι ο αδερφός του κι η τσάτσα του. 0:17:39.738,0:17:42.213 Νά κι ο μέγας ορφανοφάγος Πονόψυχος, 0:17:42.213,0:17:44.505 που πέταξε στο δρόμο[br]τα παιδιά τ’ αδερφού του 0:17:44.505,0:17:47.110 κι ύστερα κλαίγεται πως αυτά[br]τονε φτωχύνανε. 0:17:47.588,0:17:51.858 Νά κι ο Θρασέας, ο μπράβος του Κλέωνα,[br]που έκανε καρτέρι μ’ άλλους δεκαπέντε 0:17:51.858,0:17:55.514 για να δείρουν ή να σκοτώσουν ένανε,[br]και τώρα, που αλλάξανε τα πράματα, 0:17:55.514,0:17:58.930 τον έπιασε τρεμούλα και λέει πως μετάνιωσε[br]και θα καλογερέψει, 0:17:58.930,0:18:00.333 για να σώσει την ψυχή του ! 0:18:00.714,0:18:03.654 Νά κι ο φημισμένος ψευτομάρτυρας Αληθίων, 0:18:03.654,0:18:06.114 που για να προφταίνει[br]στις πολλές δουλειές του, 0:18:06.114,0:18:11.041 άνοιξε γραφείο στη γειτονιά[br]των δικαστηρίων με δέκα βοηθούς… Νά κι ο… 0:18:12.221,0:18:17.667 Μεγάλος σαματάς έγινε εκείνην την ώρα,[br]με φοβέρες και φωνές: “Κάτου! Κάτου!” 0:18:18.885,0:18:21.922 Τί «κάτου» και «ξεκάτου»![br]Μη βραχνιάζετε τζάμπα!.. 0:18:21.922,0:18:25.037 Έχετε καιρό να θυμώσετε,[br]γιατί θα σας ψάλω χειρότερα. 0:18:25.484,0:18:28.102 Φοβηθήκατε μην ξεσκεπάσω[br]καθενού σας χωριστά 0:18:28.102,0:18:29.823 τις μπομπές και τα μασκαραλίκια. 0:18:30.097,0:18:33.209 Συχάστε… Δε βλέπω παραπέρ’[br]από τις δυο πρώτες σειρές. 0:18:33.507,0:18:35.991 Ύστερα, πού να σας ξέρω κι ολουνούς[br]με τ’ όνομα… 0:18:36.416,0:18:41.092 Αν βαραίνουνε την ψυχή καθενού σας[br]από δέκα μονάχα (βάλε τρεις!) ατιμίες, 0:18:41.255,0:18:42.939 η σούμα τους θα ’τανε χιλιάδες! 0:18:43.190,0:18:45.392 Ποιός θα μπορούσε νάν τις πει μια μια; 0:18:45.822,0:18:50.368 Εμένα μου κολλήσανε τρεις όλο όλο[br]και χρειαστήκαν έξι ολάκερες ώρες 0:18:50.368,0:18:52.822 για να σας τις ιστορήσουνε[br]και ναν τις πιστέψετε!..· 0:18:53.316,0:18:57.028 Και το κάτου της γραφής,[br]τί χολοσκάνετε με το ξεσκέπασμά σας; 0:18:57.255,0:19:01.170 Είσαστε σεις ο Νόμος, —[br]ο Νόμος χτες και σήμερα κι αύριο… 0:19:01.460,0:19:03.154 Ένας σας να ’τανε καθαρός, 0:19:03.154,0:19:06.341 ο Νόμος θα γκρεμιζότανε χάμου[br]θρύψαλα και κουρνιαχτός. 0:19:08.673,0:19:11.876 Μη μου πείτε: «Νά τος![br]Τόσα χρόνια γλωσσοκοπανούσε 0:19:11.876,0:19:14.559 πως το πνέμα κυβερνάει την ύλη[br]κι η ψυχή το σώμα· 0:19:14.559,0:19:17.957 πως δε λογάριαζε τη γνώμη του μπουλουκιού[br]μα μονάχα των φιλοσόφων 0:19:17.957,0:19:20.817 (δηλαδή τη δική του·[br]όλ’ οι ρέστοι σοφιστάδες!). 0:19:21.224,0:19:24.839 Και τώρα, μόλις τα βρήκε σκούρα,[br]τα ξέχασε όλα και παραφέρνεται, 0:19:24.839,0:19:26.264 παρακαλεί και βρίζει». 0:19:26.971,0:19:29.457 Μα δε βρίζω και δεν παινώ τίποτα! 0:19:29.708,0:19:34.442 Μήτε λυπάμαι που πεθαίνω των αδίκων άδικα,[br]μήτε θα ντρεπόμουν αν πέθαινα δίκια. 0:19:34.913,0:19:37.917 Δε με νοιάζει που ξεμπερδεύω σήμερα[br]με την μπαμπεσιά των νόμων, 0:19:37.917,0:19:40.145 όπως δε θα μ’ ένοιαζε[br]να σας άδειαζα τη γωνιά 0:19:40.145,0:19:43.189 μετά λίγους μήνες ή χρόνια[br]με το θέλημα της Φύσης. 0:19:43.674,0:19:45.305 Σας χρωστάω και χάρη… 0:19:45.631,0:19:49.986 Φεύγοντας με παράτα και σάλπιγγες από[br]το να Τίποτα για τ’ άλλο το πιο Τίποτα, 0:19:49.986,0:19:53.047 κάνω γούστο να κοροϊδεύω[br]και σας και τον εαυτό μου. 0:19:53.457,0:19:56.612 Τί τα θέλετε! Κρίνω θα πει κοροϊδεύω. 0:19:57.697,0:20:00.467 Και σα συλλογιέμαι πως[br]σκυλιάζετε μ’ αυτά που σας λέω, 0:20:00.467,0:20:03.702 μα δεν μπορείτε να μου κάνετε τίποτα[br]μήτε και να φύγετε αποδώ, 0:20:03.702,0:20:08.070 γιατί θα χάσετε τους τρεις οβολούς,[br]χοροπηδάω από κέφι και χαιρεκάκια. 0:20:08.881,0:20:12.341 Σας αγαπάω και μου ’ρχεται[br]να σας αγκαλιάσω και να σας φιλήσω, 0:20:12.341,0:20:14.671 όπως κάνουν οι μεθυσμένοι κλαουρίζοντας… 0:20:15.226,0:20:19.774 Εσείς θα τρομάζατε πιο πολύ μοναχά να[br]φανταζόσαστε τον εαυτό σας στη θέση μου. 0:20:20.090,0:20:24.732 Γιά πείτε πως σας δέσανε πρώτα κι ύστερα[br]σας ποτίσανε με το ζόρι το φαρμακοζούμι! 0:20:24.970,0:20:28.639 Νά! Κι άρχισαν οι πόνοι κι οι σπασμοί,[br]το γυάλωμα των ματιών 0:20:28.639,0:20:30.239 και τ’ άφρισμα του στομάτου· 0:20:30.239,0:20:33.733 το κρουστάλλιασμα των ποδιών[br]ανεβαίνει γλιστρώντας λίγο λίγο 0:20:33.733,0:20:37.204 και μπήγει τα νύχια του πρώτα[br]στο στομάχι κι ύστερα στην καρδιά… 0:20:37.671,0:20:39.068 Κι αυτό ήταν όλο!… 0:20:40.785,0:20:43.912 Μην πασπατεύετε τις κοιλιές σας[br]ω άντρες Αθηναίοι. 0:20:44.265,0:20:46.075 Καίνε σαν τις πλάκες του φούρνου. 0:20:46.395,0:20:48.471 Εκεί μέσα, κανένα φαρμάκι δε δουλεύει, 0:20:48.471,0:20:52.184 μα χορεύουν (ή σε λίγο θα χορέψουν)[br]όλα τα καλά του Θεού: 0:20:52.607,0:20:57.201 τράγιο συκώτι ψημένο στη θράκα,[br]παλαμίδα σαλαμούρα της Μαυροθάλασσας, 0:20:57.201,0:21:00.008 χοιρινά λουκάνικα με μπόλικο πιπέρι[br]και σκόρδο, 0:21:00.008,0:21:05.051 καρύδια, σταφίδα, κρασί (πολύ κρασί!)[br]κι άνεμος μουσικός! 0:21:05.754,0:21:07.629 Είσαστε αθάνατοι! 0:21:07.879,0:21:10.208 Και θα ’σαστε να πούμε αθανατότεροι, 0:21:10.208,0:21:12.864 αν η Μοίρα σάς γεννούσε[br]με μιαν αλογήσιαν ούρα 0:21:12.864,0:21:16.133 που να σαλεύει μοναχή της[br]ζερβά δεξιά σα βεντάγια 0:21:16.133,0:21:19.427 και να διώχνει τις μύγες που σας τσιμπάνε[br]την ώρα που κοιμάστε 0:21:19.427,0:21:23.237 και την ώρα που δικάζετε,[br]— σα δικάζετε κοιμάμενοι!… 0:21:35.937,0:21:45.560 Η αληθινή απολογία του Σωκράτη[br]ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ 0:21:45.974,0:21:49.396 Σαν είδα τον εαφτό μου καργαρισμένον[br]απάνου στο σανιδοκρέβατο 0:21:49.396,0:21:52.100 με την κωμικήν επισημότητα[br]πόχουν τα λείψανα, 0:21:52.420,0:21:56.047 και γύρα μου θλιμένες Μαγδαληνές[br]τον πατριωτισμό των κατηγόρων, 0:21:56.047,0:21:59.057 τη δική σας αγαθοσύνη[br]και την παρθενιά των νόμων, 0:21:59.242,0:22:00.754 γέλασα με την καρδιά μου. 0:22:01.090,0:22:04.562 Γιατί, καθώς το ξέρετε, οι ψείρες[br]φέβγουν από τους πεθαμένους 0:22:04.562,0:22:05.973 και πάνε στους ζωντανούς. 0:22:06.434,0:22:10.356 Και σαν κοίταξα και σας και τους ζωντανούς[br]από πάνω ως κάτου να βρομάτε 0:22:10.356,0:22:12.119 σαν ψοφίμια δέκα μερών 0:22:12.391,0:22:17.125 (άλλος να χει θέρμες, άλλος σπάσιμο και[br]άλλος μαγιασίλι..., ψώρα..., χτικιό...) 0:22:17.425,0:22:20.842 κι ωστόσο να χετε την όρεξη[br]να βγάλετε το μάτι του πλαγινού σας, 0:22:20.842,0:22:22.723 πήγε ο νους μου στα ζώα : 0:22:23.331,0:22:26.840 όσα τρώνε τ' άλλα νομίζουνε[br]τον εαφτό τους αθάνατο˙ 0:22:27.108,0:22:29.428 κι όσα τρώγονται δεν μπορεί[br]να μην ελπίζουνε, 0:22:29.428,0:22:32.291 πως θ' αναστηθούνε μια μέρα[br]σε καλύτερη ζωή. 0:22:33.758,0:22:36.592 Κι ύστερα σκέφτηκα : αντίς, μωρέ Σωκράτη, 0:22:36.592,0:22:40.148 να στέκεσαι πάνω στο βήμα[br]"και όμμασι και σχήμασι φαιδρός" 0:22:40.148,0:22:44.323 ναν τους κοροϊδέβεις, αν είχανε μπροστά[br]τους ξαπλωμένο το κουφάρι σου, 0:22:44.323,0:22:48.656 για ναν το δικάσουν, όπως δικάζουν[br]οι εφέτες στο "επί Πρυτανείω" δικαστήριο 0:22:48.656,0:22:53.348 τ' άψυχα πράματα : τα τούβλα, τις[br]πεπονόφλουδες, τα χασάπικα τσιγκέλια..., 0:22:53.348,0:22:54.911 ξέρεις τι θα γινότανε ; 0:22:55.423,0:22:59.719 Θα μαζεβόντανε γύρα σου, θα σκύβανε[br]να σε κοιτάξουνε κάμποσην ώρα, 0:22:59.719,0:23:03.068 θα κουνούσανε λυπητερά[br]το κεφάλι τους κι ύστερα θα λέγανε: 0:23:03.467,0:23:07.540 "Καλός είταν ο κακομοίρης!...[br]Για ιδές πώς ομόρφηνε πεθαμένος! 0:23:07.898,0:23:11.700 Κλείσανε τ' αλεπουδίσια μάτια του,[br]λιγοστέψανε τα πρησμένα χείλια του, 0:23:11.700,0:23:14.675 στένεψε και μάκρυνε[br]η πλατσουκωτή του μύτη... 0:23:14.992,0:23:16.389 Έγινε μια χαρά!... 0:23:17.030,0:23:18.469 Θυμόσαστε τι γούστο που είχε, 0:23:18.469,0:23:21.632 σαν αλουποτίναζε τους σοφιστάδες[br]και τους κάλπηδες!... 0:23:21.882,0:23:23.721 Έκανε μεγάλο καλό στην πολιτεία. 0:23:23.975,0:23:27.094 Γι' αυτό δεν είδε χαΐρι...[br]Έζησε και πέθανε στην ψάθα... 0:23:27.871,0:23:29.671 Και ναν τα λέμε συναμεταξύ μας, 0:23:29.671,0:23:33.505 όποιος ζημιώνεται με τα λόγια και[br]τις πράξεις του μπορεί να ναι κουτός, 0:23:33.505,0:23:34.838 μα κατεργάρης δεν είναι˙ 0:23:35.055,0:23:38.017 κι όποιος κερδίζει με τις πράξεις του[br]και με τα λόγια του 0:23:38.017,0:23:40.506 αφτουνού βρωμάνε κ' οι φούχτες[br]κ' η ψυχή του... 0:23:41.008,0:23:45.121 Ξέρεις τι λέω; Ναν του κάνουμε[br]την κηδεία του "δημοσία δαπάνη". 0:23:45.121,0:23:47.537 Χρειάζονται παραδείγματα[br]για τα παιδιά μας". 0:23:48.943,0:23:52.149 Μα τώρα, που δεν είμουνα τυχερός[br]να χω πεθάνει μοναχός μου, 0:23:52.149,0:23:55.068 με σκοτώνετε σεις... πάλε για παράδειγμα. 0:23:55.390,0:23:56.943 Σας χρειαζόταν ένα θύμα... 0:23:56.943,0:24:00.083 όχι για να μάθουνε τα παιδιά σας[br]ν' αγαπάνε την αρετή, 0:24:00.284,0:24:02.564 μα για να φοβούνται την δημοκρατία! 0:24:02.995,0:24:05.326 Σας χρειαζόταν ένα θύμα πολύ μεγάλο, 0:24:05.605,0:24:08.484 για να πλερώσει τα κακουργήματα[br]της χτεσινής τυραννίας 0:24:08.484,0:24:11.052 και να φράξει το δρόμο[br]του ξαναγυρισμού της. 0:24:11.297,0:24:13.758 Αφού το σκάσαν οι φταίχτες, πιάσατ' εμένα, 0:24:13.758,0:24:16.768 το δάσκαλο του Κριτία[br]και του Θηραμένη του κόθορνου, 0:24:16.768,0:24:21.242 τον αρνητή της οχλοκρατίας, την Αλογόμυγα,[br]που σας έμπαινε στα ρουθούνια... 0:24:21.948,0:24:23.942 Το κορμί μου (κόκαλα και σάρκες) 0:24:23.942,0:24:26.523 δε βαραίνει βέβαια[br]μέσα στην παλάντζα της Νέμεσης, 0:24:26.523,0:24:29.930 όσο τα χίλια πεντακόσια κορμιά[br]των σκοτωμένων από τους τυράννους˙ 0:24:30.191,0:24:33.371 όμως βαραίνει τ' όνομά μου κ' η ψυχή μου! 0:24:33.756,0:24:38.265 Κι όλοι σας ίσαμ' εκατό γενιές να μπαίνατε[br]στο να τάσι της παλάντζας, 0:24:38.265,0:24:40.561 πάλε εγώ θα βάραινα περισσότερο... 0:24:41.619,0:24:45.146 Θα βρεθούν ύστερ' από πολλά χρόνια[br]και φίλοι κι αρνητάδες μου, 0:24:45.146,0:24:48.376 και ντόπιοι και ξένοι,[br]και συγκαιρινοί και μελλούμενοι, 0:24:48.376,0:24:51.008 που θα κάνουνε ντόρο μεγάλο[br]γύρα στο θάνατό μου. 0:24:51.386,0:24:55.472 Θα με πούνε "των Ελλήνων το άριστον",[br]"αηδόνα Μουσών", 0:24:55.472,0:25:00.376 "τον δικαιότατον", "τον φρονιμώτατον",[br]"κορώνα της Ελλάδος". 0:25:00.827,0:25:04.580 Τα παιδιά σας θα μου χτίσουν εκκλησιά,[br]το "Σωκρατείον", 0:25:04.580,0:25:07.814 και θα μου κάνουνε θυσίες[br]κάθε χρόνο, την άνοιξη... 0:25:08.113,0:25:09.824 Θα με προσκυνάνε για θεό 0:25:10.200,0:25:13.815 (σε μένα δεν επιτρέψατε νάχω[br]μήτε μιας πεντάρας δαιμόνιο.... 0:25:14.315,0:25:15.642 και για ποιό λόγο;) 0:25:15.967,0:25:18.771 Οι πρώτοι για να κολλήσουνε τ' όνομά τους[br]δίπλα στο δικό μου 0:25:18.771,0:25:20.156 και ν' ακούγονται μαζί μου˙ 0:25:20.370,0:25:23.683 κ' οι δέφτεροι για να δείξουνε,[br]πως αν εζούσα στα χρόνια τους, 0:25:23.683,0:25:26.065 θα με καταλαβαίνανε και θα με τιμούσαν!... 0:25:26.591,0:25:27.884 Μπόσικα πράματα. 0:25:27.884,0:25:32.129 Και κείνοι και τούτοι θα παραφουσκώνουνε[br]την αξία μου και θ' αδικούν εσάς˙ 0:25:32.471,0:25:35.008 θα λένε ψέματα και θα πιστέβουνε ψέματα... 0:25:35.396,0:25:37.995 Εσείς κι ο Νόμος κάνατε το χρέος σας. 0:25:38.264,0:25:41.455 Μονάχα που δε με τιμωρήσατε[br]γιατί παρέβηκα το Νόμο, 0:25:41.455,0:25:45.267 μα γιατί στάθηκ' ανίκανος να πατήσω[br]απάνου του και να περάσω!... 0:25:45.863,0:25:52.056 "Αδικεί Σωκράτης ασθενής ων,[br]άτε πένης... Τίμημα θάνατος!!" 0:25:52.658,0:25:54.902 Αφτό θα πρεπε να λέγ' η μήνυση. 0:25:56.099,0:26:01.063 Αν με δικάζατ' ένας ένας χωριστά,[br]ω άντρες Αθηναίοι, θα μ' αθωώνατε˙ 0:26:01.630,0:26:03.346 τόσοι πολλοί δεν μπορείτε... 0:26:03.619,0:26:07.123 Όσο πιότεροι κολλάνε συναμεταξύ τους[br]και κάνουνε πλήθος, 0:26:07.123,0:26:10.322 τόσο λιγότερ' η κρίση τους[br]και πιότερ' η κάκητα. 0:26:10.615,0:26:13.315 Κι αν είσαστε κολλημένοι[br]πεντακόσιοι διαλεχτοί σοφοί 0:26:13.315,0:26:17.524 (Σωκράτηδες να πούμε, δε θα κάνετε[br]μισό Μπερτόλδο˙ 0:26:17.524,0:26:20.493 όχι τώρα, που σαστε[br]πεντακόσιοι Μπερτόλδοι!... 0:26:20.831,0:26:23.032 Πλήθος, Δημόσια Γνώμη, 0:26:23.032,0:26:27.029 - τεράστιο Κοπρόσκυλο δεμένο,[br]στο παλούκι μέσα στον ήλιο. 0:26:27.706,0:26:32.258 Όλο τον καιρό κοιμάται, ξύνει την ψώρα του[br]και χυμάει λυσσασμένα, 0:26:32.258,0:26:35.587 μόλις θελήσει κανείς ναν το βγάλει[br]απ' τα συνήθεια του, 0:26:35.587,0:26:37.382 να του λύσει την αλυσίδα. 0:26:37.822,0:26:41.284 Έτσι κι εσείς, μόλις σας μηνύσανε[br]πως χαλάω τη Θρησκεία, 0:26:41.284,0:26:45.547 τα παιδιά και τη Λογική, πεταχτήκανε[br]πάνου στις χιλιάδες τα ποδάρια σας 0:26:45.547,0:26:48.958 κι αρχίσατε να χτυπάτε τις Συμπληγάδες[br]τα σαγόνια σας, 0:26:48.958,0:26:50.858 για να με λιώσετε κει μέσα... 0:26:51.839,0:26:56.392 Αν έτρωγα φλόγες και κατάπινα σπαθιά,[br]σαν τους σαλτιμπάγκους των πανηγυριών, 0:26:56.705,0:26:59.220 δε θα παραξενεβόσαστε,[br]γιατί θα πιστέβατε, 0:26:59.220,0:27:02.224 πως αληθινά καταπίνω τα σπαθιά[br]και τρώω τις φλόγες. 0:27:02.595,0:27:06.717 Κι αν είμουνα κομπογιαννίτης να σας[br]μπουκώνω κάτουρα και μαγαρισιές, 0:27:06.717,0:27:09.377 θα πιστέβατε, πως σ' εμένα[br]χρωστάτε τη ζωή σας. 0:27:09.731,0:27:12.008 Θα καταλαβαίνατε και θα με πλερώνατε. 0:27:12.358,0:27:16.761 Μα τώρα μ' ακούγατε να λέω συχνά[br]χαμογελώντας, πως δεν "ξέρω τίποτα". 0:27:17.071,0:27:21.092 Δεν ξέρω τίποτα!...[br]Αφτό δεν το καταλαβαίνετε 0:27:21.512,0:27:24.182 Το λοιπόν είμαι σωστός ο οξαποδώ, 0:27:24.182,0:27:26.821 ένας τέτοιος όλα μπορεί να τα κάνει. 0:27:27.766,0:27:31.309 Έβαζα και τους άλλους να λένε το ίδιο[br]και να πιστέβουνε πραγματικά, 0:27:31.309,0:27:35.856 πως ό,τι ξέρουν είναι ψέματα!... [br]Και να ψάχνουνε να βρίσκουνε την αλήθεια. 0:27:36.259,0:27:40.779 Μα σεις, ω άντρες Αθηναίοι, πρώτα[br]ανησυχήσατε κι ύστερα αγριέψατε... 0:27:41.376,0:27:43.384 Ως πού θα πήγαινε τούτ' η δουλειά; 0:27:43.384,0:27:47.498 Ξέρετε, πως όσο λιγότερο σκέφτεται,[br]τόσο πιο μυαλωμένος ο πολίτης 0:27:47.753,0:27:50.482 κι όσο λιγότερο μιλά, τόσο πιο λέφτερος. 0:27:50.956,0:27:55.108 Αν έξαφνα και στα καλά καθούμενα[br]με το ψάξε ψάξε ο Γνάθων έβρισκε 0:27:55.108,0:27:57.683 πως είναι σωστότερο να τρώει[br]παρά να νηστέβει; 0:27:57.992,0:28:01.586 Κι αν δεν του φτανε τούτ' η τρέλα,[br]μα κι άρχιζε να το ξεφωνίζει; 0:28:01.836,0:28:03.940 Προτού λοιπόν ξεσπάσ' η φουρτούνα, 0:28:03.940,0:28:06.463 θελήσατε να σταματήσετε[br]τους κακούς ανέμους. 0:28:06.885,0:28:11.780 Μα τους κακούς ανέμους (τους... καλούς!),[br]τους είχανε φέρ' οι σοφιστάδες. 0:28:12.153,0:28:14.520 Εγώ τότες σαν ελεεινή Δημόσια Γνώμη, 0:28:14.520,0:28:16.772 τους γάβγιζα και τους δάγκωνα[br]τις άντζες... 0:28:17.196,0:28:19.898 Όμως για να με ξεκάνετε,[br]μου κολλήσατε τη ρετσινιά, 0:28:19.898,0:28:24.099 πως είμουν εγώ των σοφιστάδων[br]ο σοφιστής!... Μακάρι να είμουνα!... 0:28:24.412,0:28:28.036 Και για να με ξεκάνετ' εφκολότερα,[br]μου κολλήσατε κι άλλη ρετσινιά: 0:28:28.036,0:28:31.239 πως είμουν άθεος!... Μακάρι να είμουνα!... 0:28:31.628,0:28:36.000 Την αθεΐα την έχετε για το πιο σίγουρο[br]μέσο να ερεθίζετε το Σκύλο 0:28:36.000,0:28:40.189 και να τον ξεσηκώνετε να διαφεντέβει με τα[br]δόντια του τα υλικά σας διάφορα. 0:28:40.690,0:28:44.100 Τους οχτρούς της εφτυχίας σας[br]τους κάνετε πολύ σοφά 0:28:44.100,0:28:45.948 προσωπικούς οχτρούς του Σκύλου. 0:28:46.357,0:28:50.873 Για να ξεφορτωθείτε τον Αλκιβιάδη,[br]που τον αγαπούσε και τόνε θάμαζε ο λαός 0:28:50.873,0:28:53.981 για την ομορφιά του, για τα πλούτη του[br]και τη μουρνταροσύνη του, 0:28:53.981,0:28:55.591 τον κατηγορήσατε γι' άθεο. 0:28:55.985,0:28:58.929 Και ο λαός, ο Σκύλος,[br]ξέχασε τις αγάπες του 0:28:58.929,0:29:00.963 και τον κυνήγησε στην άκρη του κόσμου. 0:29:01.202,0:29:04.342 Γιατί τόνε μάθατε να περιμένει[br]την εφτυχία του από τον ουρανό 0:29:04.587,0:29:06.429 και να μην τήνε ζητάει από σας! 0:29:06.842,0:29:10.687 Άμα λοιπόν του πάρεις την ελπίδα[br]του τίποτα, του παίρνεις το παν! 0:29:10.999,0:29:12.397 Και σε ξεσκίζει! 0:29:13.660,0:29:17.488 Αν ερχόσαστε στο σπίτι μου, θα βλέπατε[br]στο σπίτι μου κρεμασμένες εικόνες, 0:29:17.488,0:29:21.033 την καντήλ' αναμένη, τα στέφανά μας[br]μέσα στην τενεκεδένια θήκη τους. 0:29:21.315,0:29:24.585 Και στην εκκλησιά θα με βλέπατε[br]να φιλάω τη χέρα του παπά. 0:29:24.984,0:29:26.536 Δε σας φτάνανε τούτα; 0:29:26.690,0:29:29.065 Τι σας έμελε κι αν πίστεβα ή δεν πίστεβα; 0:29:29.326,0:29:31.201 Φτάνει που φαινόμουνα θρήσκος... 0:29:31.535,0:29:36.047 Αληθινά, μη θέλοντας καβγάδες με την[br]Ξανθίππη και με το Σκύλο, το Πλήθος, 0:29:36.047,0:29:38.671 την άφηνα και μασκάρεβε[br]τα ντουβάρια με εικόνες. 0:29:39.221,0:29:42.587 Φιλούσα και τη χέρα του παπά[br]μπροστά στους άλλους, για να τόνε σκάσω: 0:29:42.971,0:29:47.060 "Μπρε, με ξεπεράει ο θεομπαίχτης, έλεγε,[br]στον ταρτουφισμό!" 0:29:49.049,0:29:52.109 Έλεγα, πως υπήρχε μέσα μου κάποιο[br]δαιμόνιο, που μ' οδηγούσε. 0:29:52.579,0:29:55.933 Έπρεπε ναν το λέω, για να ξηγάνε[br]κάπως οι απλοϊκοί, 0:29:55.933,0:29:58.969 γιατί το δικό μου μυαλό ξεπερνούσε[br]το μυαλό των αλλωνών!... 0:29:59.553,0:30:01.913 Δε θα πει πως μ' αφτό[br]χαλούσα τη θρησκεία! 0:30:02.291,0:30:04.823 Υπάρχουνε τόσοι μικροί θεοί[br](μερμήγκια!...) 0:30:04.823,0:30:08.263 που μήτε τους μετρήσαμε ποτές[br]μήτε τα ονόματά τους ξέρουμε... 0:30:08.653,0:30:11.623 Κι αν σε κάθε βρύση, σε κάθε δέντρο,[br]σε κάθε τρύπα 0:30:11.623,0:30:15.876 φωλιάζει και ένας μικρός θεός, γιατί[br]να μη φωλιάζει και μέσα στο Σωκράτη, 0:30:15.876,0:30:20.548 που ναι για θεούς αξιότερη μονιά κι από[br]μια κοτρόνα κι από μια γούβα νερό 0:30:20.548,0:30:23.676 κι από να κούτσουρο της σόμπας[br]- κι από κάθε τρύπα; 0:30:24.111,0:30:27.782 Κι αν μέσα σε κάθε τρελό μπαίνει[br]κάποιος θεός, που τόνε τρελαίνει, 0:30:27.959,0:30:32.234 γιατί να μη μπει και μέσα στο σοφό[br]Σωκράτη, για να τόνε κάνει σοφότερο; 0:30:32.629,0:30:36.936 Κι αν όλες οι αρρώστιες κι αν το μεθύσι[br]κι αν ο ύπνος και τ' όνειρο 0:30:36.936,0:30:40.898 κι ο θάνατος κι αν ακόμα[br]το φτάρνισμα κι ο βήχας είναι θεοί, 0:30:41.190,0:30:43.303 γιατί να μην είναι κ' η Κοροϊδία; 0:30:44.535,0:30:47.470 Ας δεχτούμε, πως είτανε το δαιμόνιό μου[br]καινούριο θεόπουλο... 0:30:47.868,0:30:52.232 Εδώ κάθε μουνουχισμένος παπάς[br]από την Ανατολή φέρνει και σας πασσάρει 0:30:52.232,0:30:56.464 κι από έναν ξετσίπωτο θεό σαν τον Σαβάζιο,[br]την Κοτυτώ και τον Αφρόδιτο 0:30:56.464,0:30:59.156 και σεις τους δέχεστε και τους προτιμάτε[br]μετά χαράς. 0:30:59.626,0:31:03.971 Κι αν για τέτιους θεούς φοραίνετε[br]φουστάνια και νταντελένια παντελονάκια 0:31:03.971,0:31:07.481 και χορέβετε μανιασμένοι, κουνώντας[br]την κοιλιά σας και τα καπούλια σας, 0:31:07.481,0:31:10.115 σα γυναίκες˙ κι αν βρίσκετε θεάρεστο πράμα 0:31:10.115,0:31:13.784 να τάζετε τις σκλάβες και τους[br]σκλάβους σας και τα κορίτσια σας, 0:31:13.784,0:31:18.428 ακόμα και τον ίδιο τον εαφτό σας[br]στην Αφροδίτη, στην Αθηνά, στον Απόλλωνα 0:31:18.428,0:31:21.898 και να παραδίνεστε[br]"σώματα ιερά" στους μερακλήδες, 0:31:21.898,0:31:26.213 για να πενταρολογούνε και να χαραμοτρώνε[br]οι Κήρυκες, οι Ευμολπίδαι 0:31:26.213,0:31:27.789 και τ' άλλα παπαδόσογα, 0:31:27.789,0:31:32.167 τι σας έφταιξε το ταπεινό μου δαιμόνιο,[br]που καθότανε μέσα μου φρόνιμα 0:31:32.167,0:31:35.660 και συμαζεμένα και μ' ορμήνεβε τάχα[br]να βρίσκω το σωστό, 0:31:35.660,0:31:38.947 χωρίς να βγάζει δίσκο[br]και να θέλει ναούς και θυσίες; 0:31:39.487,0:31:42.347 Μήτε σας υποχρέωνε να ξεβρακώνεστε[br]για χατίρι του. 0:31:42.803,0:31:47.052 Και το κάτου της γραφής άμα θα πέθαινα,[br]θα φεβγε κι αφτό μαζί μου, 0:31:47.052,0:31:50.767 για να μην ξαναγυρίσουμε ποτές πια[br]στην καταραμένη χώρας σας! 0:31:53.210,0:31:56.056 Να τι λένε τώρα μέσα τους[br]οι πιο νοικοκύρηδες από σας: 0:31:56.621,0:32:00.257 Γιορτάζω τρακόσες μέρες το χρόνο˙[br]μεθοκοπάω, κυλιέμαι στη λάσπη, 0:32:00.257,0:32:03.799 δέρνω τη γυναίκα μου, κλέβω το κουτί[br]της εκκλησιάς, κάνω κοντραμπάντο, 0:32:03.799,0:32:08.026 πουλώ ξύκικα, παίρνω ψέφτικους όρκους,[br]σπιουνέβω και δεν πειράζω κανένανε! 0:32:08.026,0:32:10.708 Δεν πάω να διδάξω στους άλλους την αθεΐα! 0:32:10.708,0:32:13.091 Εγώ μπορεί να μην πιστέβω,[br]μα το πλήθος;... 0:32:13.513,0:32:17.272 Οι σαχλές σκουληκαντέρες των χωραφιών,[br]οι λαδωμένοι ποντικοί των λιμανιών, 0:32:17.272,0:32:19.243 οι ξενηστικωμένοι σκύλοι του παζαριού, 0:32:19.243,0:32:22.093 άμα χάσουνε την πίστη στο θεό,[br]ποιος θα τους συγκρατήσει; 0:32:22.596,0:32:26.379 Ας μορφωθούνε πρώτα!... Για σήμερις[br]είναι πρόωρα πράματα!... 0:32:26.833,0:32:30.223 Η θρησκεία, που λες, είναι το θεμέλιο[br]της πατρίδας και της ηθικής. 0:32:30.482,0:32:33.383 Ο λαός χωρίς το φόβο του Θεού[br]θα χυθεί ν' αρπάζει 0:32:33.383,0:32:36.291 τους παράδες και τα χτήματα,[br]τους "κόπους" των αλλωνών 0:32:36.291,0:32:38.826 και να παλουκώνει τους φυλακάτορές του!... 0:32:39.710,0:32:42.952 Δε συμφέρει, δε θέλετε[br]να σας μιμηθεί κι ο λαός. 0:32:43.452,0:32:46.769 Του πετάτε λοιπόν μπροστά στα πόδια του[br]τ΄άθλιο κουφάρι μου, 0:32:46.769,0:32:50.635 για να μην ξεχνά, πως η αθεΐα είναι[br]το μεγαλύτερο φταίξιμο... 0:32:51.608,0:32:56.459 Μα χαλούσα και την ηθική![br]Ξεμάβλιζα τα παιδιά! Ποια παιδιά; 0:32:56.804,0:32:59.703 Ούλ' οι μαθητάδες μου[br]τα χανε περασμένα τα σαράντα... 0:33:00.087,0:33:02.733 Και δεν είτανε "μαθητάδες" μου,[br]είτανε φίλοι μου... 0:33:03.440,0:33:06.862 Αν τα παιδιά με παίρνανε το κατόπι,[br]θα μπορούσα και ναν τα διώξω... 0:33:07.351,0:33:09.348 Τα παιδιά θέλουν αστεία και γέλια... 0:33:09.348,0:33:13.445 Φιλοσοφίες και τέτια δεν τα χωνέβουνε,[br]κοροϊδέβουνε το δάσκαλο, 0:33:13.445,0:33:15.800 βαριεστίζουνε και το σκάνε[br]από το σκολειό!... 0:33:16.116,0:33:18.459 Τα δασκάλεβα, λέτε, πως έχουνε το δικαίωμα 0:33:18.459,0:33:20.768 να δένουνε και να δέρνουνε[br]τους πατεράδες τους 0:33:20.768,0:33:23.473 όταν αφτοί μπεκρολογούνε[br]και χαλάνε τα λεφτά τους 0:33:23.473,0:33:26.782 στο τζόγο και στις γυναίκες[br]κι όταν ξεμωραθούν ή τρελαθούνε. 0:33:27.130,0:33:31.130 Αφτά δεν τα λεγα στα παιδιά˙ [br]τα λεγα στους πατεράδες! 0:33:31.517,0:33:33.327 Είναι, θαρρώ, κάποια διαφορά. 0:33:34.618,0:33:39.626 Θα μου πείτε : "Και τον Αλκιβιάδη;[br]Δεν τον είχες μαθητή τον Αλκιβιάδη;" 0:33:40.173,0:33:42.281 Και ποιος θα βαστούσε να μην τον είχε! 0:33:42.527,0:33:47.990 Ωραίο παιδί, πλούσιο, ζωερό, πρώτο τζάκι,[br]λιγάκι παλαβό και πεισματάρικο 0:33:47.990,0:33:52.137 κι αδάμαστο, μα τετραπέρατο[br]- το ξυπνότερο παιδί της Αθήνας! 0:33:52.680,0:33:55.211 Α! πολύ πιο δυνατός από μένα !... 0:33:55.473,0:33:58.458 Γύμναζα κοντά του την ψυχή μου[br]να νικά τα πάθη της... 0:33:58.458,0:34:01.857 να μην ταράζεται μπροστά στον πλούτο,[br]στην ομορφιά και στα νιάτα... 0:34:02.370,0:34:05.762 Λοιπόν, εγώ είμουνα μαθητής του[br]κι όχι αφτός δικός μου. 0:34:06.166,0:34:10.219 Κι έφτασα να πιστέψω και να το διαλαλήσω,[br]πως ο πνευματικός έρωτας, 0:34:10.219,0:34:14.097 δηλαδή ο αφύσικος, καθαρίζει[br]την ψυχή και κατεβάζει ιδέες!... 0:34:14.329,0:34:17.412 Γι αφτό και φώναζα, πως πρέπει[br]να κλείσουν οι ταβέρνες 0:34:17.412,0:34:18.951 κ' οι ναοί της Αφροδίτης. 0:34:19.270,0:34:23.803 Αι! τότε θύμωσαν οι δημόσιοι ταμίες[br]και τα παπαδόσογα, 0:34:23.803,0:34:26.245 γιατί θα λιγοστέβανε τα εισοδήματά τους. 0:34:26.561,0:34:30.883 Και με κατηγορήσανε, πως θέλω να χαλάσω[br]την... ελληνική οικογένεια!... 0:34:31.632,0:34:34.713 Τι; Είμουνα επικίντυνος στη Δημοκρατία! 0:34:35.056,0:34:37.869 Επικίντυνος εγώ, και σεις δημοκρατία!... 0:34:38.836,0:34:42.210 Μα τους επικίντυνους, ω άντρες Αθηναίοι,[br]δεν τους δικάζουνε. 0:34:42.210,0:34:46.010 Τους προσκυνάνε ραγιάδικα[br]ή τους δολοφονούνε μπαμπέσικα. 0:34:46.271,0:34:48.678 Κι όσους μπορεί να γίνουν επικίντυνοι[br]μια μέρα, 0:34:48.678,0:34:52.755 γιατί τους εχτιμάει το πόπολο[br]προλαβαίνετε και τους εξοστρακίζετε. 0:34:53.233,0:34:57.174 Αν είμουνα επικίντυνος, θα βάζατε[br]μερικούς χασικλήδες να με μαχαιρώσουνε˙ 0:34:57.454,0:34:59.360 θα ξαγοράζατε τους μαγέρους μου 0:34:59.360,0:35:02.984 να ρίξουνε σουλιμά στο φαγί μου,[br]στο κρασί μου, στον καφέ μου... 0:35:03.343,0:35:06.516 Ένας επικίντυνος μήτε δικάζεται[br]μήτε κι απολογιέται... 0:35:06.742,0:35:08.455 Δικάζει και θανατώνει. 0:35:08.455,0:35:10.101 Γιατί κατέχει την εξουσία! 0:35:10.386,0:35:13.869 Και μοναχά σαν τήνε χάσει,[br]τότε μπορεί να τόνε δικάσατε, 0:35:14.282,0:35:17.293 αν σας βαστάει... κι αν τόνε πιάσετε! 0:35:18.066,0:35:22.832 Επικίντυνος είταν ο Πεισίστρατος και[br]τα παιδιά του, ο Αλκιβιάδης, οι Τριάντα. 0:35:23.111,0:35:27.621 Θα γινότανε κι ο Κύλων, αν κατάφερνε[br]ν' αρπάξει την εξουσία, κι ο Αριστείδης, 0:35:27.621,0:35:30.714 αν είτανε λιγότερο "δίκαιος"[br]και περισσότερο παλιάνθρωπος. 0:35:31.086,0:35:34.170 Οι τέτιοι σας κλέβουνε, σας σκοτώνουνε,[br]σας εξορίζουν, 0:35:34.170,0:35:35.796 σας λένε και "προδότες". 0:35:35.796,0:35:36.968 Και σεις μιλιά! 0:35:37.475,0:35:39.963 Κι αν εγώ, αντίς να αεροκοπανάω[br]στο παζάρι, 0:35:39.963,0:35:43.897 σκότωνα καμιά σαρανταριά χιλιάδες από σας[br]και θρόνιαζα τους οντρούς στο Τατόι, 0:35:43.897,0:35:46.985 για ν' αρπάζουνε τα ζωντανά σας, να[br]κόβουνε τα λιόδεντρα 0:35:46.985,0:35:49.084 και τ' αμπέλια σας,να καίνε τα χωράφια σας 0:35:49.084,0:35:52.876 και σεις να ψοφάτε κλεισμένοι μέσα[br]στο Κάστρο κι από πείνα κι από λοιμική˙ 0:35:52.876,0:35:56.807 κι αν εξόριζα μερικές χιλιάδες[br]από σας, τους πιο πλούσιους, 0:35:56.807,0:36:01.205 για να βουτήξω την περιουσία σας˙ κι αν[br]ανοίγοντας τις πόρτες τις πολιτείας 0:36:01.205,0:36:05.532 έμπαζα μέσα τους Παλιομωραΐτες,[br]τους Ατζέμηδες κι όποιον άλλον κερατά, 0:36:05.532,0:36:08.132 για να με καθίσουνε στο σβέρκο σας[br]για σωτήρα, 0:36:08.373,0:36:11.845 ποιος θα τολμούσε να κάνει κιχ![br]- όχι να με δικάσει; 0:36:12.414,0:36:16.531 Όλ' οι τυχοδιώκτες θα τρέχανε δίπλα μου[br]και θα γινόντανε λιβανιστάδες μου. 0:36:16.531,0:36:19.896 Κ' οι "καλοί πατριώτες" θα χτυπούσανε[br]το ξερό τους στον τοίχο, 0:36:19.896,0:36:22.138 που δεν προλάβανε να κάνουν[br]αφτοί χειρότερα 0:36:22.138,0:36:23.840 για να πλουτήνουνε περισσότερο. 0:36:24.644,0:36:27.278 Όχι! Δε φοβηθήκατε το Σωκράτη, 0:36:27.278,0:36:30.124 μα θελήσατε να φοβίσετε τους άλλους[br]με το θάνατό του. 0:36:30.477,0:36:33.663 Η δημοκρατία σας δε στέκεται καλά[br]στα πόδια της. 0:36:33.663,0:36:37.011 Τα μακροτείχια της Αθήνας και του Περαιά[br]κοίτουνται χάμου, 0:36:37.011,0:36:37.860 ναν τα κλαις. 0:36:38.243,0:36:39.755 Καράβια δεν έχετε. 0:36:39.983,0:36:43.477 Συμμάχους να πλερώνουνε[br]χαράτσι να τρώτε, δεν έχετε. 0:36:43.886,0:36:47.376 Μεταξύ σας μ' όλους τους σκοτωμούς[br]και τις εξορίες που κάνατε, 0:36:47.376,0:36:50.351 κρύβονται πολλοί που νοσταλγούνε[br]τον καλό καιρό της τυραννίας˙ 0:36:50.716,0:36:53.132 γιατί χάνουνε τώρα τα όσα κερδίζανε τότες, 0:36:53.132,0:36:57.192 όπως και σεις προσπαθείτε να ξαναβγάλετε[br]τώρα τα όσα χάσατε τότες. 0:36:58.489,0:37:00.925 Όποιος είναι στα πράματα[br]φοβάται την αλλαγή˙ 0:37:00.925,0:37:04.549 κι ο πεσμένος την αποθυμάει[br]και την ετοιμάζει με κάθε τρόπο. 0:37:05.248,0:37:08.089 Ο κοσμάκης στέκεται στη μέση[br]και πλερώνει τα σπασμένα˙ 0:37:08.540,0:37:12.155 το ίδιο δυστυχεί και με τα παράνομα[br]και με τα νόμιμα καθεστώτα 0:37:12.155,0:37:14.606 και με την τυραννία και με τη λεφτεριά. 0:37:15.257,0:37:17.625 Για να μην καταλαβαίνει[br]και να μην αντιστέκεται, 0:37:17.625,0:37:19.837 του λέτε ψέματα και τόνε φοβερίζετε. 0:37:20.247,0:37:24.113 Είναι λαοί, που ζούνε στα δάση, δεν έχουνε[br]νόμους, τρώνε τις ψείρες τους, 0:37:24.113,0:37:27.681 όμως αγαπάνε τη λεφτεριά τους.[br]Βάρβαροι λαοί! 0:37:28.148,0:37:30.675 Εμείς ζούμε στην ωραιότερη πολιτεία[br]του κόσμου, 0:37:30.836,0:37:34.002 έχουμε τους σοφότερους νόμους,[br]δεν τρώμε τις ψείρες μας 0:37:34.260,0:37:36.988 κι αγαπάμε τους κατεργαρέους[br]που μας τρώνε. 0:37:38.661,0:37:41.661 Οι Τριάντα σκοτώνανε κι αρπάζανε[br]δίχως προσκήματα. 0:37:41.661,0:37:46.638 Καταργήσανε νόμους, δικαστήρια, λαοσύναξες[br]- την κυριαρχία του λαού! 0:37:46.808,0:37:50.432 Και κάνανε βουλή δικιά τους από μπράβους[br]και μαχαιροβγάλτες. 0:37:50.782,0:37:53.906 "Και τούτον ημείς θανατούμεν!"[br]- μια κι όξω. 0:37:54.325,0:37:56.825 Ξέρανε, πως θα μένουνε λίγο[br]και βιαζόντανε. 0:37:57.209,0:38:01.155 Σεις θέλετε να μείνετε για πάντα[br]και μεταχειρίζεστε κάποια προσκήματα. 0:38:01.431,0:38:04.847 Και γι αφτό σκεφτήκατε να περιορίσετε[br]τα πολιτικά δικαιώματα 0:38:04.847,0:38:07.861 μονάχα σ' όσους έχουνε χτήματακ'[br]είναι κι από σόι, 0:38:07.861,0:38:11.636 για να κρατήσετε μακριά από το Ταμείο[br]χιλιάδες φτωχούς. 0:38:12.249,0:38:16.403 Κείνοι μποδίσανε τη λεφτεριά του λόγου[br]και τη διδασκαλία της ρητορικής˙ 0:38:16.403,0:38:19.364 εσείς πάτε να μποδίσετε[br]τη λεφτεριά της σκέψης 0:38:19.364,0:38:21.410 και τη διδασκαλία της φιλοσοφίας. 0:38:21.599,0:38:24.888 Από κείνους επήρατε το φτηνό[br]και σύντομο θανατικό μέσο, 0:38:24.888,0:38:27.207 το βρωμόχορτο, που με ποτίζετε σήμερα. 0:38:27.688,0:38:31.880 Η δημοκρατία σας είναι, καθώς βλέπετε,[br]μασκαρεμένη τυραννία. 0:38:33.816,0:38:37.217 "Εμείς δεν ξέρουμε δικολαβίες.[br]Εφαρμόσαμε τους νόμους", 0:38:37.217,0:38:39.215 ακούω κάποιονε που φωνάζει. 0:38:39.575,0:38:43.855 Κ' εγώ σας λέω : μονάχ' αν παραβαίνατε[br]το νόμο, δε θα μ' αδικούσατε! 0:38:43.855,0:38:47.403 Γιατί σκοπός των νόμων δεν είναι να[br]τιμωρούνε τους φταίχτες, 0:38:47.403,0:38:48.709 μα τους αδικημένους, 0:38:48.709,0:38:51.857 και να μποδίζουνε τους κλεμένους[br]να κλέψουνε κι αφτοί. 0:38:52.115,0:38:55.826 Νόμος θα πει θέληση των δυνατών[br]κι αδυναμία των άβουλων. 0:38:56.799,0:39:01.247 "Δίκαιον ουκ άλλο τι[br]ή το του κρείττονος συμφέρον". 0:39:01.899,0:39:04.458 Έτσι πανου κάτου το χα μυριστεί[br]και μοναχός μου, 0:39:04.458,0:39:09.360 μα πρόλαβε και το διαλάλησε κείνος ο Πώλος[br]και μ' ανάγκασε να τόνε κοντραστάρω. 0:39:09.772,0:39:13.057 Και στη γλώσσας μας "κρείττων"[br]θα πει δυνατότερος. 0:39:13.480,0:39:15.999 Κι ο Σόλων δε δυσκολέφτηκε να παινεφτεί, 0:39:15.999,0:39:19.110 πως έφερε την τάξη[br]στην τρικυμισμένη πολιτεία: 0:39:19.511,0:39:23.182 "κράτει νόμου βίην[br]τε και δίκην συναρμόσας". 0:39:23.491,0:39:26.571 Μ' άλλα λόγια σιγουράρησε με τη βία[br]το δίκιο, 0:39:26.571,0:39:29.220 ήγουν το συφέρο των δυνατότερων. 0:39:30.240,0:39:31.923 Και ποιοι ναι οι δυνατότεροι; 0:39:32.309,0:39:35.814 Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά[br]και γυμνασμένα κορμιά : 0:39:36.136,0:39:39.164 οι πεχλιβάνηδες, ο Μίλων, ο Ηρακλής, 0:39:39.164,0:39:42.823 ο πετεινόμυαλος Ηρακλής, που[br]μ' όλα τ' ατσαλένια μπράτσα του 0:39:42.823,0:39:46.460 γίνηκε κλωτσοσκούφι μιας γκόμενας[br]και κοκόνα με ρόκα και φουστάνια. 0:39:47.024,0:39:50.217 Μήτε κείνοι πόχουνε τα πιο γερά[br]κι ανωφέλεφτα μυαλά : 0:39:50.576,0:39:54.981 φιλόσοφοι, σατυρικοί ποιητάδες κι ούλ'[br]οι μισάνθρωποι κ' οι γεροπαράξενοι. 0:39:55.331,0:39:58.307 Μήτε κείνοι πόχουνε τις πιο γερές ψυχές: 0:39:58.599,0:40:02.519 ένας Προμηθέας, ένας Λεωνίδας,[br]ένας Κυναίγειρος 0:40:02.930,0:40:06.916 - μυθικά προσώπατα, πλάσματα[br]της φαντασίας των φοβιτσιάρηδων. 0:40:07.740,0:40:11.465 Δυνατότεροι παντού και πάντοτες[br]είναι οι κλέφτες. 0:40:13.498,0:40:14.739 "Παραμύθια;"... 0:40:15.739,0:40:18.972 Άι λοπόν θα σας πω κ' ένα παραμύθι,[br]για να ξεκουραστείτε! 0:40:20.094,0:40:23.534 Μια φορά κ' έναν καιρό οι κλέφτες[br]της πρώτης πολιτείας του κόσμου, 0:40:23.534,0:40:27.591 αφού πλουτήνανε αρκετά, αποφασίσανε[br]να ταχτοποιήσουνε τη ζωή τους. 0:40:28.110,0:40:30.605 Μπλοκάρανε το λοιπόν[br]τους φτωχούς της πολιτείας 0:40:30.605,0:40:32.945 κι αφού τους μαζώξανε στην πλατέα,[br]τους είπανε: 0:40:33.833,0:40:36.835 "Ψηλά τα χέρια! Θέλουμε το καλό σας. 0:40:37.239,0:40:40.549 Δε θα σας πάρουμε τα φκιάρια,[br]τους κασμάδες, τα σκεπάρνια, 0:40:40.549,0:40:43.011 τα δισάκια και τα ζεμπίλια σας[br]με το ψωμοτύρι, 0:40:43.011,0:40:46.939 τα τρύπια σας πουκάμισα με τις ψείρες[br]και τις απάτωτες καλύβες σας, 0:40:46.939,0:40:48.659 που κάνουνε νερά, σα βρέχει. 0:40:49.016,0:40:54.196 Είσαστε λέφτεροι -- Ψηλά τα χέρια! --[br]λέφτεροι να ζείτε κατά το κέφι σας, 0:40:54.196,0:40:59.228 να κερδίζετε, να κάνετε κομπόδεμα,[br]να μεθάτε, να χορέβετε, να γεννοβολάτε 0:40:59.228,0:41:00.527 και να πεθαίνετε. 0:41:00.738,0:41:03.028 Εμείς θα σας μαθαίνουμε τις... αλήθειες! 0:41:03.299,0:41:06.525 Θα σας δώσουμε πλούσια φαντασία[br]κ' αισθαντική καρδιά˙ 0:41:06.926,0:41:08.930 θα σας δώσουμε κι αθάνατη ψυχή. 0:41:09.318,0:41:12.466 Κι όποιος από σας του γουστάρει,[br]θα μπορεί να γράφει ποιήματα, 0:41:12.466,0:41:14.859 να σκαρώνει θεωρίες και να δοξάζεται. 0:41:15.322,0:41:17.901 Ο κυρίαρχος λαός θα σαστε σεις! 0:41:17.901,0:41:20.198 Εμείς μονάχα θα σας κουμαντάρουμε. 0:41:20.768,0:41:24.524 Θα φροντίζουμε για την ασφάλεια της ζωής,[br]της τιμής και της περιουσίας σας 0:41:24.524,0:41:26.508 - μ' ένα λόγο για τη λεφτεριά σας. 0:41:26.860,0:41:31.279 Σεις θα δουλέβετε, καταπώς θέλετε[br]κι ό,τι θέλετε κι όποτε θέλετε. 0:41:31.613,0:41:34.597 Εμείς θα σας δίνουμε δουλειά,[br]φτάνει να βρίσκεται, 0:41:34.597,0:41:36.689 και σεις θα μας δίνετε τα κόπια σας. 0:41:37.312,0:41:39.730 Και για να μη θαρρέψετε πως σας αδικούμε, 0:41:39.730,0:41:43.045 θα πλερώνουμε κ' εμείς το ίδιο δόσιμο[br]στο Κράτος, 0:41:43.045,0:41:44.661 - στον εαφτό μας! 0:41:45.466,0:41:49.411 "Κ' εσείς κ' εμείς θα χουμε πάνου από[br]τα κεφάλια μας τους ίδιους θεούς, 0:41:49.411,0:41:52.422 που θα προστάζουν εσάς που δουλέβετε[br]και να μην τρώτε 0:41:52.422,0:41:54.617 κ' εμάς να καθόμαστε και να τρώμε. 0:41:54.930,0:41:58.902 Κ' εμείς κ' εσείς θα χουμε πάνου από[br]τα κεφάλια μας τους ίδιους νόμους, 0:41:58.902,0:42:02.758 που εμείς θα σας τους δίνουμε κ' εσείς[br]θα τους ψηφίζετε σα βουλεφτάδες 0:42:02.758,0:42:06.281 και θαν τους εφαρμόζετε σα δικαστάδες[br]ενάντια στον εαφτό σας. 0:42:07.172,0:42:09.828 Και για να μην πλακώνουν[br]απ' άλλες στεριές και θάλασσες 0:42:09.828,0:42:12.511 κουρσάροι και κλέφτες ν' αρπάζουνε[br]το υστέρημά σας 0:42:12.511,0:42:16.174 και να παίρνουνε σκλάβους κ' εσάς[br]και τις γυναίκες σας και τα παιδιά σας, 0:42:16.174,0:42:18.659 θα σας αρματώνουμε, θα σας γυμνάζουμε, 0:42:18.659,0:42:22.309 για να μπορείτε να διαφεντέβετε[br]τους θεούς σας, τον εαφτό σας κ' εμάς, 0:42:22.309,0:42:23.702 δηλαδή την πατρίδα. 0:42:23.942,0:42:26.647 Να σκοτώνεστε σεις και να ζούμε μεις. 0:42:27.077,0:42:30.688 Κι' επειδή μοναχοί σας δε θα μπορούσατε[br]να σκεφτείτε το συφέρο σας 0:42:30.688,0:42:34.422 και να φυλάξετε τον εαφτό σας,[br]θα σας αναγκάζουμε με το ζόρι 0:42:34.673,0:42:35.910 (ψηλά τα χέρια!). 0:42:36.738,0:42:41.451 Ένα πράμα μοναχά σας απαγορέβουμε:[br]να κλέβει ο ένας τον άλλονα. 0:42:41.791,0:42:44.026 Γιατί μπορεί να κλέψετε κ' εμάς". 0:42:46.599,0:42:50.026 Έτσι λοιπόν ο λαός δούλεβε λέφτερα[br]και λέφτερα σκεφτότανε. 0:42:50.402,0:42:55.019 Και τραγουδούσε χαρούμενα στις ταβέρνες[br]σαν τον κότσυφα στο κλαρί (στο κλουβί!). 0:42:55.692,0:43:00.039 Κ' οι σωτήρες του ξαπλωνόντανε τ' ανάσκελα[br]στα ζεστά παλάτια το χειμώνα 0:43:00.039,0:43:02.703 και κάτου απ' ανθισμένα δέντρα[br]το καλοκαίρι 0:43:02.893,0:43:06.153 - και σωρό γυναικούλες όμορφες[br]τους ψειρίζανε το σβέρκο 0:43:06.153,0:43:09.520 και τους χουχουλίζανε το ριζάφτι[br](πολύ συντελεί!). 0:43:10.359,0:43:13.105 Κ' η εφτυχία τους, είτανε[br]δύναμη της πατρίδας 0:43:13.105,0:43:15.531 κ' η ξετσιπωσιά τους καθαρμός. 0:43:15.944,0:43:19.160 Κι αν κάπου βαριοεστίζοντας ο λαός[br]τους έδιωχνε, 0:43:19.160,0:43:21.616 ζητούσε αμέσως άλλους να τονε κλέβουνε: 0:43:21.989,0:43:26.485 δε μπορούσε πια μήτε να ζήσει[br]μήτε να σκεφτεί χωρίς "σωτήρες". 0:43:28.076,0:43:30.909 Γελάτε και με το δίκιο σας,[br]ω άντρες Αθηναίοι. 0:43:31.355,0:43:34.941 Τέτια παράξενη πολιτεία μήτε γίνηκε[br]μήτε θα γίνει ποτές! 0:43:35.640,0:43:37.035 Παραμύθια, βλέπετε. 0:43:37.308,0:43:42.766 Τώρα θα μου ζητάτε κ' επιμύθιο![br]Πού ναν το βρω!... Μοναχά σας λέω: 0:43:43.349,0:43:48.054 "Αλίμονο στον αφτόδουλο πολίτη, που [br]φτασμένος στα έσχατα της απελπισιάς 0:43:48.054,0:43:51.150 παραδίνεται, για να σωθεί,[br]στο έλεος του Θεού 0:43:51.150,0:43:52.992 και στους νόμους των Κλεφτών". 0:44:04.869,0:44:11.893 Η αληθινή απολογία του Σωκράτη[br]Μερος τριτο 0:44:12.820,0:44:16.423 τι περιμένεις ἀπό ναν ἄνθρωπο σηµανδιακό,[br]στριµένονε χαὶ φαρμαχκόψυχο. 0:44:16.886,0:44:18.959 Κοπροσιωλιάζοντας όλη την ημέρα στο παζάρι 0:44:18.959,0:44:21.575 τα βαζε με τους άλλους,[br]πού κοιτάγανε τή δουλειά τους. 0:44:21.575,0:44:23.957 Τού φταίγαν εκείνοι γιὰ[br]τη δικιά του τὴν κατάντια! 0:44:23.957,0:44:25.510 Κι όλοι φέβγαν ἀπὸ κοντά του 0:44:25.510,0:44:29.350 -- μῆτε τὸ διάβολο νὰ ἰδεῖς[br]μήτε τὸ σταβρό σου νὰ κάνεις! 0:44:29.525,0:44:32.654 Υστερα παινεβότανε, πὼς δὲ ζητοῦσε[br]πλερωμὴ γιὰ τὴ σοφία του!... 0:44:32.881,0:44:35.765 ᾿Αφτὸ μᾶς ἔλειπε! Νὰ μᾶς φορτώνεται[br]μὲ τὸ στανιὸ 0:44:35.765,0:44:37.476 καὶ νὰ τὸν πλερώνουμε κιόλας!... 0:44:37.866,0:44:40.215 Τώρα τοῦ δώσαμε τὴν πλερωμῆ,[br]ποὺ τοῦ χρειαζότανε! 0:44:40.618,0:44:43.953 "Αβριο δὲ θά µαστε µῆτε πιὸ πλούσιοι[br]µῆτε πιὸ φτωχοί! 0:44:44.210,0:44:46.498 "Ὅμως θά χουμε ἕναν μπελὰ λιγότερο!» 0:44:47.576,0:44:50.770 ᾿Eσεῖς, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι,[br]παίρνετε τὰ σκιάχτρα 0:44:50.770,0:44:53.375 γι’ ἀληθινοὺς ἀνθρώπους[br]καὶ τοὺς ἀέρηδες γιὰ θεοὺς· 0:44:53.752,0:44:57.456 ἐγὼ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ ψέφτικα σκιάχτρα[br]καὶ τοὺς θεοὺς γι’ ἀέρηδες. 0:44:57.742,0:44:59.897 ᾿Εσεῖς ὀνειρέβεστε κ ἐγὼ βλέπω. 0:45:00.194,0:45:02.653 Βλέπω, γιατὶ ἔχω περισσότερο µυαλὀ, 0:45:02.653,0:45:05.397 τὸ περισσότερο, ποὺ γένηκε ποτὲ[br]στη χώρα σας. 0:45:06.100,0:45:07.528 K’ ἐπειδὴ μποροῦσα νὰ βλέπω, 0:45:07.528,0:45:10.676 γι’ἀφτὸ καὶ μοῦ φανιζόντανε ὅλα[br]κατάµαβρα κι ἄσκημα. 0:45:10.974,0:45:15.369 ᾿Αφοῦ κατάλαβα, πὼς οἱ τριγυρινοί µου[br]δὲν εἶναι ψυχὲς καὶ πνέµατα, μὰ κωλάντερα, 0:45:15.369,0:45:18.400 κ’ η ζωὴ δὲν ἔχει κανένα σκοπό[br]μα το θάνατο 0:45:18.779,0:45:22.154 δε κυνηγούσα την εφτυχία μήτε κόπιαζα[br]να γίνω καλύτερος. 0:45:22.262,0:45:23.000 Έιμουνα. 0:45:23.360,0:45:27.672 Αφηνόμούνα σιγά και μαλακάθησαν[br]οι αδυναμίες μου στη δύναμή μου. 0:45:28.243,0:45:30.748 Ακαμάτης κοροϊδεβα τα σκιάθρα σας[br]στο φανερό 0:45:30.748,0:45:32.375 και τον εαφτό μου στα κρυφά. 0:45:32.487,0:45:37.439 προσπαθούσα να ξεχνώ το σήμερα, το χτες[br]και το άβριο· δήλάδη τον θάνατο. 0:45:38.106,0:45:41.648 Δεν είμουν ο Απόλλωνας να σας εγδάρω[br]μια και καλή με το ....... 0:45:41.849,0:45:44.253 Είμουνα γιος της μαμής, πρόστυχο σόι. 0:45:44.797,0:45:49.153 Σας έδερνα λοιπόν κάθε μέρα[br]με τη σοφία μου, με την κούραλιδία 0:45:49.508,0:45:51.186 Δε σας καλυτέρεβα σε τίποτα. 0:45:51.441,0:45:55.187 Μοναχά σας αγρίεβα και καταλάβανε πως[br]τελεφταία θα με..... 0:45:55.765,0:45:57.836 Έτσι κορόιδεβα και τη σοφία μου. 0:45:57.847,0:46:02.299 Τίποτα δεν ξέρω, ήγουν αφτά που ξέρω[br]δεν αξίζουνε τίποτα. 0:46:03.002,0:46:05.386 Κι έτσι δεν έχομε το καιρό να γράφουν. 0:46:05.386,0:46:09.088 Αν τά γραφα... ////// 0:48:41.541,0:48:45.536 μα φταίει κι ὁ νόμος πιο πολύ, ποὺ μᾶς[br]ἔβαλε να πάρουμε καὶ δέφτερη γυναίκα, 0:48:45.536,0:48:49.605 για να δώσουμε στρατιώτες στην πατρίδα.[br]Τὰ δύστυχα τα πλάσματα ... 0:48:52.649,0:48:55.197 Να δουλέβω!... Τί νὰ δουλέβω ; 0:48:55.484,0:48:58.560 Μιὰ φορὰ στὰ νιάτα μου έκανα τὸ μαρμαρά [br]κοντὰ στὸν πατέρα μου. 0:48:58.800,0:49:01.355 Κι όπως μ' ἔκαιγεν ο πόθος[br]τοῦ γυναίκειο κορμιού, 0:49:01.355,0:49:05.789 κάθισα, για νὰ μερώνω τὴν ψυχή μου,[br]κ' έπλασα θεόγυμνες τις Χάριτες, 0:49:05.789,0:49:08.009 ποὺ μαζὶ τὶς πίστεβα καὶ τὶς ἀποθυμοῦσα. 0:49:08.371,0:49:11.530 Κι ὅταν τῆς ἀποτέλειωσα, βρέθηκα[br]να μαι ερωτεμένος μαζί τους... 0:49:12.038,0:49:15.192 Κι ἀργότερα, πολύ συχνά,[br]ἔπαιρνα τὸν ἀνήφορο τῆς ᾿Ακρόπολης, 0:49:15.192,0:49:17.659 γιὰ νὰν τὶς βλέπω καὶ νὰ ξαναθυμούμαι[br]τὰ παλιά. 0:49:18.090,0:49:21.183 Μὰ τώρα πιὰ δὲν ἔχω τις φαγούρες [br]τῆς νιότης καὶ δὲν πιστέβω 0:49:21.183,0:49:24.019 μήτε στοὺς θεοὺς μήτε στὰ πλάσματα[br]της Τέχνης... 0:49:24.588,0:49:28.042 Τὸ πολὺ θὰ μποροῦσα ν' ἀνοίξω μαγαζί[br]στην ὁδὸν ᾿Αναπαύσεως, 0:49:28.324,0:49:32.429 γιὰ νὰ φτιάχνω καὶ νὰ πουλάω μαρμαρένιους[br]σταβρούς κι ἀγγέλους γιὰ τὰ μνήματα... 0:49:32.797,0:49:35.715 Ολ' ἀφτὰ μοναχὰ νὰ τὰ κοροϊδέψω[br]θα μποροῦσα τώρα. 0:49:36.026,0:49:38.523 Το πολύ μυαλό, μεγάλη σκοτούρα. 0:49:38.779,0:49:42.356 Μοῦ δεσε τὰ χέρια·[br]δὲν μπορῶ πιὰ νὰ κάνω τίποτα. 0:49:43.373,0:49:47.140 Μήπως να «δουλέβων σὰν καὶ σᾶς,[br]ποὺ σταβρώνοντας τὰ χέρια σας 0:49:47.140,0:49:51.159 αγκομαχάτε ποιὸς θὰ γελάσει τὸν ἄλλονε[br]καὶ ποιὸς θὰ πουληθεῖ περισσότερο; 0:49:53.383,0:49:57.060 Μιὰ φορά, σὰ μὲ καλούσαν ἡ τιμὴ τῆς[br]πατρίδας κι ο κατάλογος τῶν ἐφέδρων 0:49:57.060,0:50:01.489 να σκοτώνω τοὺς ὀχτροὺς ἢ νὰ σκοτωθώ,[br]πολεμοῦσα πρῶτος κ' ἔφεβγα τελευταῖος 0:50:01.971,0:50:04.044 καὶ κορόιδεβα μέσα μου τὸν πόλεμο. 0:50:04.323,0:50:07.291 Συλλογιζόμουνα, πὼς οἱ συντρόφοι μου[br]θα χυθοῦνε μετὰ τὴ μάχη 0:50:07.291,0:50:10.650 στα τριγυρινά χωριὰ νὰ σφάζουνε[br]τὸν ἄμαχο πληθυσμό, 0:50:10.650,0:50:13.572 νὰ κλέβουν ὅ,τι λάχει[br]καὶ νὰ βιάζουνε τὶς γυναῖκες. 0:50:15.016,0:50:16.967 Στὸ κρασὶ δὲ μοῦ παράβγαινε κανείς. 0:50:17.218,0:50:20.155 Μποροῦσα νὰ πίνω μὲ τὴν κούπα[br]κ' εἴκοσι ώρες κορδόνι, 0:50:20.493,0:50:23.776 κ' ἐνῶ κυλιότανε ἡ παρέα μου[br]μπρούμυτα κι ανάσκελα στο πάτωμα 0:50:23.776,0:50:24.729 μέσα στα ξερατά, 0:50:25.006,0:50:29.595 στητός έγώ κι αψηλομέτωπος χαιρετούσα[br]τον ήλιο, που πρόβαινε θάμα, 0:50:29.825,0:50:34.756 καὶ ξεχνώντας όλες μου τίς μιζέριες[br]- έφτυν αδιάφορα στὴν ὄχτο της Λήθης. 0:50:35.468,0:50:37.630 Στὸν Έρωτα τί νὰν τὰ λέω ; 0:50:37.851,0:50:41.678 Μοναχοί σας μὲ παρανομιάσατε[br]θεϊκό τραγί, δηλαδή σάτυρο. 0:50:42.535,0:50:45.146 Μονάχα στὸ φαγὶ δὲν εἴμουνα[br]καὶ τόσο μερακλής. 0:50:45.530,0:50:47.505 Ετρωγα μιὰ φορὰ τὴ μέρα καὶ λίγο. 0:50:47.955,0:50:50.229 Είμουνα πολύ παχὺς καὶ θὰ μ' ἔβλαφτε. 0:50:50.401,0:50:52.197 Ήθελα να χω τὸ στομάχι μου λαφρό 0:50:52.197,0:50:54.874 για να χω καὶ τὸ μυαλό μου[br]φρέσκο κι ἀλέγρο. 0:50:55.638,0:50:57.557 Όποιος κοιμάται πολύ καὶ τρώει λίγο: 0:50:57.557,0:51:02.261 ζαρζαβατικά, φασόλια, θρούμπες[br]και κριθαρόψωμο, δεν παθαίνει σφίξη. 0:51:02.261,0:51:04.786 Δε σκουριάζει καὶ δὲν ξυνίζει[br]τὸ γαίμα του, 0:51:04.786,0:51:07.455 δὲ βγάνει σπυριά, βουζούνους και ζωχάδες. 0:51:08.289,0:51:11.307 Επαιρνα μὲ τὸ πρώτο χρυσορόδισμα[br]τα μακρινά χωράφια. 0:51:11.506,0:51:15.250 Ἐκεῖ διάλεγα κάποια πρόσχαρη μεριὰ[br]στὴν ούγια τοῦ πεφκόδασου, 0:51:15.250,0:51:17.988 αντίκρα στον ήλιο νὰ τὸν κοιτάω[br]καὶ νὰ μὲ θαμπώνει, 0:51:17.988,0:51:22.341 καὶ πρόσμενα με κατάνυξη στη Μητέρα θεὰ[br]μιὰν ὁλάκερην ἑκατόμβη... 0:51:22.778,0:51:24.786 Κ' ἡ θεά τό γραφε στὰ κατάστιχά της. 0:51:25.071,0:51:29.674 Μου λαμπικάριζε τὰ μάτια, μοῦ ἀκόνιζε[br]τὸ μυαλό, μοῦ δίνε κέφι κ' ὑπομονή !... 0:51:30.279,0:51:32.945 "Α ! δὲ θὰ γινόμουνα[br]τόσο μεγάλος ἄνθρωπος, 0:51:32.945,0:51:35.182 ἂν εἴχανε τίποτα κουσούρι τὰ λούκια μου. 0:51:35.439,0:51:36.910 Είχα στομάχι κούρκου. 0:51:37.187,0:51:40.544 Μπορούσα να καταπίνω καὶ νὰ χωνέβω[br]καρύδια μὲ τὰ τσόφλια τους, 0:51:40.544,0:51:43.046 καρφιά σκουριασμένα καὶ φούχτες ἄμμο. 0:51:43.777,0:51:45.365 Για κοιτάχτε καὶ τὰ δόντια μου ! 0:51:45.734,0:51:50.139 Τριανταδυό μύγδαλα - ψίχα...[br]Κι ὅμως ἔτρωγα λίγο. 0:51:50.508,0:51:54.734 Μποροῦσα τὸ λοιπὸν νὰ μὴ δουλέβω,[br]δηλαδή νὰ μὴν πολιτέβομαι. 0:51:56.041,0:51:59.844 Έχοντας τόσο δυνατό σκαρί και τόσα κέφια,[br]πῶς δὲ σκορπούσα 0:51:59.844,0:52:03.816 χαρά καὶ καλοσύνη, μὰ σταλοβολούσα[br]παντου φαρμάκι καὶ χολή; 0:52:04.264,0:52:09.051 Γιατί 'χα μεγάλο μυαλό και σᾶς ἔβλεπα[br]πέρα πέρα σε να σαστε γυαλένιοι. 0:52:09.629,0:52:13.307 επειδῆς ἤξερα, πὼς δὲ θὰ σᾶς διόρθωνα[br]μοναχός μου, κορόιδεβα. 0:52:13.695,0:52:16.381 "Α ! δὲν εἶναι τόσο ἔφκολο πράμα[br]ἡ κοροϊδία. 0:52:16.381,0:52:18.523 Είναι μαζί παιχνίδι καὶ τέχνη. 0:52:18.749,0:52:22.286 Πρέπει να χεις πολλή φαντασία[br]καὶ κρίση καὶ πείρα τῆς ζωῆς. 0:52:22.596,0:52:27.574 Καὶ νὰ μπορεῖς όλ' ἀφτὰ νὰν τὰ παίζεις[br]ανάλαφρα καὶ φωτερά, δίχως προσπάθεια. 0:52:28.172,0:52:31.825 Η κοροϊδία δὲν εἶναι ἡ ἀρχή, μὰ τὸ τέλος[br]της φιλοσοφίας. 0:52:32.258,0:52:34.611 Χρειάζεται να χεις περάσει πρῶτα[br]ἀπὸ τὸ δράμα 0:52:34.611,0:52:39.170 τῆς συλλογῆς καὶ τῆς ἀπελπισιᾶς γιὰ νὰ[br]φτάσεις στο γέλιο, - στὸ πικρόγελο. 0:52:39.318,0:52:41.260 Κι ἂν μπορέσεις να φτάσεις ! 0:52:42.544,0:52:45.464 Τις περισσότερες φορές προσπαθοῦσα[br]νὰ μὴ σᾶς βλέπω. 0:52:45.778,0:52:48.299 Πήγαινα πότε στη θάλασσα,[br]πότε στις παλαίστρες. 0:52:48.485,0:52:52.220 Τὰ παιδιὰ μὲ τὰ σφιχτοδεμένα κορμιά τους,[br]τὰ λυγερά σὰν τὰ στάχια, 0:52:52.220,0:52:55.563 μὲ κάνανε νὰ ξεχνιέμαι σὰν ἐμπροστά[br]στὴν ἀπέραντη θάλασσα 0:52:55.563,0:52:56.919 τ' ανοιξιάτικα πρωινά. 0:52:57.249,0:53:00.697 Γέλια, ξεφωνητὰ καὶ πείσματα...[br]χαρούμενος αέρας, 0:53:00.697,0:53:04.320 ποὺ μὲ σιγομεθοῦσε καὶ μὲ βύθιζε[br]σὲ μιὰ γλυκιά μελαγχολία. 0:53:04.753,0:53:08.318 "Ηθελα να γινόμουν ἄμυαλο παιδί[br]καὶ μοῦ ρχότανε νὰ σηκωθώ κ' ἐγὼ 0:53:08.318,0:53:11.121 νὰ κυλιστῶ μὲ τ' ἄλλα μέσα στη σκόνη[br]και στὸν μπουχό, 0:53:11.457,0:53:14.273 σὰν τοὺς γαϊδάρους τὸ καλοκαίρι[br]μὲ τὸ σαμάρι στην πλάτη, 0:53:14.557,0:53:16.691 - καὶ νὰ γκαρίζω, νὰ γκαρίζω ! 0:53:17.514,0:53:20.743 Αν ἐκείνη τὴν ὥρα με ζύγωνε κανείς,[br]γιὰ νὰ μοῦ κάνει τὸν ἔξυπνο, 0:53:20.743,0:53:22.181 θὰ τὸν ἔτρωγα ζωντανό. 0:53:22.999,0:53:24.196 Ὕστερις, ὅταν ἔφεβγα, 0:53:24.196,0:53:26.885 τραβοῦσα σκυφτός καὶ συλλογισμένος[br]τοίχο τοίχο 0:53:26.885,0:53:31.545 και μετροῦσα τὰ βήματά μου... δέκα...[br]τρακόσια... χίλια... δυο χιλιάδες... 0:53:31.545,0:53:34.824 Χωρὶς νὰν τὸ καταλαβαίνω, βρισκόμουνα[br]ξαφνικά στα λιβάδια. 0:53:35.518,0:53:41.252 Να ! νὰ ! νά ! Ἔδερνα μὲ τὸ μπαστούνι μου[br]τα στάχια καὶ τὰ στρωνα χάμου. 0:53:41.606,0:53:47.144 Ἔτσι ξεθύμαινα καὶ ξεχνοῦσα, πὼς μήτ' ἐγὼ[br]θὰ γίνω παιδί μήτε καὶ σεῖς ἀνθρώποι, 0:53:47.896,0:53:51.450 Το καλοκαίρι ! Χρυσὴ ἐποχὴ τῶν φτωχών... 0:53:51.918,0:53:55.633 Μοναχά τὸ καλοκαίρι ζοῦσα πλέρια[br]τὸ κορμί μου καὶ τὴ σκέψη μου. 0:53:56.590,0:54:00.990 Όλα μου τὸ εἶναι βοοῦσε καὶ φωρτούλιζε[br]χαρούμενα τὰ λέφκα στὸν ὄχτο, 0:54:00.990,0:54:02.583 γεμάτη ἀστρώματα[br]και πουλιὰ καὶ τζιτζίκια. 0:54:03.350,0:54:07.200 Καὶ στὴ ρίζα κουλουριασμέν ή ψυχή μου[br]μὲ τὸ κεφάλι ψηλά καρφωτό, 0:54:07.240,0:54:10.579 πυρωνότανε στον ήλιο καὶ κατέβαζε[br]πλήθιο το φαρμάκι 0:54:10.579,0:54:12.283 στα κανάλια των δοντιῶν τῆς ! 0:54:12.482,0:54:14.751 Καὶ ἀλὶ σὲ κείνονε, που δάγκωνε ... 0:54:16.521,0:54:19.500 Πήγατε λοιπὸν νὰ μὲ καταδικάσετε[br]στη δόξα τοῦ καλοκαιριού, 0:54:19.500,0:54:23.897 τὸ Μάη μὲ τὰ λουλούδια ... Τὴν ὥρα,[br]που χω το πιότερο φαρμάκι ... 0:54:24.554,0:54:26.952 "Αν εἶτανε χειμώνας, δὲ θὰ βγαζα λέξη. 0:54:27.543,0:54:30.441 Μα τώρα γλεντάω καὶ φραίνομαι[br]νὰ σᾶς δαγκώνω. 0:54:30.441,0:54:33.613 (βήχας( 0:54:35.388,0:54:40.534 Εδώ ὁ Σωκράτης ξεροκατάπιε, ἔβηξε[br]δυο τρεῖς φορὲς καὶ ξανακολούθησε. 0:54:41.241,0:54:44.613 Διηγήθηκε στο δικαστήριο[br]μιὰν ἡμέρα τῆς ζωῆς του. 0:54:45.830,0:54:50.451 Όλη τη νύχτα ξαπλωμένος στὴν ἀβλὴ πάνου[br]σὲ στρατιωτικές μπατανίες καὶ τσουβάλια, 0:54:50.451,0:54:56.840 κάτου ἀπὸ τ' ἄστρα, δὲν μποροῦσα νὰ κλείσω[br]μάτι : σκνίπες, κοριοί κι ιδέες. 0:54:56.561,0:55:00.300 Τις σκνίπες μου τις στέλνανε τ' άστρα,[br]τοὺς κοριοὺς ὁ τοίχος 0:55:00.300,0:55:03.293 (παλιὸ τὸ σπίτι, βλέπετε),[br]τὶς ἰδέες ἡ κάκητα. 0:55:03.636,0:55:05.995 Αυτή ναι, θαρρῶ, τὸ θεϊκό μας στοιχείο ! 0:55:06.191,0:55:10.282 Το μυαλό μου δουλέβει· κι ὅταν ἀποκοιμηθώ,[br]ξακολουθεῖ νὰ δουλέβει... 0:55:10.543,0:55:14.911 ᾿Αναχαράζω τις κουβέντες τῆς ἡμέρας,[br]τις βάζω σὲ τéaξη, τίς ξεκαθαρίζω. 0:55:15.362,0:55:18.690 Τότε βρίσκω τὶς πιὸ θανάσιμες ἀντιλογίες, 0:55:18.690,0:55:20.379 ποὺ θὰν τὶς ξεφουρνίσω[br]τὸ πρωὶ στὴν ᾿Αγορά... 0:55:20.718,0:55:23.892 Στάσου καὶ θὰ δεῖς, τί ἔχω νὰ σὲ κάνω[br]κύριε Τάδε... 0:55:24.807,0:55:29.238 Λίγο λίγο γαληνέβουνε τὰ μέσα μου κι ἀργὰ[br]πολὺ κλείνουνε βαριὰ τὰ μάτια μου. 0:55:29.782,0:55:34.860 Μόλις κοκκινίσουνε τὰ μάγουλα τῆς ᾿Αβγῆς,[br]πετιέμαι ψηλὰ σὰν τὸ πετεινάρι 0:55:34.860,0:55:36.888 κι ἀρχίζω νὰ λαλῶ : νὰ πειράζω[br]τὴν Ξανθίππη... 0:55:37.457,0:55:41.473 Αφοῦ μοῦ φέρει τὴν πρωινή μου κρασοψυχιά[br]μέσα σ'ένα πήλινο καφκί, 0:55:41.473,0:55:44.316 μουρμουρίζοντας, πάει στο πηγάδι[br]καὶ τραβάει νερό. 0:55:45.510,0:55:47.665 Ὕστερις μοῦ χύνει κατακέφαλα[br]τὸν κουβὰ γεμάτο. 0:55:48.157,0:55:51.940 Κι ἐνῶ σφουγγίζοµαι γρήγορα γρήγορα[br]μὲ τὰ μανίκια 0:55:51.940,0:55:54.787 καὶ χτενίζω τὰ γένια µου μὲ τὰ δάχτυλα...[br]κείνη δυναμώνει τὸ χαβά της. 0:55:55.531,0:55:57.734 «Δὲ μ᾿ ἄφησες ὅλην τὴ νύχτα νὰ κοιμηθῶ. 0:55:57.734,0:56:01.815 Κλωτσοῦσες, ῥροχάλιζες, ἔτριζες τὰ δόντια[br]σου καὶ βρωμοῦσες σχκὀρδο. 0:56:01.815,0:56:03.873 Δὲ ντρέπεσαι τουλάχιστο τὰ παιδιά ;» 0:56:04.379,0:56:07.999 (Ὅλοι κοιµόμαστε στὴν ἀβλη κατάχαµα,[br]ἕνας πλάι στὸν ἄλλονε). 0:56:08.304,0:56:12.372 Αἴ τότες ἐγὼ βγάνω φτερά,[br]τῆς τσιµπάω τὸ μπράτσο... καὶ δρόµο ! 0:56:12.822,0:56:17.595 "Αν δὲ μὲ βρίσει πρωὶ πρωί, θά µαι[br]ξυνισμένος κι ἄκεφος ὅλη τὴν ημέρα !... 0:56:18.579,0:56:22.886 Πρὶν πάει μισὸ καλάμι ὁ γῆλιος[br]κόβω μιὰν κορφὴ βασιλικὸ καὶ ξεπορτίζω. 0:56:23.267,0:56:26.510 Ἕνα ζεβγάρι σπουργίτες τροµάζουνε ξαφνικὰ 0:56:26.510,0:56:28.712 καὶ χαράζουνε στὸν ἀέρα[br]δυὸ φωτεινὲς γραμµές, 0:56:28.712,0:56:32.167 ἀπὸ τὴν καβαλίνα τοῦ δρόμου[br]στὴν κορφὴ τῆς διπλανῆς ροδακινιᾶς. 0:56:33.500,0:56:37.602 Στρίβω δεξιὰ καὶ παίρνω τ᾽ ἀνοιχτά...[br]περιβόλια... ρεματιές... 0:56:38.130,0:56:40.989 ν ἀνασάνω βαθιά... νὰ ξαλαφρώσω... 0:56:42.183,0:56:44.407 ᾿Ακούγονται μακριὰ στὶς δημοσιὲς[br]τὰ πρῶτᾳ κάρα, 0:56:44.407,0:56:47.589 ποὺ κατεβαίνουνε στὴν ᾿Αθήνα γεμάτα[br]δροσερὰ λαχανικὰ καὶ φροῦτα. 0:56:48.209,0:56:51.905 Σὲ λίγο στὰ καλντερίµια τῶν σοκακιῶν[br]ἀνακατέβονται τὰ πέταλα τῶν ἀβασταγῶν 0:56:51.905,0:56:53.578 μὲ τὰ χουγιαχτὰ τῶν ἀγωγιάτηδων. 0:56:53.578,0:56:58.106 Λεκάνες καὶ ντενεκέδες ἀδειάζούυνε[br]σαπουνόνερα καὶ λάντζες ὅπου τύχει. 0:56:58.441,0:57:02.918 Γεροντικὰ βηξίµατα καὶ ρόχαλα κάνουνε[br]στράκες ἀπάνου στὰ κεφάλια τῶν Θεῶν... 0:57:03.357,0:57:07.388 Τὰ χούφταλα ! Ξυπνώντας ἀξημέρωτα[br]πᾶνε νὰ δικάσουν 0:57:07.388,0:57:10.436 η νὰ συνεδριάσουνε στη λαοσύναξη[br]γιὰ τὶς δεκάρες... 0:57:10.709,0:57:15.342 Ὅσο νὰ κατέβω στὸ παζαρι, σύνεφα μύγες,[br]κουρνιαχτός, κάτουρα, 0:57:15.342,0:57:20.128 ποὺ ἀχνίζουνε, κι ἀνθρωπήσια βαρβατίλα[br]μαγαρίζουνε τὴν παρθενικὴν ημέρα. 0:57:21.801,0:57:25.252 Κιαλάρω μαζωμένους στὴ στοὰ τὸν Κόλια,[br]τὸν Πρίφτη, 0:57:25.252,0:57:29.603 τὸ Δέδε, τὸ Γκίκα, τὸ Δεδεγκίχα... [br]τοὺς μεγάλους ἄντρες ! 0:57:29.900,0:57:32.006 Εἶναι μαζὶ τους κι ὁ χύριος Τάδες. 0:57:32.218,0:57:34.205 Κι ἂν δὲν εἶναι, θά ρτει. 0:57:34.336,0:57:35.846 Ζυγώνω καὶ καληµερίζω. 0:57:36.279,0:57:40.242 Τοὺς λέω τὰ σπουδαῖα τῆς Ἠμέρας :[br]γιὰ τὸ γάιδαρο τοῦ Μελέτη, 0:57:40.242,0:57:43.769 πού σπασε τὴν τριχιά του ψὲς τὸ βράδι[br]καὶ λάκηξε κατὰ τὰ Τουρκοβούνια 0:57:43.769,0:57:47.544 κυνηγώντας μιὰ καλοθρεμένη τσακἰστρα·[br]γιὰ τὸ κρασὶ τοῦ Μπαρμπαχρίστου, 0:57:47.544,0:57:50.279 ποὺ ξύνισε κι ὁ γιατρὸς δὲν μπόρεσε[br]νὰν τὸ γιάνει΄ 0:57:50.279,0:57:53.576 γιὰ τὴν Παπαλάμπραινα,[br]ποὺ σήκωσε τὴ γειτονιὰ στὸ ποδάρι, 0:57:53.576,0:57:56.130 γιατὶ τ᾿ ἀγγούρι, ποὺ τῆς ἔδωκε ψὲς[br]ὁ µανάβης, 0:57:56.130,0:57:58.966 εἴτανε καὶ μικρὸ καὶ πικρὸ φαρμάκι ! 0:58:00.212,0:58:05.940 Καὶ ποιὸς εἴτανε ἀφτὸς ὁ κ. Τάδες ;[br]Ὁ σοφιστῆς, ὁ πολιτικός, ὁ ποιητάκος. 0:58:06.254,0:58:10.186 "Όσοι φαντάζονιαι πὼς εἶναι πανήξεροι, καὶ[br]τό χουνε καμάρι ποὺ λένε ψέματα. 0:58:10.691,0:58:11.866 Τοὺς ἀλάλιαζα. 0:58:11.866,0:58:14.449 "Οχι γιατί θελα νὰ φαίνομαι[br]καλὐτερός τους. 0:58:14.449,0:58:18.081 Δὲν ἀξίζει τὸν κόπο νά ναι κανεὶς[br]πρῶτος η τελεφταῖος 0:58:18.081,0:58:20.984 ἀνάμεσα σὲ τελεφταίους, ποὺ θαρροῦνε[br]πὼς εἶναι πρῶτοι. 0:58:21.623,0:58:24.362 Τοὺς τσάκιζα, καθὼς τσακίζουµε [br]τοὺς κοριοὺς... 0:58:24.724,0:58:26.900 Δὲ ζητᾶμε δηλαδη νὰν τοὺς καλυτερέψουµε 0:58:26.900,0:58:30.312 μήτε νὰ σώσουμε τοὺς γειτόνους η[br]τὶς μελλούμενες γενιὲς τῶν Ἑλλήνων ! 0:58:30.635,0:58:34.433 Ἕνας λύκος μοναχά, τοῦ ᾿Αγκούμπιο,[br]τὰ κατάφερε νὰ καλυτερέψει, 0:58:34.433,0:58:38.185 νὰ γίνει θεοφοβούμενος καὶ νὰ μὴν τρώγει[br]κρέατα ζωντανά, µά... 0:58:38.185,0:58:42.134 ραδίκια βραστά,ποὺ κατέβαινε καὶ[br]τ᾽ ἀγόραζε πρωὶ πρωὶ στὸ Λαχανοπάζαρο. 0:58:43.314,0:58:47.830 Γιὰ τὴν πλεμπάχγια τὴν παρακατιανη,[br]γιὰ σᾶς, ἔνιωθα μονάχα λύπηση. 0:58:48.105,0:58:51.279 “Ο νούς, η καρδιὰ κ᾿ η πράξη σας[br]δὲν εἶναι δικά οας : 0:58:51.815,0:58:55.602 αἰστάνεστε, νογᾶτε καὶ κάνετε[br]ὅ,τι συφέρνει στοὺς Λύκους. 0:58:56.102,0:58:59.193 Οἱ Λύκοι σᾶς µάθανε, πὼς εἶναι καὶ δίκιο[br]καὶ θέλημα τῶν θεῶν, 0:58:59.193,0:59:04.817 ἀφτοὶ νὰ τρῶνε κρέας ἀνθρωπινὸ καὶ[br]σεῖς ραδίκια βραστὰ -- καὶ νὰ βρίσκονται ! 0:59:07.400,0:59:10.218 Οἱ σοφιστάδες... Τί µεγαλεῖο ! 0:59:10.535,0:59:14.954 ᾿Ἐρχόντουσαν ἀπὸ πολὺ µακριά. ψηλοί,[br]γεμάτοι, χαρούμενοι. 0:59:15.614,0:59:19.137 Σὰν κοσμογυρισµένοι, μπορούσανε[br]καὶ γινόντανε σὲ μιὰ βδομάδα 0:59:19.137,0:59:21.372 βέροι Αθηναῖοι, γέννημα - θρἐµα. 0:59:21.797,0:59:25.523 Ντυμένοι κόκκινους μαντύες,[br]σπαρµένους ἄστρα µαλαματένια, 0:59:25.523,0:59:28.095 κατσαρωμένοι καὶ φκιασιδωµένοι[br]στὸν καθρέφτη, 0:59:28.095,0:59:31.759 προβαίνανε ἀργὰ καὶ πίσηµα[br]μὲ τὰ σκαλισµένα μπαστούνια τους 0:59:31.759,0:59:34.225 καὶ τὸ φιλντισένιο μῆλο, σὰ βασιλιάδες. 0:59:35.175,0:59:38.881 Μᾶς περνούσανε γιὰ ἐπαρχιῶτες ---[br]καὶ τάχατες δὲν εἴμαστε ; 0:59:39.904,0:59:44.803 'Η ξενοτοπίτισσα προφορά τους ἔκανε[br]τὸ µίληµά τους κελαηδιστὸ καὶ ζαχαρένιο. 0:59:44.803,0:59:47.252 Έτσι τὸ ψέβδισµα τῶν σπαθάτων ἀχειλιῶν 0:59:47.252,0:59:50.211 ἢ τ᾽ ἀλαφρὸ ἀλλοιθώρισμα[br]τῶν παιχνιδιάρικων ματιῶν 0:59:50.211,0:59:54.154 κάνει τὶς κοκέτες γυναικοῦλες πιὸ[br]τσαχπίνισσες καὶ πιὸ λαχταρισµένες. 0:59:55.038,0:59:57.535 Κάθε τους λέξη τῆνε βροντούσανε[br]στ᾽ ἀφτιά σας, 0:59:57.535,1:00:00.317 ὅπως οἱ σαράφηδες τὶς λίρες[br]ἀπάνου στὴν πέτρα, 1:00:00.317,1:00:04.601 μὰ ἐσᾶς δὲ σᾶς ἔνοιαζε νὰ ξεχωρίζετε[br]τὶς ἀληθινὲς ἀπὸ τὶς κάλπικες. 1:00:04.808,1:00:07.938 Ο Πήγασος τῆς ρητορείας τους[br]σᾶς ἀνέβαζε καμαρωτὸς 1:00:07.938,1:00:09.786 στ᾽ ἀτέλειωτα βάθη τῶν ὑψῶν, 1:00:09.786,1:00:12.554 κ᾿ η καρδιά σας, ὅπως η σπηλιὰ[br]τῆς Πεντέλης, 1:00:12.554,1:00:15.256 δεφτέρωνε καὶ τρίτωνε τ᾽ ἀχολογητό του. 1:00:15.471,1:00:19.531 Χάνοντας ἀπὸ τὰ πόδια σας τὴ γῆς,[br]ἐχάνατε στὸ τέλος καὶ τὸν ἑαφτό σας 1:00:19.531,1:00:21.944 γινάµενοι σὰν τοὺς ἥσκιους[br]τοῦ Κάτου Κόσμου. 1:00:22.514,1:00:24.874 "Όταν λοιπὸν ἐγὼ τοὺς ἀρωτοῦσα ξαφνικά : 1:00:24.874,1:00:28.208 «Ἔχετε πολιτικὰ δικαιώµατα[br]γιὰ νὰ φωνάζετε τόσο :» 1:00:28.537,1:00:30.704 χάλαγ᾽ ἐφτὺς η παράσταση. 1:00:30.950,1:00:33.478 Καἱ σεῖς ἀπὸ τὰ ψηλά, ποὺ ἁρμενίζατε, 1:00:33.478,1:00:36.818 πέφτατε κατακέφαλα πάνου στὰ βράχια[br]τῆς γῆς καὶ τσακιζόσαστε 1:00:36.818,1:00:38.890 σὰν τὶς χελῶνες τοῦ Γεροαίσωπου. 1:00:39.223,1:00:41.445 Εἴτανε λοιπὸν νὰ μὲ χωνέβετε ; 1:00:42.965,1:00:47.208 Ἐγὼ βέβαια τὰ πολιτικά µου δικαιώµατα τὰ[br]εἶχα γραμμένα στὰ παλιά µου τὰ παπούτσια. 1:00:47.494,1:00:50.701 Ποτές µου δὲν πῆγα νὰ ψηφίσω'[br]νὰ διαλέγω μοναχός µου 1:00:50.701,1:00:53.827 ποιὸς κλέφτης θὰ μὲ κλέβει[br]καὶ ποιὸς τζελάτης θὰ μὲ κόβει. 1:00:54.472,1:00:58.245 Ἔλεγα ἔτσι στοὺς σοφιστάδες,[br]γιὰ νὰ θυµώνετε σεῖς κ᾿ ἐγὼ νὰ γελάω 1:00:58.855,1:01:02.504 Οἱ σοφιστάδες µοσκοπλερώνονται...[br]Πέντε µνές... 1:01:02.840,1:01:05.126 Θὰ πεῖ, πὼς ἡ σοφία τους ἄξιζε τόσο. 1:01:05.404,1:01:08.092 ᾿Απὸ τὴν τιμή καταλαβαίνεις[br]τὴν ἀξία τῆς πραμάτειας. 1:01:08.473,1:01:13.265 ᾿Εγὼ τὴ φτωχή µου τὴ γνώση τή χάριζα[br]τζάμπα καὶ κανένας δὲν τήνε δεχότανε. 1:01:13.613,1:01:15.635 Θὰ πεῖ πὼς δὲν ἄξιζε τίποτα. 1:01:16.021,1:01:19.667 Μὰ θὰ πεῖ καὶ κατιτὶς ἄλλο :[br]γιὰ νὰ ἐπιμένω 1:01:19.667,1:01:22.673 νὰ σᾶς τήνε δίνω μὲ τὸ ζόρι[br]καὶ μὲ κίντυνο τῆς ζωῆς µου, 1:01:22.866,1:01:26.373 κάποιος ὀχτρός σας θὰ μὲ πλῆρωνε.[br]Προπαγάντα ! 1:01:26.661,1:01:31.773 Οἱ Σλάβοι μὲ πλερώνανε νὰ ξεβιδώσω[br]τὴν ἰδεαλιστικὴ μηχανή τῆς πολιτείας ! 1:01:32.451,1:01:36.800 Μὰ γιὰ νὰ µπορῷ νὰ ρεζιλέβω[br]τὴν παντογνωσία τῶν κοτζάµου σοφιστάδων, 1:01:36.800,1:01:42.108 δὲ θὰ πεῖ πὼς εἶχα δίκιο, μὰ πὼς εἴμουνα[br]πιὸ πονηρὸς καὶ πιὸ καπάτσος ἀπὸ δάφτους. 1:01:42.443,1:01:46.477 Μποροῦσα νὰ κάνω τ' ἄσπρο µάβρο.[br]Σημάδι τῶν καιρῶν... 1:01:46.770,1:01:50.068 ᾿Αφοῦ μὲ τὶς λογῆς ἀλλαξοκαθεστοσύνες[br]καὶ προδοσίες 1:01:50.068,1:01:53.961 µαγαρίσατε κάθε νόημα δικαιοσύνης,[br]ρίξατε τὸ φταίξιμο σὲ μένα. 1:01:54.431,1:01:57.181 Ἐγὼ μὲ τὴ διδασκαλία µου[br]καὶ μὲ τὶς κοροϊδίες µου 1:01:57.181,1:02:00.912 κλόνισα µέσα στὴν φυχἠ τῶν πολιτῶν[br]κάθε μπιστοσύνη στοὺς νόμους ! 1:02:00.912,1:02:03.854 Εἴμουνα λοιπὸν κ᾿ ἐγὼ ἕνας[br]ἀπὸ τοὺς σοφιστάδες ! 1:02:03.854,1:02:04.779 Μακάρι ! 1:02:04.779,1:02:08.960 Τό χω βάρος στὴν ψυχή µου, ποὺ[br]κοροϊδέβοντας τὴ θεατρική τους ρητορεία, 1:02:08.960,1:02:11.759 χτύπαγα μαζὶ[br]καὶ τὶς μεγάλες τους ἀλήθειες... 1:02:11.759,1:02:16.535 Ὅταν ἐπιτέλους πέτυχα νὰν τοὺς διώξετε,[br]κάθισα καὶ συλλογίστηκα τὰ λεγόμενά τους. 1:02:16.873,1:02:18.560 Μέσα µου τί χαλασμός ! 1:02:18.560,1:02:22.485 Λυπᾶμαι πολὺ, ποὺ δὲν πρόλαβα[br]ν᾿ ἀνοίξω τὴν ψυχη µου στὸν κόσμο, 1:02:22.485,1:02:26.349 πρὶν ἐσεῖς μοῦ τῆνε κουκουλώσετε[br]γιὰ πάντα μὲ μιὰν ὀργιὰ χώμα ! 1:02:26.800,1:02:30.483 Αἴ ! στὸ τέλος τῆς ἀπολογίας µου[br]θὰ σᾶς ἀμολήσω τὰ σφαλάγγια, 1:02:30.483,1:02:32.361 ποὺ βράζουνε µέσα µου ἀπὸ καιρό. 1:02:35.704,1:02:37.472 Νὰ κι ὁ πολιτικὸς ἀριβάρει. 1:02:37.706,1:02:40.811 Μπροστὰ πᾶνε τ᾽ ἀστραφτερά του μάτια[br]καὶ πίσου ἀφτός. 1:02:41.056,1:02:42.595 Πριχοῦ πατήσει τὸ ποδάρι, 1:02:42.595,1:02:45.890 δοκιμάζει τὰ γεφυροσάνιδα μὲ τὰ μάτια του[br]σὰν τὸ µουλάρι. 1:02:46.455,1:02:49.261 Ξεροβήχει, γιὰ νὰ γυρίσουμε[br]νὰ τὸν κοιτάξουμε. 1:02:49.504,1:02:53.331 Μαζί µας εἶναι κάµποσοι φίλοι του.[br]Τὸν καληµερίζουµε κι ἀφτὸς ζυγώνει. 1:02:53.858,1:02:56.635 Σφίγγει τὰ χέρια µας πολὺ γκαρδιαχκὰ[br]καὶ μὲ δύναμη. 1:02:56.853,1:02:59.827 Mὲ τέτιο δυνατὸ χέρι βαστάει[br]τὸ τιμόνι τοῦ Καραβιοῦ. 1:03:00.096,1:03:02.678 Μᾶς ἀγαπάει καὶ γίνεται θυσία γιὰ μᾶς ! 1:03:02.860,1:03:06.492 Γιὰ χατίρι µας βουτάει τὸ δημόσιο ταμεῖο,[br]γιὰ νὰ δίνει σ᾿ ἐμᾶς 1:03:06.492,1:03:09.991 καὶ γιὰ χατίρι µας τσαλαπατάει[br]τοὺς νόμους, γιὰ νὰ μᾶς σώζει. 1:03:10.464,1:03:13.781 Αφτὸς μᾶς ἔμαθε νὰ παίρνουμε[br]ψέφτικον ὅρκο στὰ δικαστήρια 1:03:13.781,1:03:16.478 καὶ νὰ μὴν κρατᾶμε τὸ λόγο[br]μας στ᾿ ἁλισβερίσια µας. 1:03:17.207,1:03:20.492 Αφοῦ ναι μεγάλος τσορµπατζῆς,[br]εἶναι καὶ μεγάλος στρατηγός. 1:03:20.753,1:03:23.964 “Αν νικούσαν οἱ στρατιῶτες,[br]ἀφτὸς δοξαζότανε. 1:03:24.225,1:03:27.077 Μά κι ἂν τήνε παθαίνανε,[br]ἀφτὸς δὲν πάθαινε τίποτα. 1:03:27.431,1:03:29.392 Δὲν ἔφταιγε. Φταίγανε... 1:03:29.839,1:03:31.933 Θὰ σᾶς τὸ πῶ παρακάτου ποιοὶ φταίγανε. 1:03:32.769,1:03:36.241 Κι ἄν παράδινε τὸ στρατὸ στοὺς ὀχτροὺς[br]κι ἂν τοὺς πουλοῦσε τὰ κάστρα 1:03:36.241,1:03:39.748 κι ἂν ἔφεβγε πρῶτος πρῶτος,[br]ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ τὸν κατηγορῆήσει ; 1:03:40.024,1:03:42.401 ᾿Αφτὸς εἴταν ὁ Δημόσιος Κατήγορος ! 1:03:42.877,1:03:46.567 "Αμα λοιπὸν ξέκοβα ἀπὸ τὴν παρέα[br]καὶ παρουσιαζόµουνα μπροστά του 1:03:46.567,1:03:49.351 καὶ τοῦ λεγα [br]«Κὺρ Θόδωρε, γιατί σαι λέρα ;» 1:03:49.500,1:03:52.074 τὰ µατάκια του χωνόντανε βαθιὰ[br]στὶς τρύπες τους, 1:03:52.074,1:03:54.173 σὰν τὰ ποντίκια ποὺ τὰ τρόμαξε η γάτα. 1:03:54.684,1:03:56.246 Κόκκαλο ὁ κὺρ Θόδωρος. 1:03:56.685,1:04:00.140 Ποιὸς κὺρ Θόδωρος;[br]“Ὁ Λύκων καὶ ὁ Ανυτος, καλε ! 1:04:01.421,1:04:03.420 Αμέσως τὰ πράµατα σκουραίνουν. 1:04:03.420,1:04:06.286 Οἱ φίλοι κ΄ οἱ µπράβοι του[br]νά κι ἀνασκουμπώνοντα!. 1:04:06.778,1:04:09.782 Τόνε κοιτᾶνε λοξὰ στὰ μάτια[br]νὰν τοὺς κάνει τὸ νόηµα. 1:04:10.297,1:04:12.179 Μὰ τοῦτος δὲν εἶναι τόσο µπόσικος. 1:04:12.179,1:04:16.684 Παίρνει τὴν κουβέντα µου γιὰ χωρατὀ.[br]Σκάει στὰ γέλια. Ξέρετε γιατί ; 1:04:17.362,1:04:21.136 Κοιτάει τὰ µπράτσα µου τὰ χοντρά,[br]ποὺ καταχερίσανε πολλοὺς ὣς τώρα. 1:04:21.499,1:04:25.148 "Ὑστερις ἔχουνε σφιχτεῖ γύρα µου πολλοί,[br]γιὰ νὰ πάρουνε τὸ µέρος µου. 1:04:25.470,1:04:29.627 Δὲν εἶναι φιλοσόφοι, δὲν εἶναι φίλοι µου·[br]εἶναι λέρες σὰν κι ἀφτόν. 1:04:29.896,1:04:31.527 Είναι πολιτικοί του ὀχτροί. 1:04:32.643,1:04:37.039 Γελώντας ἀποτραβιέται μὲ τοὺς δικούς του.[br]«Ἔννοια σου», λέει µέσα του, 1:04:37.039,1:04:40.020 «καὶ θὰ σοῦ τῆνε φέρω ἐγὼ[br]ἐκεῖ ποὺ δὲν τὸ περιμένεις». 1:04:40.976,1:04:44.306 Οἱ πιὸ µαλαγάνες ἀπὸ δάφτους κοιτάζανε[br]πῶς νὰ μὲ καλοπιάσουνε, 1:04:44.306,1:04:45.777 γιὰ νὰ μὴν τοὺς βρίζω. 1:04:45.995,1:04:51.435 Μὲ προσφωνάζανε «μέγιστο φιλόσοφο» καὶ μοῦ[br]στέλνανε στὸ σπίτι λογής πεσκέσια : 1:04:51.691,1:04:55.409 κόκκιν᾽ ἀβγὰ καὶ τσουρέκια τὸ Πάσκα·[br]γουρουνόπουλα τὴν Πρωτοχρονιά· 1:04:55.409,1:05:00.437 τσαντῆλες Γιαούρτι Μανωλάδας τὸ Φλεβάρη·[br]ὀρτύκια µανιάτικα τὸν ᾿Αλωνάρη· 1:05:00.693,1:05:04.832 καὶ στὴ γιορτή µου συναγρίδες, σύκα,[br]νταμιτζάνες κρασὶ καὶ λουλούδια. ᾿ 1:05:05.737,1:05:09.375 Εγὼ τά στελνα πίσου... κι ἂς φώναζε[br]η Ξανθίππη, πὼς εἶμαι κορόιδο. 1:05:09.874,1:05:14.617 Στὸ θεό σας ! Θέλανε[br]νὰ μοῦ κλείσουνε τὸ στόµα ! Θά σκαγα... 1:05:14.617,1:05:18.971 Μιὰ φορὰ µάλιστα κάποιος τρανὸς ἀπὸ[br]δάφτους μοῦ στειλε γιὰ σκλάβους 1:05:18.971,1:05:22.728 δυὸ ἀραπάκια τῶν ἑκατὸν ἑξήντα μηνῶν,[br]ποὺ δὲν ξέραν ἑλληνικά· 1:05:22.964,1:05:27.018 κατσαρὰ μαλλιά, σιντεφένια δὀντια,[br]χρυσὰ βραχιόλια καὶ σκουλαρίκια... 1:05:27.018,1:05:29.838 «Γιὰ νὰν τὰ κάνω», μοῦ γραφε,[br]«φιλοσόφους» ! 1:05:30.233,1:05:33.278 Τὰ τύλιξα μὲ μισὸ σεντόνι[br](εἴτανε τσίτσιδα) 1:05:33.278,1:05:36.700 καὶ τὰ ξανάστειλα πίσου.[br]Ποιὸς θὰν τά τρεφε ; 1:05:37.572,1:05:39.778 ᾽Αφτὸ τὸ περιστατικὸ τὸ ξέρουνε πολλοί. 1:05:40.064,1:05:42.848 Κείνη τὴ µέρα σηκώθηκε[br]ὅλο τὸ Κολωνάκι στὸ ποδάρι. 1:05:43.115,1:05:46.939 Βγήκαν ἀπὸ τὰ σπίτια καὶ τὰ µαγαζιά τους[br]κι ἀραδιαστήκανε στὰ πεζοδρόμια, 1:05:46.939,1:05:50.001 γιὰ νὰν τὰ κοιτᾶνε, ποὺ περνούσανε[br]πιασµένα χέρι χέρι... 1:05:50.632,1:05:53.359 Καὶ τί, θαρρεῖτε, μὲ κουτσομπολέψανε[br]κατόπι ; 1:05:53.775,1:05:57.101 Ὁ Σωκράτης τά διωξε, γιατὶ τὰ θελε[br]νά ταν ἄσπρα ! 1:05:59.097,1:06:02.233 'Ὁ Περικλής, σὰν ἄκουσε νὰ γίνεται[br]τόση κουβέντα γιὰ μένα, 1:06:02.233,1:06:04.950 ἔβαλε τὴν ᾿Ασπασία νὰ μὲ φωνάξει[br]στὸ παλάτι του. 1:06:05.207,1:06:07.252 Καὶ κείνη μοῦ στειλε τὸν ᾽Αλκιβιάδη. 1:06:07.646,1:06:09.180 Μποροῦσα νὰ χαλάσω τὸ χατίρι 1:06:09.180,1:06:11.401 τοῦ καλόπαιδου[br]καὶ τῆς μεγάλης ἀρχόντισσας ; 1:06:11.895,1:06:13.548 Πήγα μὲ σκοπὸ νὰ τσακωθῶ. 1:06:13.888,1:06:16.969 Μὰ σ᾿ ὅ,τι καὶ νὰν τοὺς ἔλεγα,[br]δὲ μοῦ φέρνανε ἀντίρρηση. 1:06:17.244,1:06:21.421 Κι ὅταν κατάκρινα τὸν «᾿Ὀλύμπιο Δία»[br]γιὰ ὅσες ρομαντικὲς παπαρδέλες 1:06:21.421,1:06:25.432 σᾶς εἶπε στὸν Επιτάφιό του, κούνησε[br]γελώντας τὴ σουβλερή του καράφλα 1:06:25.432,1:06:28.028 καὶ μὲ παρακινοῦσε νὰ κακολογῶ[br]τοὺς ὀχτρούς του 1:06:28.028,1:06:29.993 καὶ νὰ λέω ἀρσίζικα χωρατά. 1:06:30.392,1:06:34.879 Κ᾿ η ᾿Ασπασία γελώντας κι ἀφτὴ[br]μοῦ χάιδεβε μὲ τὰ θεῖα της κρινοδάχτυλα 1:06:34.879,1:06:38.586 τούτην ἐδῶ τὴν παλιοπατατούκα,[br]ποὺ βλέπετε, καὶ μοῦ λεγε σιγανά : 1:06:38.793,1:06:41.395 «Βγάλ’ τηνε, καημένε,[br]νὰ σοῦ τήνε µπαλώσω ...» 1:06:42.362,1:06:46.305 Μοῦ κάνανε μεγάλα ἰκράµια καὶ μ᾿ ἀκούγανε[br]μὲ κατάνυξη καὶ θαμασμό. 1:06:46.716,1:06:49.653 Μὰ δὲν εἶναι γι’ ἀφτά, ποὺ δὲν ἔβρισα[br]καὶ τὸν Περικλή. 1:06:49.913,1:06:52.169 Μοῦ δινε τὸ λόγο του, πὼς ὅπου νά ναι, 1:06:52.169,1:06:55.368 θὰν τὰ ταίριαζε μὲ τοὺς Μωραΐτες[br]καὶ θὰ τέλειωνε τὸν πόλεμο... 1:06:55.564,1:06:57.872 Τώρα τὸ βλέπω, μὲ κορόιδεβε. 1:06:58.250,1:07:03.668 Ὁ µόνος ποὺ μὲ κορόιδεψε στὴ ζωή μου.[br]Αν ἐζοῦσε, θὰ πολεμοῦσε ἀκόμα Ι... 1:07:03.960,1:07:06.454 Εξουσία καὶ πόλεμος δὲν μπορεῖ[br]νὰ χωριστοῦνε !... 1:07:07.626,1:07:12.525 Θαρρῶ βγηκ᾽ ἀπὸ τὸ θέµα...[br]Γεροντικὴ φλυαρία. Νὰ μὲ συμπαθᾶτε ! 1:07:15.928,1:07:20.774 Αμ’ οἱ ποιητάδες ; ᾿Αρσενικὲς Πυθίες, ποὺ[br]κουβεντιάζουνε μὲ τοὺς θεούς, 1:07:20.774,1:07:22.214 σὰν παλιοὶ κουμπάροι... 1:07:22.469,1:07:26.291 Μεσάτοι, κουνιστοὶ καὶ μὲ κομένα μάτια,[br]κεῖ ποὺ περπατᾶνε 1:07:26.291,1:07:28.930 σκορπίζοντας ἀρώματα[br]καὶ χάχανα καμπανιστά, 1:07:28.930,1:07:33.463 σταματᾶνε ξαφνικά, γουρλώνουνε τὰ µάτια[br]καὶ κοιτάζουνε τ᾽ ἄστρα µέρα μεσημέρι. 1:07:33.764,1:07:36.356 Κείνη τὴ στιγμή κατεβαίνουν[br]ἄγγελοι τῶν Θεῶν 1:07:36.356,1:07:38.777 καὶ τοὺς καλοῦνε[br]στὸν "Όλυμπο τῆς Μωρίας !... ᾿ 1:07:39.048,1:07:41.441 Εκεῖ μεθᾶνε κ ἐδῶ χρησμολογοῦνε. 1:07:41.736,1:07:45.824 Μὲ τὰ μάγια τῶν στίχων μᾶς λυτρώνουν[br]ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς µαταιότητας. 1:07:46.084,1:07:49.735 ᾿Αφτοὶ δίνουν αἰωνιότητα σ’᾿ ὅτι ἀγγίσουνε[br]μὲ τὴν πνοή τους. 1:07:50.268,1:07:55.387 Χάρη σ᾿ ἀφτοὺς ὁ κόσμος γίνεται καλύτερος[br]καὶ βασιλέβουνε στὴ γὴς η ψυχη κι ὁ Θεός ! 1:07:55.764,1:07:57.484 Καλὴ ὥρα σὰν τὸ Μέλητο... 1:07:58.653,1:08:01.591 Αμα λοιπὸν τοὺς ἔπαιρνε τὸ µάτι µου[br]καὶ τοὺς χαιρετοῦσα : 1:08:01.591,1:08:06.999 «τί μοῦ γλυκοπικρογίνεσαι, Μαρίκα » φυσικὰ[br]θυµώνανε κι ἀφτοὶ κ οἱ φίλοι τους. 1:08:07.472,1:08:11.299 Καὶ νά πούρθανε τὰ πράματα δεξιὰ[br]κ᾿ η Μαρίκα - Μέλητος 1:08:11.299,1:08:13.949 στάθηκε πρῶτος θανάσιµος κατηγορός µου. 1:08:15.211,1:08:18.089 Στὸ ἀναμεταξὺ μοῦ γραφαν[br]ἐπιγράμματα τσουχτερά, 1:08:18.089,1:08:20.932 ποὺ κάνανε τὴ βόλτα τους[br]στὰ σοκάκια, στὰ χωριά... 1:08:21.442,1:08:25.769 Ὅσο ποὺ κάποτες ὁ ᾿Αριστοφάνης,[br]ὁ μόνος ποὺ τοῦ ταίριαζε νά ναι ποιητῆς, 1:08:25.769,1:08:29.173 γιατί τανε µισάνθρωπος καὶ τζαναµπέτης,[br]μ᾿ ἀνέβασε στὸ θέατρο... 1:08:29.872,1:08:31.909 Πρωταγωνιστῆς τῶν «Νεφελῶν» ! 1:08:32.824,1:08:34.938 Γελοῦσε ὁ κόσμος κ᾿ ἐγὼ καµάρωνα... 1:08:34.938,1:08:38.881 ὅσο ποὺ μ᾿ ἀναγκάσανε νὰ πηδήξω πάνου σὲ[br]μιὰ καρέκλα γιὰ νὰ μὲ ἰδοῦνε ! 1:08:39.477,1:08:41.738 ᾿Απὸ τότες ἔγινα «σπουδαῖος» ἄνθρωπος. 1:08:42.002,1:08:44.003 “Ολ᾽ η "Ἑλλάδα μιλοῦσε γιὰ μένα... 1:08:44.223,1:08:47.184 Πρωτύτερα δὲ μὲ καλοξέρανε,[br]μήτε μὲ λογαριάζανε. 1:08:47.977,1:08:51.383 Μετὰ τὴν παράσταση μὲ πῆραν οἱ φίλοι[br]καὶ πήγαμε στὴν ταβέρνα 1:08:51.383,1:08:53.034 νὰ γιορτάσουµε τὴ δόξα µου. 1:08:53.321,1:08:57.160 Γενήκαμε στουπὶ στὸ µεθύσι κ᾿ εἴπαμε[br]σωρὸ καρίπικα τραγούδια... 1:08:57.699,1:08:59.725 Τὰ ξηµερόµατα γύρισα στὸ σπίτι... 1:09:00.044,1:09:02.813 Πατοῦσα στὰ νύχια, γιὰ νὰ μὴ[br]μὲ μυριστεῖ η Ξανθίππη. 1:09:03.033,1:09:06.672 Μὰ ποῦ ! Τινάχτηκε ἀπάνου[br]κι ἄρχισε τὸν ἀναβαλλόμενο... 1:09:07.091,1:09:12.003 «Ξέρεις», τῆς λέω, «ἀπὸ σήµερις εἶμαι[br]ὁ μεγαλύτερος ἄνθρωπος σ’ ὅλο τὸν... κόσµο 1:09:12.286,1:09:14.269 (ἔτσι τό λεγα, γιὰ νὰ τὴν καλμάρω). 1:09:14.269,1:09:16.941 Καἱ σύ, ποὺ μ᾿εἶχες τοῦ µπάτσου[br]καὶ τοῦ κλώτσου !... 1:09:16.941,1:09:18.823 Μ’ ἀνεβάσανε στὸ θέατρο...» 1:09:20.355,1:09:24.691 Ἔτριψε τὰ μάτια της, στάθηκε λίγο[br]κ᾿ὕστερις γιὰ πρώτη φορὰ στὴ ζωή της 1:09:24.691,1:09:27.657 μ᾿ ἀγκάλιασε, μὲ φίλησε καὶ μοῦ πε:[br]«χρυσό µου !» 1:09:29.519,1:09:34.271 Ὡς τὸ πρωὶ µετάνιωσε : «Κοίταξε νὰ βρεῖς[br]καμιὰ δουλειά᾿ νὰ διοριστεῖς... 1:09:34.271,1:09:37.963 καὶ νὰν τ᾽ ἀφῆσεις ἀφτά...[br]Γεροπαραλυµένε... ἀγράμματε !» 1:09:40.779,1:09:44.045 ᾿Αφτὰ ποὺ σᾶς διηγήθηκα δὲ γινόντανε[br]κάθε µέρα τὰ ἴδια. 1:09:44.246,1:09:46.962 Τὶς περισσότερες φορὲς κοίταγα[br]νὰ φέβγω ἀπὸ τὸν κόσμο... 1:09:47.202,1:09:51.788 Νὰ κατεβαίνω στὴ θάλασσα τὴν πολύμορφη[br]καὶ χιλιότροπη, τὴν ἀχόρταστην ἐρωμένη ἱ 1:09:52.552,1:09:57.107 Νὰ πέφτω µέσα, νὰ τὴν ἀγκαλιάζω[br]καὶ νὰ πηγαίνω βαθιά... πολὺ βαθιὰ 1:09:57.107,1:09:59.317 συντροφιὰ μὲ τὶς Νεράιδες[br]καὶ τοὺς Τρίτωνες. 1:09:59.847,1:10:02.534 Νὰ κυλιέμαι κατόπι[br]στὴν πυρωμένην ἀμμουδιά, 1:10:02.534,1:10:04.666 νὰ ξαπλώνω τ᾽ ἀνάσκελα στὸν ἥλιο 1:10:04.666,1:10:08.066 καὶ νὰ τόνε χορέβω σὰν τόπι πἀνου[br]στὴν τουρλωτὴ κοιλιά µου... 1:10:08.528,1:10:13.173 Έπαιρνα τὸ λοιπὸν τ'ἀπόμερα σοκάκια καὶ[br]τραβοῦσα τοῖχο τοῖχο στὶς ᾿Ίτωνίδες Πύλες. 1:10:13.750,1:10:17.090 ᾿Εκεῖ στεκόµουνα στὀ να µου ποδάρι[br]κι ἔβγαζα τό να τσαρούχι 1:10:17.090,1:10:20.238 κ’ ὕστερα στ᾽ ἄλλο ποδάρι κ᾽ ἔβγαζα[br]τὸ δεύτερο τσαρούχι. 1:10:20.635,1:10:24.614 Τά σφιγγα καὶ τὰ δυὸ κάτου στὴν ἁμασκάλη[br]-- γιὰ νὰ μὴ λιώνουν οἱ σόλες ἅδικα, -- 1:10:24.614,1:10:27.962 κ᾿ ἓν δυὀ, ἓν δυὸ κατέβαινα στὸ Φάληρο. 1:10:28.375,1:10:31.102 Καμιὰ φορὰ μοῦ τύχαινε νὰ πατήσω[br]καμιὰ μαγαρισιὰ 1:10:31.102,1:10:36.039 (γιοµάτες οἱ συνοικίες καὶ τὰ σοκάκια !).[br]«Νὰ τὸν Κύνα !» μουρμούριζα. 1:10:36.474,1:10:40.164 «Καλύτερα νὰ πατᾶς µαγαρισιές,[br]παρὰ νὰ σκοντάβεις ὅλη µέρα 1:10:40.164,1:10:44.438 πάνου σὲ διακονιαρέους καὶ ψέφτες,[br]«'"Ελληνες Ἑλλήνων” 1:10:54.492,1:11:03.165 ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ 1:11:07.966,1:11:10.078 Βαρέθηκα πια να παίζω μαζί σας... 1:11:10.078,1:11:12.541 Καιρός να σᾶς ἐξηγήσω[br]καὶ τὴ φιλοσοφία μου... 1:11:12.907,1:11:16.033 Τι κατσουφιάζετε ;...[br]Δὲ σᾶς ἀρέσουν οἱ θεωρίες, αἱ ; 1:11:16.200,1:11:18.098 Θα προτιμούσατε βρωμοκουβέντα. 1:11:18.098,1:11:21.115 Αξαφνα, τὸ πῶς μοῦ ρίχτηκε κάποτες[br]ή Θεοδότη... 1:11:21.516,1:11:23.232 Μὰ δὲ μὲ παίρν' η ώρα. 1:11:23.535,1:11:27.510 Ανάγκη, πρὶν πεθάνω, νὰ μαθεφτεῖ,[br]πὼς ὁ Σωκράτης είχε καταλάβει 1:11:27.510,1:11:30.182 τὰ σφάλματα τῆς διδασκαλίας του[br]καὶ μετάνιωσε... 1:11:31.480,1:11:36.165 Αλήθεια, της είχανε πει τῆς Θεοδότης, πως[br]δε γουστάρω τάχα τὶς γυναῖκες, - ἐγώ ! 1:11:36.553,1:11:37.792 Καὶ πικαρίστηκε. 1:11:38.210,1:11:39.985 Το βαλε πεῖσμα νὰ μὲ καταφέρει. 1:11:40.433,1:11:43.837 Μὲ καλοῦσε κάθε τόσο στη βίλα της[br]να συζητάμε φιλοσοφία. 1:11:43.837,1:11:46.389 Κι όλο τύχαινε νὰ λούζεται, ν' ἀλείφεται 1:11:46.389,1:11:49.594 καὶ νὰ προβάρει γυμνή μπροστά μου[br]τους νέους χορούς της. 1:11:49.839,1:11:53.119 «Σαν άνθρωπος ἀνώτερος», μου λεγε,[br]«δὲν παρεξηγείς»... 1:11:53.801,1:11:59.072 Ἔπειτα ξαπλωνότανε στο ντιβάνι τ' ανάσκελα[br]γιὰ νὰ ξεκουραστεί, με κάθιζε δίπλα της 1:11:59.072,1:12:02.498 κ' ἐνῶ ζεστὸς καὶ φωτεινὸς ὁ κόρφος της[br]ἀνεβοκατέβαινε γρήγορα, 1:12:02.498,1:12:05.359 τῆς μιλοῦσα γιά τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. 1:12:05.844,1:12:07.784 Ξαφνικά μ' έκοβε στη μέση καὶ μοῦ λεγε : 1:12:07.784,1:12:10.776 «Ξέρω σωστοὺς ἐξηνταεννιὰ τρόπους[br]νὰ κάνω τὸν ἔρωτα». 1:12:11.300,1:12:15.186 Κ' εγώ τό ριχνα στη συλλογή. [br]«Τι έχεις;» μὲ ρωτούσε. 1:12:15.791,1:12:18.384 «Κοιτάω νὰ βρῶ, ποιὸς ἀπὸ[br]τοὺς ἑξηνταεννιά σου τρόπους 1:12:18.384,1:12:21.573 εἶναι... φιλοσοφικότερος, ἀπόλυτος»... 1:12:22.283,1:12:25.111 Φωνές: «Ποιὸς εἶναι; Ποιὸς εἶναι;» 1:12:26.310,1:12:29.048 Βλέπετε, πὼς χρειάζεται νὰ ξέρουμε[br]καὶ φιλοσοφία : 1:12:29.332,1:12:32.559 Ἔτσι κ' η Θεοδότη, σὰν κ' ἐσᾶς,[br]μὲ ρωτοῦσε καὶ μὲ ξαναρωτοῦσε... 1:12:32.559,1:12:33.808 «ποιὸς εἶναι :» 1:12:33.965,1:12:36.033 "Ὥσπου μιὰ µέρα, γιὰ νὰ γλυτώσω, τῆς λέω : 1:12:36.033,1:12:39.742 «Ο τρόπος ἀφτὸς εἶναι νὰ... δείρεις πρῶτα[br]δίχως λύπηση τὴ γυναίκα 1:12:39.742,1:12:43.082 καὶ κεῖ ποὺ κουλουριάζεται ξεφωνίζοντας[br]στὸ πάτωµα καὶ τρέμει σύγκορμη, 1:12:43.082,1:12:44.518 νὰ τὴν ἀναποδογυρίζεις...» 1:12:44.961,1:12:49.155 Τότες η διαβόλισσα σφίχτηκε ἀπάνω µου[br]καὶ µισοκλείνοντας λαγγεμένα τὰ μάτια της 1:12:49.155,1:12:51.881 μουρμούρισε λιγόψυχα : «Δεῖρε µε». 1:12:53.112,1:12:55.690 ᾿᾽Αφτὰ δὲ σᾶς τὰ λέω μοναχὰ[br]γιὰ νὰ σᾶς πειράξω. 1:12:56.202,1:12:58.865 Θέλησα καὶ μὲ τρὀπο νὰ σᾶς µπάσω[br]στὴ φιλοσοφία µου... 1:12:59.534,1:13:00.992 Πάλε κατσουφιάζετε : 1:13:01.279,1:13:03.948 Ἕλληνες ἀρχαῖοι[br]καὶ νὰ φοβόσαστε τὴ σκέψη Ι... 1:13:04.331,1:13:06.822 'Ἠσυχάστε ! «Διὸς κριταί» 1:13:06.822,1:13:09.486 σὰν κ᾿ ἐσᾶς δὲν πάει νὰ πονοχεφαλιάζετε. 1:13:10.085,1:13:14.255 Μ’ ὅσο κέφι μοῦ περισσέβει, θὰ κοροϊδέψω[br]τώρα καὶ τὴ φιλοσοφία µου. 1:13:14.744,1:13:17.504 Σὰν ἔξυπνοι γκαγχαρέοι θὰ µισοκαταλάβετε, 1:13:17.504,1:13:20.794 πὼς ἂν δὲν ὑπάρχει στὶς ἐρωτοδουλειὲς[br]ἀπόλυτον «εἶδος», 1:13:20.794,1:13:23.791 ἄλλο τόσο δὲν ὑπάρχει[br]καὶ στὰ «ὑψηλὰ ζητήματα». 1:13:24.740,1:13:27.030 Καὶ πρῶτα πρῶτα δὲν εἶμαι φιλόσοφος. 1:13:27.413,1:13:29.553 Δὲν ἔχω φκιάσει κανένα δικό µου «σύστημα», 1:13:29.804,1:13:34.297 λαμπερὸ ναὸ τῆς Σκέψης μὲ κολόνες,[br]μὲ πολυελαίους, μ’ "Άγιο Βῆμα 1:13:34.297,1:13:35.732 κι ἄδυτα τῶν ἀδύτων. 1:13:36.203,1:13:39.037 Είχα βρεῖ μοναχὰ μιὰ δικιά µου[br]«μέθοδο» σκέψης. 1:13:39.510,1:13:42.393 Τ’ ᾿Αφάλι τῆς Γῆς, τ᾽ ἀχνιστὸ[br]καὶ σκανταλιάρικο, 1:13:42.393,1:13:45.525 μοῦ δωσε πιστοποιητικὸ σοφοῦ[br]κι ὄχι φιλοσόφου. 1:13:45.976,1:13:49.290 Καὶ δὲ μὲ σύγκρινε μὲ τὸν τρανὸ[br]τὸν Πυθαγόρα, τὸν Ἔμπεδοκλή 1:13:49.290,1:13:53.925 τὸν ᾿Αναξαγόρα καὶ τόσους ἄλλους,[br]μὰ μὲ τὸ Σοφοκλὴ καὶ τὸν ᾿Εβριπίδη 1:13:54.189,1:13:55.724 -- μὲ δυὸ ποιητάδες ! 1:13:56.363,1:13:59.616 Φαίνεται, ήθελε νὰ ρεζιλέψει κι ἀφτουνούς,[br]ὁμολογώντας, 1:13:59.616,1:14:02.574 πὼς ξέρουνε λιγότερα ἀπ᾿ τὸ δικό µου[br]τὸ «τίποτα», 1:14:02.574,1:14:06.776 κ᾿ ἐμένα, βάνοντάς µε στὴν ἴδια σειρὰ[br]μὲ δυὸ φημισμένους «ἄερολόγους» 1:14:06.776,1:14:09.415 -- κεῖνοι τῆς καρδιᾶς[br]κ᾿ ἐγὼ τοῦ στοχασμοῦ. 1:14:10.575,1:14:13.291 ακόμα κ᾿ οἱ φίλοι µου δὲ μὲ φωνάζανε[br]φιλόσοφο, 1:14:13.537,1:14:16.228 μὰ «δάσκαλε» καὶ «κύριε πρὀεδρε». 1:14:18.431,1:14:23.460 'Ὁ θεῖος Καπνὸς τῶν Δελφῶν, ποὺ μὲ[br]ρεκλαμάρισε σὲ ὅλον τὸ κόσµο γιὰ σοφότατο, 1:14:23.460,1:14:26.659 δὲν ἀστειεβότανε. Ηθελε νὰ μὲ στραβώσει. 1:14:26.659,1:14:29.637 Νὰ μὲ κάνει νὰ πιστέψω,[br]πὼς εἶχα βρεῖ τὴν ᾿Αλήθεια, 1:14:29.858,1:14:32.646 γιὰ νὰ μὴν τὴν ἀναζητῷ καὶ τὴν πετύχω[br]καμιὰ μέρα, 1:14:32.944,1:14:34.907 -- Φοβότανε τὸ µεγάλο μυαλό µου. 1:14:35.477,1:14:38.091 Δὲ συφέρνει καὶ στοὺς ἀθάνατους ᾽Αφέντες 1:14:38.091,1:14:40.688 νὰ µαθαίνουνε τὴν ἀλήθεια[br]τὰ ζωντανὰ τῆς γῆς. 1:14:40.906,1:14:45.017 Καὶ σὰν εἶδε, πὼς ἄρχισα[br]νὰ τῆνε µυρίζοµαι, δὲν ἔχασε καιρό· 1:14:45.442,1:14:50.397 ἔπεσε πηχτὸς καὶ μάβρος µέσα στὸ μυαλό σας[br]καὶ σᾶς φλόμωσε γιὰ νὰ μὲ σκοτώσετε... 1:14:51.502,1:14:56.378 Αν ὅμως ὁ Λοξίας τό πε στὰ σοβαρά, πὼς[br]εἶμαι σοφότατος, ἐννοοῦσε, βέβαια, 1:14:56.378,1:15:00.615 πὼς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους εἴμουν[br]ὅτι κι ἀφτὸς ἀνάμεσα στοὺς θεούς : 1:15:01.016,1:15:02.926 ὁ πρῶτος κοροϊδεφτῆς. 1:15:06.249,1:15:10.361 Όταν ἀκόμα παιδὶ μυξιάρικο χάζεβα[br]στὴν ἀγορὰ κι ᾱκουα τοὺς μεγάλους, 1:15:10.361,1:15:14.595 παραξενεβόµουνα, ποὺ γιὰ κάθε ζήτημα[br]µαλλιοτραβιόντανε σαράντα γνῶμες 1:15:14.595,1:15:16.354 κι ὅλες φαινόντανε σωστές. 1:15:16.772,1:15:20.269 Οἱ σοφιστάδες ὑποστηρίζανε καθαρά,[br]πὼς εἶναι καὶ σωστές. 1:15:20.810,1:15:24.108 Στὴν ἀρχή μὲ τ᾽ ἄγουρο μυαλό µου[br]κι ἀργότερα μὲ τὸ γινωμένο 1:15:24.108,1:15:26.970 προσπαθοῦσα νὰ βρίσκω πάντοτε[br]μιὰ μοναδικὴ γνώμη, 1:15:26.970,1:15:30.133 ποὺ νᾶ ναι σὲ καθε περίσταση[br]καὶ γιὰ ὅλους ὑποχρεωτικὴ, 1:15:30.133,1:15:34.710 δηλαδη παντοτινἡ κι ἀνάλλαγη, πάνου ἀπὸ[br]καιροὺς καὶ τόπους κι ἀνθρώπους, 1:15:34.980,1:15:36.018 -- ἀπόλυτη. 1:15:36.483,1:15:40.380 Θά πρεπε νά χει κάτι τὸ θεϊκὸ µέσα της,[br]νά ναι «ἰδέα». 1:15:40.789,1:15:43.233 Καἱ γιὰ νὰν τήνε βροῦμε, δὲ θά πρεπε[br]καθόλου 1:15:43.233,1:15:47.031 νὰ φάχνουµε στὸν ὄξω κόσμο, [br]πού ναι διαβατικὸς καὶ ψέφτικος, 1:15:47.031,1:15:50.258 μὰ µέσα στὴν ψυχή µας, πού ναι[br]κι ἄυλη κι ἀθάνατη. 1:15:51.128,1:15:55.237 στὰ βάθια τῆς ψυχῆς μας κοίτονται θαμένες[br]οἱ ἰδέες - ἀλήθειες 1:15:55.237,1:15:58.394 κάτου ἀπὸ σκουριὰ πολλή,[br]ποὺ τῆνε σωριάζουνε µέσα της 1:15:58.394,1:16:01.682 οἱ αἴστησες - ἀποθυμιὲς[br]κ᾿ οἱ ἀποθυμιὲς - συφέρα. 1:16:02.281,1:16:06.280 Γιὰ νὰ τὴν ξεσύρουµε λοιπὸν στὸ φὼς[br]τῆς ημέρας, θά τανε δύσκολο πράµα. 1:16:06.632,1:16:08.910 Χρειαζότανε μαστοριὰ μαμῆς. 1:16:09.086,1:16:11.908 Καὶ γίνηκα μὲ τὰ χρόνια[br]μαμὴ τῆς πολιτείας. 1:16:12.394,1:16:15.758 "Ἔπιανα τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων, τὶς μάλαζα[br]μὲ τρόπο 1:16:15.758,1:16:18.917 κ΄ ἔχωνα στὴν ἀνάγκη µέσα τους[br]τὴ χερούκλα µου καὶ τὶς κουτάλες 1:16:18.917,1:16:20.240 γιὰ νὰ βγάλω τὸ μωρό. 1:16:20.522,1:16:23.576 Ξεγεννοῦσα τὶς ἀλῆθειες,[br]ὦ ἄντρες ᾿Αθήναῖοι, 1:16:23.576,1:16:28.322 γι’ ἀφτὸ γεµίσανε γῆς, οὐρανὸς[br]καὶ θάλασσα ψέματα, --- σύνεφο. 1:16:28.679,1:16:29.694 Γιατί ; 1:16:30.166,1:16:34.184 Δουλώντας καὶ µαλάζοντας τὶς ψυχές, γιὰ νὰ[br]φανερώσουνε τὰ θεϊκά τους στοιχεῖα, 1:16:34.184,1:16:36.615 τὶς ἕκανα καὶ ξερνούσανε τὴ σκουριά τους : 1:16:37.180,1:16:40.512 Θεός, ᾿Αγαθό, Δικαιοσύνη,[br]Πατρίδα κι ᾽Ομορφιὰ 1:16:40.512,1:16:44.394 κι ὅλα τὰ ρέστα ποὺ δὲν εἶναι[br]μήτε πρῶτες ἀρχὲς μήτε χ᾿ ἔσχατοι σκοποί· 1:16:44.394,1:16:47.251 µῆτε χαρίσματα τῶν θεῶν[br]µῆτε κατορθώματα τοῦ νοῦ, 1:16:47.476,1:16:52.142 μὰ πλάσματα καιρικἀ, μὲ νόηµα τρεχούμενο[br]κι ἄπιαστο, µέσα ταπεινά, 1:16:52.142,1:16:56.211 ποὺ μὲ δάφτα κάθε κυρίαρχη φάρα[br]στραβώνει τοὺς ὑποταχτικούς της 1:16:56.211,1:16:57.579 καὶ πνίγει τὴν ψυχη τους. 1:16:57.885,1:17:00.495 Οἱ ἀνθρῶποι χωριζόµαστε σὲ κείνους[br]ποὺ διατάζουνε, 1:17:00.495,1:17:02.391 καὶ σὲ κείνους ποὺ κάνουνε θελήματα· 1:17:02.391,1:17:04.874 σὲ κείνους ποὺ κάθονται,[br]καὶ σὲ κείνους ποὺ μοχτᾶνε· 1:17:04.874,1:17:08.566 σὲ κείνους ποὺ βλέπουνε, καὶ σὲ[br]κείνους ποὺ φορᾶνε κλάπες στὰ μάτια: 1:17:08.566,1:17:10.679 σὲ χορτάτους καὶ σὲ κορόιδα. 1:17:11.055,1:17:14.318 'Ἡ ζωή µας µπλέκεται μιᾶς ἀρχῆς[br]µέσα στὰ δίχτια, 1:17:14.318,1:17:16.235 ποὺ μᾶς εἶναι στηµένα, πρὶν γεννηθοῦμε. 1:17:16.455,1:17:19.099 Μωρὰ στὸ σπίτι, στὸ δρόµο, στὸ σχολειό, 1:17:19.099,1:17:23.000 µαθαίνουµε, χωρὶς νὰν τὸ ρωτᾶμε,[br]ποιό ναι τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό, 1:17:23.267,1:17:25.073 --- «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 1:17:25.665,1:17:28.980 Δεκαεφτάρικα παληκαράκια[br]μὲ φρέσκη και χαρούμενη ψυχή 1:17:28.980,1:17:32.141 δίνουμε συγκινηµένα[br]μὲ βραχνη λαλιὰ πετειναριῶν 1:17:32.141,1:17:36.899 τὸν ὅρκο στὰ μεγάλα Χρέη κ᾿ ᾿Ιδανικά,[br]---«τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 1:17:37.591,1:17:41.312 Σὰν ἀπολυθοῦμε ἀπ᾿τὸ στρατὸ[br]καὶ πάρουμε φῆφο, τὰ ἴδια θ᾿ἀκοῦμε 1:17:41.312,1:17:45.600 -- καὶ θά λέμε -- στὴν ἀγορά, στὰ[br]δικαστήρια, στὶς λαοσύναξες, στὰ θέατρα 1:17:45.862,1:17:47.985 --«τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 1:17:48.301,1:17:51.582 Κι ἀφοῦ μικροὶ καὶ μεγάλοι[br]καὶ χτὲς καὶ σημερα καὶ ἄβριο 1:17:51.582,1:17:57.712 τὰ ἴδια πιστέβουν ὅλοι, θὰ πεῖ, πὼς εἶναι[br]νόμοι «οὐρανίαν δι᾽ αἰθέρα τεκνωθέντες». 1:17:58.665,1:18:02.462 "Ἔτσι τραβᾶμε, χωρὶς νὰ συλλογιζόμαστε,[br]τὴ µοιραία µας στράτα, 1:18:02.462,1:18:06.418 δεμένοι συναµεταξὺ µας καὶ βέβαιοι[br]πὼς τὸ συφέρο τοῦ ««κρείττονος» 1:18:06.418,1:18:07.933 εἶναι δικό µας συφέρο. 1:18:08.218,1:18:10.866 Συφέρο µας νά µαστε δεμένοι παρὰ λυτοί 1:18:11.066,1:18:13.946 συφέρο µας ν᾿ ἀδικιούμαστε[br]παρὰ νὰ τιμωροῦμε ! 1:18:14.175,1:18:18.505 Κι ἂν ἄξαφνα κανεὶς ἀπόκοτος χυμοῦσε[br]μὲ τὸ μαχαίρι νὰ ξεκοιλιάσει τὸ Λύκο, 1:18:18.505,1:18:23.062 θὰ βάζαμε μπροστὰ τὶς ψυχὲς καὶ τὰ κορµιά[br]µας νὰ δεχτοῦμ’ ἐμεῖς τὴ μαχαιριά. 1:18:23.515,1:18:26.616 Κι ἂν τό φερνε ποτὲς η κατάρα[br]νὰ μᾶς λείψει ὁ Λύκος, 1:18:26.616,1:18:30.223 θὰ τρέχαμε νὰ βροῦμε[br]ἄλλονε χειρότερο, γιὰ νὰ μᾶς τρώει. 1:18:32.158,1:18:34.839 Τέτιες ἀλῆθειες ἔβγαζα[br]ἀπὸ τὴν ψυχή τοῦ Κοπαδιοῦ. 1:18:35.000,1:18:39.271 ᾿Αλήθειες, ποὺ μὲ τὸν καιρὸ καὶ τη[br]συνήθεια κατανταίνουνε ψυχόρμητα 1:18:39.271,1:18:41.717 πιὸ δυνατὰ κι ἀπὸ τὴν πείνα[br]κι ἀπὸ τὸν ἔρωτα. 1:18:42.411,1:18:45.556 Μὲ τὴν ἴδια µαμικῆ μποροῦσα[br]νὰ βγάνω ἀπὸ τὶς ψυχὲς 1:18:45.556,1:18:48.086 -- μιὰ κι ἀρχίσανε νὰ μὲ παίρνουνε[br]γιὰ παντογνώστη, -- 1:18:48.086,1:18:52.126 καὶ πράματα, ποὺ δὲν τά χανε µέσα τους,[br]ὅπως οἱ Κινέζοι χομπογιαννίτες 1:18:52.126,1:18:54.563 βγάνουνε σκουλήκια ἀπὸ τὰ μάτια[br]τῶν Μεγαριτῶν. 1:18:54.988,1:18:58.613 Τὰ σκουλήκια, θὰ μοῦ πεῖτε, τὰ βλέπεις[br]πρῶτα κ ὕστερα τὰ πιστέβεις. 1:18:58.839,1:19:02.706 Μὰ τὶς ἰδέες ;[br]᾿Ἀφτές, ὦ ἄντρες Αθηναῖοι, 1:19:02.706,1:19:05.437 πρῶτα τὶς πιστέβεις[br]κ᾿ ὕστεοὰ τὶς βλέπεις. 1:19:05.861,1:19:10.150 "Όταν άξαφνα καμιὰ δαιμονοπαρμένη γριὰ[br]ξεφωνίσει μὲς στὴν ἐκκλησιὰ 1:19:10.150,1:19:15.507 δείχνοντας ψηλὰ τὸν "Άγιον Άλφα :[br]«Νάτος ! σαλέβει... μᾶς κάνει νοηµατα !», 1:19:15.507,1:19:19.705 οὗλες οἱ ἄλλες μαζὶ καὶ βλέπουνε[br]μὲ τὰ μάτια τους τὸ σάλεμα, 1:19:19.705,1:19:21.396 τὰ δάκρυα γαὶ τὰ νοήματα 1:19:21.396,1:19:24.355 κι ἀκοῦνε μὲ τ᾽ ἀφτιά τους τὴ μιλιὰ[br]καὶ τὴ φοβέρα του. 1:19:25.130,1:19:26.743 ᾿᾿Αφτό ναι θάµα, βέβαια. 1:19:26.922,1:19:31.242 Μὰ τὸ πιὸ συνειθισµένο θάµα γίνεται[br]σὰν βάζεις μοναχὸς μὲς στὴν ψυχή σου 1:19:31.242,1:19:32.574 κεῖνο ποὺ θὲς νὰ βρεῖς. 1:19:32.574,1:19:36.018 Καὶ κατόπι σκάβοντας μὲ τὰ νύχια[br]τῆς λογικῆς τὸ βρίσκεις, 1:19:36.018,1:19:37.293 ὅπως τό θελες. 1:19:38.055,1:19:41.523 Οἱ παλιοὶ θεομπαῖχτες θάβανε[br]στὴ ρίζα κανενοῦ κυπαρισσιοῦ 1:19:41.636,1:19:44.980 η πλάι σὲ καμιὰ βρύση τὴν εἰκόνα[br]κ᾿ ὕστερα βλέπαν ὄνειρο, 1:19:44.980,1:19:47.822 πὼς σὲ κεῖνο τὸ µέρος κοίτεται[br]χρόνια θαμένος ὁ «ἄγιος» 1:19:47.822,1:19:49.057 καὶ φωνάζει νὰ βγεῖ. 1:19:49.454,1:19:53.203 Καὶ ξεσηκώνοντας τὸ χωριὸ[br]μὲ κεριὰ καὶ λιβάνια πηγαἰναν ἐκεῖ, 1:19:53.203,1:19:55.571 τόνε ξεθάβανε καὶ μοσκοβολοῦσε ὁ τόπος ! 1:19:56.077,1:20:00.541 Καὶ χτιζότανε παρεκκλήσι καὶ γεµίζαν οι[br]δίσκοι μὲ δεκάρες καὶ τὰ πιθάρια μὲ λάδι 1:20:00.541,1:20:04.905 κι ἅγιαζε κι ὁ θεομπαίχτης σὰν [br]«ὄργανο θείας ἐκλογῆς». 1:20:06.742,1:20:10.600 Μὲ τέτιες θαυματουργίες στερέωνα[br]τη βασιλεία τῶν Ὁραμάτων 1:20:10.600,1:20:12.739 στην Κοιλάδα τοῦ Κλαυθμῶνος. 1:20:12.739,1:20:16.400 Στράβωνα τὸ Κορόιδο κ᾿ ἔτσι φελοῦοα[br]τὸ καθεστὸς τῆς ᾽Αδικίας, 1:20:16.400,1:20:17.704 σύμφωνα μὲ τὸ ἀξίωμα : 1:20:17.843,1:20:21.234 «ὅσο πιὸ στραβὸ τὸ Κορόιδο,[br]τόσο πιὸ ντρέτα πορπατεῖ». 1:20:22.508,1:20:24.740 Δὲν ἔπρεπε λοιπὸν νὰ μὲ σκοτώσετε. 1:20:25.056,1:20:29.321 Θάρτουν ἄλλοι χαιροὶ ποὺ οἱ «κρείττονες»[br]θὰ πλερώνουν ἀκριβὰ τοὺς κομπογιαννίτες 1:20:29.321,1:20:34.471 ὄχι νὰ βγάζουνε, μὰ νὰ βάνουνε σκουλήκια[br]µέσα στὸ μυαλὸ καὶ στὴν ψυχή τῶν Μεγαριτῶν 1:20:34.705,1:20:38.936 καὶ νὰ κάνουνε θάµατα’ νὰ µαθαίνουνε[br]στὰ παιδιὰ καὶ στοὺς μεγάλους, 1:20:38.936,1:20:46.180 πὼς «πατρός τε καὶ μητρὸς κτλ., τιμιώτερον[br]καὶ ἁγιώτερόν ἐστιν η ἐχμετἆλλευσις». 1:20:46.843,1:20:49.705 Ἔτσι βυθισμένος ὁ λαὸς[br]µέσα σὲ γαλάζια καταχνιά, 1:20:49.705,1:20:52.140 στὴν ἀνυπαρξία τῆς σκέψης καὶ τῆς θέλησης, 1:20:52.140,1:20:56.292 δὲ θὰ μπορεῖ νὰ σαλέβει τὴ γλώσσα του,[br]τὸ μυαλό του καὶ τὰ χέρια του. 1:20:56.482,1:21:01.591 Ἡ ψυχή, ποὺ βρίσκεται στὸ ἀπόλυτο ψῆλος,[br]πιασμένη σε χορὸ μὲ τὶς αἰώνιες οὐσίες, 1:21:01.591,1:21:05.267 τρέμει νὰ τὴν ἀγγίξουν οἱ νόμοι[br]τῆς φύσης καὶ τῶν ἀνθρώπων : 1:21:05.267,1:21:07.446 ἀσκήμια, σχετικότητα καὶ φθορά ! 1:21:07.979,1:21:11.712 Τὸ σῶμα στέκει παρφωμένο στη λάσπη[br]κ᾿ η φυχή πάντοτες λείπει... 1:21:11.902,1:21:16.897 Δὲν πονάει, δὲν παθαίνει, δὲν ἀδικιέται.[br]Δὲν ἀντιστέκεται, γιατί ναι λέφτερη. 1:21:17.667,1:21:22.193 Μὲ τὸ κεντρὶ τῆς φιλοσοφίας µου χτυπώντας[br]τοὺς ἅπλοικοὺς στὴ ρακοχοκαλιὰ 1:21:22.193,1:21:25.874 τοὺς παραλυοῦσα κ᾿ ἔτσι ἀσφάλιζα[br]τὸ χαροκόπι τῶν ἔξυπνων. 1:21:26.071,1:21:28.479 Τί σᾶς ήρτε λοιπὸν καὶ μὲ σκοτώσατε ; 1:21:29.732,1:21:33.344 Βλέπω τὶς πολιτεῖες τοῦ µέλλοντος,[br]ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι ! 1:21:33.626,1:21:36.605 Θεοποιοῦνε τὴν πείνα, τὸν πόνο[br]καὶ τὴ βλακεία· 1:21:36.989,1:21:40.718 χρυσώνουνε καὶ ταγίζουνε κουκουνάρι[br]καὶ καρὖδια τοὺς κομπογιαννίτες, 1:21:40.718,1:21:43.649 ποὺ ξεγελᾶνε τὸ λαὸ νὰ καταφρονάει την ὕλη 1:21:43.824,1:21:47.797 καὶ νὰ προσµένει τὴν ἀνταπόδοση[br]στὀν... «κόσμο τοῦ πνεύματος !». 1:21:50.222,1:21:54.928 Αν ἐλάθεβα στη θεωρία, δὲ λάθεβα[br]καὶ στὴν κριτική τῶν δημόσιων ἀντρῶν. 1:21:55.258,1:21:58.879 Κι ἀφτοὶ γιὰ νὰ μὲ ξεκάνουνε[br]μιὰ καὶ καλη μὲ βγάλαν ἄθεο. 1:21:59.415,1:22:01.404 'Ὁ Σωκράτης κοροϊδέβει τοὺς θεοὺς 1:22:01.404,1:22:04.456 κ’ ἐρεθίζει τὴν παντοδυναµία τους[br]ἐνάντια στὴν πολιτεία. 1:22:04.995,1:22:08.014 Εξ αἰτίας µου τραβηχτήκαν οἱ θεοὶ[br]ἀπὸ τὴν ᾿Αθήνα 1:22:08.014,1:22:11.860 κι ἀφήσανε τὸ βράχο τῆς ᾿Ακρόπολης[br]καὶ τὴν ᾿Ακρόπολη τῶν ψυχῶνε σας 1:22:11.860,1:22:13.900 στὰ νύχια καὶ στὰ δόντια τῶν Ἓρυννύων. 1:22:14.620,1:22:18.483 Αν ξέσπαζε καμιὰ νεροποντή μὲ χαλάζι[br]καὶ κατάστρεφε τὴ σπορά 1:22:18.483,1:22:22.230 κι ἂν ἔπεφτε στάχτη στὰ γεννήματα,[br]φυλλοξέρα στ᾽ ἀμπέλια, 1:22:22.230,1:22:24.468 μελίγκρα στὰ κουκιὰ καὶ στὰ φασόλια· 1:22:24.778,1:22:30.226 κι ἂν ἐρῆμαζε βλογιὰ τὶς ὄρνιθες, ἄφτρα[br]τὶς γελάδες, σαρατζἁς τ᾽ ἀλόγατα 1:22:30.226,1:22:35.021 κι ἂν ἔπιανε φωτιὰ σὲ κανένα µαχαλὰ κ᾿ [br]ἔμνησκε στοὺς πέντε δρόµους η φτωχολογιά 1:22:35.021,1:22:38.873 κι ἄν ἐβαστοῦσε δυὸ τρεῖς βδομάδες[br]η φουρτοὺνα στη Μαβροθάλασσα 1:22:38.873,1:22:43.137 καὶ ποδίζανε τὰ καϊΐκια μὲ τὸ σιτάρι[br]καὶ την παλαμίδα καὶ πεινοῦσε ὁ κόσμος· 1:22:43.137,1:22:47.748 κι ἂν ἑρχότανε τὸ θλιβερὸ µαντάτο,[br]πὼς νικηθήκανε τὰ «παληκάρια µας» 1:22:47.748,1:22:50.501 στὴν ἄχρη τῆς γῆς καὶ μαβροφορούσαν[br]οἱ µανάδες 1:22:50.501,1:22:52.108 -- ποιὸς ἔφταιγε ; 1:22:52.473,1:22:54.658 Ποιὸς ἄλλος ἀπὸ τοὺς ἄθεους ! 1:22:54.814,1:22:57.951 Αν δὲν εἶχα πεισµώσει τοὺς ἀθάνατους[br]μὲ τὴ φιλοσοφία µου 1:22:58.167,1:23:01.186 θὰ μᾶς στέλνανε τὴν πανούκλα τοῦ 404.; 1:23:01.532,1:23:03.939 Μὰ τότες ἐγὼ δὲ φιλοσοφοῦσα ! 1:23:04.123,1:23:08.318 Αν ὁ γιὸς τοῦ Κλεινία μὲ τὴν παρέα του[br]δὲ σπάζανε τὰ κεφάλια τῶν Ἑρμήδων 1:23:08.318,1:23:11.315 ἀντὶς νὰ σπάσονε τὰ δικά σας,[br]ποὺ μοῦ θέλατε µεγαλεῖα, 1:23:11.315,1:23:13.588 θὰ παθαίναµε τὴ συφορὰ τῆς Σικελίας : 1:23:13.914,1:23:17.941 Κι ἄν οἱ στρατηγοὶ τῶν ᾽Αργινουσῶν[br]δὲν εἴταν ἄθεοι, θ' ἀναποδογύριζεν 1:23:17.941,1:23:21.691 η Νέμεση τὰ πέλαγα, γιὰ νὰ μὴν µπορέσουνε[br]νὰ µαζέψουνε τοὺς πνιµένους ; 1:23:22.514,1:23:25.065 Κ’ ἐπειδῆς ἐγὼ τοὺς ἀθώωσα, θυμᾶστε ; 1:23:25.359,1:23:28.725 ἀνοίξαν οἱ οὐρανοὶ νὰ ρίξουνε[br]ζεματιστὸ νερὸ νὰ μᾶς κάψουνε 1:23:29.081,1:23:33.022 μά... λυπηθήκαν (οἱ οὐρανοί !)[br]τοὺς Τριάντα Τυράννους !... 1:23:33.780,1:23:36.467 Νά λοιπὸν ποιοὶ φταίγανε γιὰ ὅλα τὰ ζαβά, 1:23:36.467,1:23:40.006 καθὼς σᾶς ὑποσκέθηχα νὰ σᾶς τὸ ἔηγήσω[br]πρωτύτερα 1:23:42.226,1:23:44.392 Ἔτσι μὲ τὴν ἀθεῖα µου[br]καὶ τὴν προδοσιά µου 1:23:44.392,1:23:47.208 φελοῦσα μὲ τὸ παραπάνου τὴν Πατρίδα[br]καὶ τη θρησκεία... 1:23:47.391,1:23:50.633 ὅσους θρέφονται ἀπὸ τὰ µαστάριο[br]τῶν μεγάλων ἀφτῶν ἰδεῶν ! 1:23:50.999,1:23:54.900 Πολιτικοί, παπάδες, δάσκαλοι[br]φορτώνανε στὴν πλάτη µου 1:23:54.900,1:23:59.312 κάθε δικιά τους ἀναξιοσύνη κι ἀτιμία,[br]κάθε ζημιὰ τῶν φυσικῶν στοιχείων, 1:23:59.312,1:24:01.573 ὅλες τὶς ἀναποδιὲς τῆς Μοίρας ! 1:24:02.191,1:24:05.529 Ὅταν ἐγὼ λείψω, θὰ ψάξουνε νὰ βροῦνε[br]κάποιον ἄλλο Σωκράτη 1:24:05.529,1:24:09.181 νὰ τόνε βαφτίσουνε µέσα στην ἅγια[br]κολυμπήθρα τῆς δημόσιας γνώμης 1:24:09.181,1:24:10.773 ἄθεο καὶ προδότη. 1:24:11.092,1:24:14.294 Τοὺς χρειάζεται νὰ τὸν πετᾶνε στὰ δόντια[br]τοῦ µανιασµένου πλήθους 1:24:14.294,1:24:17.908 γιὰ ἐξιλαστήριο θύμα κάθε φορά,[br]ποὺ θὰν τὰ βρίσκουνε σκοῦρα. 1:24:18.478,1:24:22.946 Δὲ θὰ μποροῦσε νὰ ζῆσει μηδὲ μιὰ στιγμὴ[br]καὶ τὸ κοπάδι χωρὶς Λύκους 1:24:22.946,1:24:25.788 κ οἱ Λύκοι χωρὶς ἄθεους καὶ προδότες. 1:24:28.301,1:24:30.717 Ὅλοι γχρινιάζετε πὼς χάλασε ὁ κόσμος. 1:24:31.106,1:24:33.502 Ποιὸς κόσµος ; Τὰ βουνὰ κι ὁ οὐρανός ; 1:24:33.823,1:24:35.316 Φόβο δὲν ἔχουνε ! 1:24:35.667,1:24:36.821 Οἱ δυὸ τρεῖς ἀθέοι ; 1:24:37.133,1:24:39.581 Τοὺς κόβετε καὶ σιάζουν ἀμέσως τὰ πράματα. 1:24:40.241,1:24:43.760 Νά τος ὁ κόσμος, η ἀφεντιά σας,[br]ὢ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι ! 1:24:44.046,1:24:49.505 Ὅλα σας τὰ ζακόνια, γραμμένα κι ἄγραφα :[br]φόβος τῶν θεῶν, σεβασμὸς τῶν νόμων, 1:24:49.505,1:24:53.810 ἀγάπη τοῦ καλοῦ κι ἀντρισμός,[br]σέπονται ψοφίµια τούμπανα 1:24:53.810,1:24:57.221 µέσα στὸ Βάραθρο, συντροφιὰ[br]τῶν σκοτωμένων σκλάβων. 1:24:57.774,1:25:02.341 Ψεφτιά, κλεψιά, κι ἀτιμία,[br]νὰ τὰ «δαιμόνια» τῆς Πολιτείας, 1:25:02.341,1:25:05.393 -- «τὸ µέσα πλοῦτος» ! --[br]ποὺ σᾶς ὁδηγᾶνε ψηλά. 1:25:06.034,1:25:09.836 Κ' ὕστερα βγήκε τὸ δικό µου τὸ δαιμόνιο[br](«καινὸ δαιμόνιο») 1:25:09.836,1:25:14.021 νὰ ξαναζωντανέψει τὰ ψοφίµια φυσώντας[br]μὲ τὸ καλάμι τῆς φιλοσοφίας 1:25:14.021,1:25:16.670 µέσα στὴν κοιλιά τους[br]τὸ «πνέβμα τῆς ἀληθείας», 1:25:16.670,1:25:19.024 γιὰ νὰν τὰ στήσει καθάριες ἰδέες, 1:25:19.024,1:25:21.755 ἀπείραχτες ἀπ᾿τοῦ καιροῦ[br]καὶ τῶν ἀνθρώπων τὰ καμώματα, 1:25:21.755,1:25:23.267 µέσα στὸν ἄπειρο Νού ! 1:25:23.849,1:25:25.788 Τὰ τυφλὰ κινήματα τῆς ψυχής, 1:25:25.788,1:25:28.707 ἅμα πιάσεις νὰν τὰ κάνεις[br]προστάγµατα τοῦ λογικοῦ, 1:25:28.707,1:25:32.112 δηλαδη νὰν τὰ µεταφέρεις ἀπὸ[br]τὴν ἀσύνειδη μίμηση καὶ συνήθεια 1:25:32.112,1:25:35.753 στὴ φωτισμένη σκέψη καὶ βούληση,[br]πάει τὰ σκότωσες. 1:25:36.049,1:25:37.963 Ὅμως κ' ἔτσι σᾶς ὠφελοῦσα. 1:25:38.147,1:25:41.480 Μιὰ καὶ τὶς «μεγάλες οὐσίες»[br]τὶς ἀφήνετε νὰν τὶς ροκανᾶνε 1:25:41.480,1:25:43.931 οἱ ποντικοὶ τῶν λαγουμιῶν[br]καὶ τῶν ἀποπάτων, 1:25:43.931,1:25:48.439 ἐγὼ σᾶς συµβούλεβα, πὼς δὲν πρέπει[br]νὰ γελᾶτε καὶ νὰ καµαρώνετε γι' ἀφτὸ 1:25:48.439,1:25:52.923 νομίζοντας, πὼς ὁ πιὸ φανερὸς μπαγαμπόντης[br]εἶναι καὶ πιὸ ξυπνὸς ᾿Αθηναῖος ! 1:25:53.363,1:25:56.664 Σᾶς µάθαινα γιὰ τὸ συφέρο σας[br]νὰ τιμᾶτε τ᾿ ὄνοµά τους 1:25:56.664,1:25:59.914 καὶ νὰ λιβανίζετε τὸν ἥσκιο τους[br]μπροστὰ στὶς γυναῖκες, τὰ παιδιὰ 1:25:59.914,1:26:03.399 καὶ τοὺς σκλάβους, γιὰ νὰ μὴν παίρνουν[br]ἀέρα καὶ κατεβοῦνε καμιὰ µέρα 1:26:03.399,1:26:05.769 στὴν πιάτσα καὶ κάνουνε[br]χειρότερ᾽ ἀπὸ σᾶς ! 1:26:06.255,1:26:09.515 Σᾶς µάθαινα, πὼς πρέπει ν᾿ἀσεβεῖτε[br]καὶ νὰ παρανομεῖτε 1:26:09.515,1:26:11.482 στ᾽ ὄνομα τῶν θεῶν καὶ τῶν νόμων ! 1:26:12.661,1:26:14.653 ΄"Ὅλα ποῦ νὰν τὰ θυμᾶμαι τώρα ! 1:26:14.843,1:26:18.551 Μὰ δὲν ξεχνῶ, πὼς ἐσὺ κ᾿ ἐσὺ[br]καὶ τοῦτος καὶ κεῖνος... 1:26:18.551,1:26:21.649 οὖλοι σας εἴσαστε σύμφωνοι[br]σ᾿ ὅ,τι σᾶς ἔλεγα 1:26:21.649,1:26:25.364 καὶ σκύβατε τ᾽ ἀδειανό σας κεφάλι μπροστὰ[br]στην Κουκουβάγια καὶ στὸ Μῶμο. 1:26:25.629,1:26:28.315 Τρεῖς μοναχὰ κουβέντες[br]µου φτάνουνε νὰ δείξουνε, 1:26:28.315,1:26:30.456 πὀσο δούλεψα γιὰ τὸ καλὸ τῆς Πατρίδας, 1:26:30.456,1:26:33.509 γιὰ τὸ χωρισμὸ τῶν πολιτῶν[br]σὲ χορτάτους καὶ σὲ κορόιδα. 1:26:34.273,1:26:37.625 α᾿) Απόδειξα, πὼς η ψυχή µας[br]εἶναι ἀθάνατη ! 1:26:38.059,1:26:39.495 ᾿Υπάρχει λοιπὸν ψυχή ! 1:26:39.884,1:26:43.109 Γιὰ χάρη της ὑπάρχουνε[br](πρέπει δηλαδὴ νὰ ὑπάρχουνε) 1:26:43.109,1:26:45.879 κράτος -- νόµο, καὶ παπάδες --- θεοί ! 1:26:46.173,1:26:48.350 “Ἡ φοβέρα τῶν θεῶν καὶ τῶν νόμων 1:26:48.350,1:26:50.744 μᾶς συγκρατάει νὰ μὴν κολάζουµε[br]τὴν ψυχη µας... 1:26:50.744,1:26:52.467 καὶ νὰ μὴν πηγαίνουμε φυλακή ! 1:26:53.053,1:26:58.614 "Αντρες ᾿Αθηναῖοι ! Αν δὲν ὑπῆρχε κράτος,[br]δὲ θὰ ὑπάρχανε μήτε θεοὶ μήτε παπάδες 1:26:58.614,1:27:00.162 μήτε κι ἀθάνατη ψυχη ! 1:27:00.387,1:27:03.239 Οἱ βασανισμένοι τῆς ζωῆς[br]πρέπει νὰ πιστέβουµε, 1:27:03.239,1:27:05.869 πὼς θὰ χαροῦμε καὶ θὰ βασιλέψουμ’ αἰώνια, 1:27:06.240,1:27:07.832 -- φτάνει νὰ πεθάνουμε πρῶτα ! 1:27:08.224,1:27:10.716 Δὲν κάνει νὰ παίρνουμε πίσου[br]μὲ τὰ χέρια µας 1:27:10.716,1:27:13.577 ὅ,τι μᾶς παίρνουν οἱ ἀφέντες[br]μὲ τὴ δύναμη καὶ μὲ τὴν πονηριὰ 1:27:13.577,1:27:17.357 -- δηλαδη μὲ τὰ δικά µας τ᾽ἅρματα[br]καὶ μὲ τὴν ψῆφο τὴ δικιά µας. 1:27:17.855,1:27:20.942 ᾿Αφτουνοὺς θὰν τοὺς τιμωρήσουν οἱ θεοὶ[br]στὸν ἄλλο κόσµο. 1:27:21.222,1:27:24.699 Θὰ βράζουνε µέσα στὸ καζάνι τῆς πἰσσας[br]στὸν αἰώνα τὸν ἅπαντα. 1:27:25.114,1:27:29.783 Αν τοὺς τιμωρήσουμ’ ἐμεῖς, θὰ γίνουμε[br]κακοὶ καὶ τότε θὰ χάσουμε τὴν ψυχἠ µας 1:27:29.783,1:27:31.981 καὶ θὰ βράζουμ’ ἐμεῖς µέσα στὸ καζάνι ! ! 1:27:32.976,1:27:38.955 β’) Δὲν εἴτανε λόγος-ἀέρας, εἴταν ἀγκωνάρι[br]µαρμαρένιο τούτ’ ἡ διδασκαλία µου. 1:27:39.358,1:27:44.700 Γι αὐτὸ καὶ τῆς ἔδωκα τὴν τετράγωνη φόρμα:[br]«προτιμῶ ν᾿ ἀδικιέμαι παρὰ ν ἆδικῶ !» 1:27:45.326,1:27:48.434 Τοῦτο τ᾿ ἀγκωνάρι στερεώνεται καλύτερα[br]στὸν ἅμμο καὶ στὸ νερό: 1:27:48.434,1:27:50.273 στὶς φυχὲς τῶν ἀδυνάτων ! 1:27:50.656,1:27:54.483 "Ὁσο πιὸ ταπεινωμένος ὁ ἄνθρωπος,[br]τόσο πιότερο κι ἀναποφάσιστος᾽ 1:27:54.749,1:27:59.106 ὅσο πιὸ κουρασμένος, τόσο λιγότερο[br]ἀνασαίνει καὶ σχέφτεται καὶ θυµώνει. 1:27:59.487,1:28:02.160 Χρειάζεται κουράγιο καὶ μπιστοσύνη[br]στὸν ἑαφτό σου, 1:28:02.160,1:28:03.850 γιὰ ν᾿ ἀντισταθεῖς στὴν ἀδικιὰ --- 1:28:03.850,1:28:06.293 καὶ πιὸ πολὺ ἀκόμα γιὰ ν᾿ ἀδικῆσεις ! 1:28:06.551,1:28:09.975 Μαθημένος νὰ φοβᾶσαι,[br]δὲ θέλεις νὰ φοβηθεῖς περισσότερο. 1:28:10.340,1:28:13.838 ᾿Αφήνεσαι στὴ γλύκα τῆς ἀβουλίας,[br]στὸν ἐγωισμὸ τοῦ πόνου. 1:28:14.039,1:28:17.444 Κι ὄχι µονάχα στέκεσαι νἁ σοῦ παίρνουν[br]τὰ ὅσα δὲν ἔχεις, 1:28:17.444,1:28:19.938 μὰ δὲν ἀγγίζεις καὶ τὰ λίγα πὀ χεις : 1:28:20.205,1:28:24.162 νηστέβεις ἀπὸ δικοῦ σου τὸ φαγί,[br]τὸ πιοτὸ καὶ τὶς γυναῖκες· 1:28:24.345,1:28:28.427 μισεῖς τὸν ήλιο, τὴ θάλασσα,[br]τὸν ἀγέρα τοῦ δάσου καὶ τὴν κίνηση 1:28:28.427,1:28:33.113 κι ἆποζητᾶς τὴν ἀρρώστια, τὰ βάσανα,[br]την απλυσία, τη σιωπή και το θάνατο 1:28:33.113,1:28:35.120 για να πας στον παράδεισο, 1:28:35.983,1:28:37.756 «Ό πόνος ἠθικοποιεῖ » 1:28:38.137,1:28:42.824 Ύψωνα λοιπὸν μεσουρανὶς γιὰ φλάμπουρο[br]τοῦ κοπαδιοῦ τὴ χαρὰ τοῦ πόνου. 1:28:43.063,1:28:45.279 Γιὰ ὅσους δὲν µποροῦνε[br]νὰ βαστάξουνε τὸν πόνο, 1:28:45.279,1:28:47.224 φροντίσαν οἱ νόμοι τοῦ Σόλωνα· 1:28:47.577,1:28:51.003 χτίσανε παράµερες ἐκκλησιὲς[br]τῆς Πάνδημης ᾽Αφροδίτης. 1:28:51.314,1:28:54.618 ᾿Ἔκεῖ μέσ᾽ ἀγοράζει καθένας πολὺ φτηνὰ[br]τὴν τελειότητα, 1:28:54.848,1:28:56.889 δηλαδή τὴ λησμονιὰ τοῦ ἑαφτοῦ του. 1:28:58.357,1:29:03.562 γ’) Τὴν ἴδια γνώμη τὴν εἶπα κι ἀλλιῶς :[br]«Οὐδεὶς εκὼν κακός». 1:29:03.891,1:29:06.549 ᾿Αφτὸ θὰ πεῖ : μὴν τιμωρεῖτε[br]τοὺς ἀδικητάδες 1:29:06.549,1:29:08.133 γιατὶ θὰν τοὺς... ἄδικῆσετε. 1:29:08.453,1:29:12.563 Εΐναι ἀθῶοι ! Δὲν ξέρουν[br]ότι, κάνουνε κακό ! "Υπομονή ! 1:29:12.780,1:29:15.343 "Αμα τοὺς διδάξουµε[br]τί είναι καλὸ καὶ κακό, 1:29:15.343,1:29:18.272 θὰ λείψουν ἀπὸ τὸν κόσμο[br]κάκητα κι αδικεμὸς 1:29:18.272,1:29:19.830 καὶ θὰ βασιλέψ᾽ η καλοσύνη... 1:29:20.456,1:29:21.648 Χρειάζονται σκολειά. 1:29:21.848,1:29:24.330 Καὶ τὰ σκολειὰ θὰν τὰ χτίζουν[br]οἱ ἀδικητάδες. 1:29:24.756,1:29:25.944 Ξέρετε γιατί ; 1:29:26.515,1:29:29.777 Καλὸ καὶ δίκιο καὶ χρέος[br]εἶναι ἢ σακούλα τους. 1:29:29.994,1:29:32.688 Θα μαθαίνουνε λοιπὸν οἱ ἴδιοι[br]στὰ παιδιὰ τοῦ λαοῦ 1:29:32.817,1:29:35.658 νὰ μην ἄντιστέκονται στὴν ἀδικιά,[br]ὅταν μεγαλώσουν. 1:29:37.660,1:29:41.373 Έτσι η φιλοσοφία µου στύλωνε[br]τὸ καθεστὸς τῆς ἄνισότητας, 1:29:41.373,1:29:43.433 «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον». 1:29:43.760,1:29:46.250 Φυσικὰ δὲν ἔπρεπε νὰ μὲ σκοτώσετε[br]γι ἀφτό ! 1:29:46.687,1:29:49.727 Οἱ μελλούμενες πολιτεῖες θὰ ξέρουνε[br]καλύτερα τὴ δουλειά τους. 1:29:50.275,1:29:54.577 Αμπωνας, Θρανίο, Εφημερίδα καὶ Κλομπ[br]θὰ δουλέβουν ἀδερφικὰ 1:29:54.577,1:29:57.731 νὰ χωρίζουνε τοὺς πολίτες σὲ χορτάτους[br]καὶ σὲ κορόιδα 1:29:57.731,1:30:00.964 καὶ νὰ ταιριάζουνε τ᾽ ἁταίριαστα[br]μὲ τὴν «ἁρμονία τῶν τάξεων». 1:30:01.490,1:30:04.628 Αϕτηνῆς τῆς ἁρμονίας στάθηκα[br]πρῶτος μαέστρος. 1:30:04.628,1:30:06.597 Κι ἂς μὲ σκοτώνετε γι ἄθεο. 1:30:07.511,1:30:11.578 Τὰ δικά µου τὰ µαθήµατα θὰν τὰ κάνουνε[br]µεθάβριο θρησκεία τους οἱ Χριστιανοί. 1:30:12.006,1:30:14.301 Θἁ μὲ τιµήσουνε γιὰ προφήτη τοῦ Θεοῦ τους 1:30:14.301,1:30:17.237 καὶ θὰ ζωγραφίζουνε τὰ μοῦτρα µου[br]στὶς ἐκκλησιές τους 1:30:17.237,1:30:20.069 μὲ πλατὺ χρυσοστέφανο[br]γύρω στὰ τσουλούφια µου. 1:30:29.585,1:30:36.163 ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ 1:30:36.368,1:30:39.901 Δεν ήτανε γέννα τῆς κόλασης, ποὺ[br]ταµπουρώθηκε µέσα στην ψυχή µου, 1:30:39.901,1:30:43.805 γιὰ νὰ σᾶς βάνει τρικλοποδιὲς καὶ νὰ σᾶς[br]γρουσουζέβει, τὸ δαιµόνιό µου ! 1:30:43.940,1:30:45.491 Είτανε κάτι χειρότερο ! 1:30:45.735,1:30:49.659 Δὲν εἴτανε καινούριο, καθὼς[br]τὸ γνωρίσανε τάχατες οἱ κατηγόροι, 1:30:49.922,1:30:54.205 Ἐϊταν ἢ παμπάλαιη συνείδηση τοῦ Κοπαδιοῦ,[br]η προπατορικὴ σκλαβιά, 1:30:54.205,1:30:58.031 πού δενε τὴν ψυχη µου μὲ τὶς δικές σας,[br]γιὰ νὰν τὶς κρατάει ὁλόρτες, 1:30:58.031,1:31:00.965 ἀκατάλυτο κάστρο τῆς πολιτείας τῶν ἀνόμων. 1:31:01.599,1:31:04.081 Δὲν εἴταν ἄγγελος ὁδηγός, ποὺ μὲ φώτιζε· 1:31:04.081,1:31:08.207 εἴτανε φύλακας ἄγγελος[br]τῆς δηµόσιας Ψεφτιᾶς, ποὺ μὲ τύφλωνε. 1:31:08.642,1:31:10.987 Είτανε «τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον» 1:31:10.987,1:31:14.912 γινομένο µέσα µου φωνή καὶ θέλημα[br]τῶν θεῶν καὶ τοῦ Λόγου. 1:31:15.424,1:31:19.855 Εἴταν η καταχτόνια καὶ μυστικὴ φοβέρα[br]«Μη ! » καὶ «Πίσω !». 1:31:20.453,1:31:23.592 Είτανε τὸ δαιμόνιο τὸ δικό σας,[br]ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι 1:31:23.833,1:31:26.602 -- πολὺ χειρότερο, γιατί τανε[br]καὶ δυνατότερο. 1:31:28.305,1:31:29.950 Αν τὸ μισῶ, λέει ! 1:31:30.402,1:31:33.871 "Αχ ! νὰ μποροῦσα νὰν τὸ παράδινα[br]στὸ πατριωτικὀ σας μένος 1:31:33.871,1:31:37.308 νὰν τοῦ βγάζατε τὰ μάτια[br]νὰν τοῦ κόβατε τὴ μύτη καὶ τ ἀφτιά· 1:31:37.308,1:31:41.507 νὰν τοῦ χύνατε λάδι τσιτσιριστὸ[br]κι ἁλάτι χοντρὸ µέσα στὶς πληγές του' 1:31:41.507,1:31:45.092 νὰν τοῦ καρφώνατε πέταλα στὶς πατοῦσες του[br]μὲ ταβανόπροχες· 1:31:45.322,1:31:49.199 νὰν τὸ δένατε σ᾿ ἕνα παλούκι[br]καὶ βρέχοντάς το μὲ πετρόλαδο καὶ πίσσα 1:31:49.199,1:31:51.847 νὰν τοῦ βάνατε φωτιά, σὰ νά τανε Τοῦρκος ! 1:31:52.105,1:31:54.183 ᾽Αφτὸ μὲ σαλαγοῦσε καὶ μὲ κέντρωνε 1:31:54.183,1:31:56.764 ζεμένονε στὸ κάρο τῆς Δημοκρατίας[br]τῶν «ἀρίστων», 1:31:57.078,1:32:01.630 ἀφτὸ μ᾿ ἔκανε νὰ περπατάω κοιµάµενος[br]σὰν τ᾽ ἄλογα τὸν ἴσιο δρόµο τῆς συνήθειας 1:32:01.630,1:32:03.573 -- καὶ νὰ μὴν παραστρατίζω. 1:32:03.781,1:32:06.945 Αφτό μ'έκανε νὰ ξετινάζω καὶ νὰ κοροϊδέβω[br]τοὺς ἄνομους, 1:32:06.945,1:32:09.565 ἀντὶς νὰ κοροϊδέβω καὶ νὰ ξετινάζω[br]τοὺς νόµους᾽ 1:32:09.804,1:32:12.831 νὰ ταπεινώνω τοὺς ἀνίδεους,[br]ἀντὶς νὰν τοὺς λυπᾶμαι. 1:32:13.728,1:32:15.891 Μὰ τώρα τὸ ζητάω καὶ δὲν τὸ βρίσκω. 1:32:16.267,1:32:19.798 Μ᾽ ἔχει παρατήσει δῶ καὶ[br]κάµποσους μῆνες, ὦ ἄντρες ᾿Αθηναῖοι. 1:32:19.950,1:32:23.985 Ξαναγύρισε, μιὰς καὶ πεθαίνω,[br]στη Διεύθυνση τῆς Γενικῆς ”Ασφάλειας 1:32:23.985,1:32:26.434 νὰ παραδώσ᾽ ὑπηρεσία καὶ νὰ προβιβαστεῖ ! 1:32:28.969,1:32:33.328 Ὅταν ὁ Περικλὴς μᾶς ἔλεγε, πὼς η δύναμη[br]κ᾿ η καλοπέραση τῆς πολιτείας 1:32:33.328,1:32:37.589 εἶναι σωτηρία (καλοπέραση καὶ δύναμη)[br]τῶν δυστυχισµένων, 1:32:37.589,1:32:40.076 δὲν ήθελα νὰ παραδεχτῶ πὼς[br]κορόιδεβε. 1:32:40.328,1:32:44.845 Τί ἐννοοῦσε λέγοντας πολιτεία;[br]Όλους μας; "Όχι βέβαια. 1:32:45.591,1:32:49.238 ᾿Αν ὅλοι µας ἐφτυχοῦμε, δὲν ἔχει κανένας[br]ἀνάγχκη νὰ σωθεῖ. 1:32:49.442,1:32:55.078 ᾿Εννοοῦσε καθαρὰ τοὺς λίγους παραλῆδες[br]καὶ πολιτικούς· μ ἕνα λόγο τοὺς ἔξυπνους. 1:32:55.595,1:32:58.261 "Όταν ἐκεῖνοι τρῶνε, χορταίνουμ᾽ ἐμεῖς' 1:32:58.261,1:33:00.818 κι ὅταν ἀφτοὶ θησαβρίζουν,[br]ἐμεῖς πλουταίνουµε΄ 1:33:00.818,1:33:04.905 κι ὅταν ἐκεῖνοι δὲ γίνονται πλουσιὁτεροι,[br]φτωχαίνουµ’ ἐμεῖς περισσότερο· 1:33:04.905,1:33:07.813 κι ὅταν ἐκεινῶν η περιουσία[br]βρίσκεται σὲ κίντυνο, 1:33:07.813,1:33:09.594 χάνουμ’ ἐμεῖς τὸν ὕπνο µας !... 1:33:10.129,1:33:13.296 Ὁ πρῶτος, βλέπετε, πολιτικὸς[br]καὶ παραλὴς τῆς ᾿Αθήνας 1:33:13.296,1:33:16.784 ὕψωνε χωρὶς ντροπὴ μπροστὰ στὰ µάτια[br]τοῦ φλομωμένου πλήθους 1:33:16.784,1:33:18.933 τὴν ἀτιμία τῶν ὀλίγων σὲ χρέος, 1:33:18.933,1:33:22.318 µεγαλεῖο καὶ δόξα τῶν πολλῶν,[br]-- τῆς Πατρίδας ! 1:33:22.823,1:33:26.823 Είτανε πόλεµος τότε κ᾿ ἔπρεπε νὰ δώσουμε[br]τὴ ζωή µας γιὰ τοὺς «ἀρίστους», 1:33:26.823,1:33:29.542 ἂν θέλαµε νὰ σώσουμε[br]τὴν πείνα µας τὴν παντοτινὴ 1:33:29.542,1:33:32.674 καὶ τὸν ὕπνο µας τὸ µακάριο,[br]γιὰ νὰν τὸν κάνουμε αἰώνιο !... 1:33:33.139,1:33:34.403 Καταλάβατε : 1:33:34.705,1:33:37.058 Καὶ βέβαια. Γιατὶ σὰς τὸ ἔξηγῶ. 1:33:37.249,1:33:39.476 Μὰ τότες η µέσα µου φωνή τοῦ κοπαδιοῦ, 1:33:39.476,1:33:42.171 -- τὸ δαιμόνιο --- δὲ μ᾿ ἄφηνε[br]νὰν τὸ νιώσω. 1:33:42.544,1:33:45.666 "Ἔβρισκα μάλιστα,[br]πὼς καλὰ μᾶς τά λεγε ὁ γέρος, 1:33:45.666,1:33:49.074 γιατὶ συμφωνούσανε μὲ τὴν...[br]ἀπόλυτη Λογική ! 1:33:50.944,1:33:54.727 Σὰν ἄρχεψε νὰ μοῦ στρίβει,[br]νὰ ψυχανεμίζοµαι, πὼς δὲν κρίνω σωστὰ 1:33:54.727,1:33:56.429 καὶ πὼς τὸ μυαλό µου κάνει νερά, 1:33:56.429,1:34:00.408 ὁ φύλακας ἄγγελός σας ἔσφιξε[br]τὴ βρακοζώνα του κι ἄνοιξε τὰ φτερά του 1:34:00.408,1:34:03.259 καὶ πέταξε τρίζοντας τὰ δόντια του.[br]Οὔστ !... 1:34:03.619,1:34:05.387 Μὰ πάλε δὲν ησύχασα ! 1:34:05.387,1:34:08.458 Μόλις ἔφυγε, κι ἄρχεψε νὰ μὲ τρώει[br]ἄλλο σαράκι. 1:34:08.458,1:34:12.070 Ο μετανιωμὸς γιὰ τὸ κακό, ποὺ ἔκανα[br]καὶ στοὺς συγκαιρινούς μου 1:34:12.070,1:34:13.449 καὶ στοὺς µελλούμενους, 1:34:13.449,1:34:16.191 ὅσο θὰ κυβερνᾶνε τὸν κόσμο[br]τ᾽ ἄδικο κ᾿ η ψεφτιά. 1:34:16.413,1:34:18.014 Μερόνυχτα βασανιζόµουνα. 1:34:18.195,1:34:20.070 Έπρεπε νὰ διορθώσω τὸ κακό ! 1:34:20.477,1:34:24.130 Καὶ νὰ τί θά κανα, ἂν δὲν προλαβαίνατε[br]νὰ μὲ σκοτώσετε. 1:34:24.841,1:34:27.477 Τὸ λαρύγγι του στέγνωσε. 1:34:27.477,0:00:00.250 Ζήτησ᾽ ἕνα ποτήρι νερό,[br]μὰ ποῦ νὰ βρεθεῖ ποτήρι καὶ νερό! 9:59:59.000,9:59:59.000 Κάποιος ἀστεῖος τοῦ φώχαξε : 9:59:59.000,9:59:59.000 «Δὲν καταπίνεις τὴν κλεψύδρα[br]νὰ τελειώνουμε ;» 9:59:59.000,9:59:59.000 Χάχανα καὶ θόρυβος. 9:59:59.000,9:59:59.000 Πολλοί, ποὺ κοιµόντανε, τιναχτήκανε ξυνισµένοι 9:59:59.000,9:59:59.000 κι ἀρχίσανε νὰ γρυλλίξουν. 9:59:59.000,9:59:59.000 "Αλλοι σηκωθήκαν ὁρτοὶ καὶ κάνανε νόημα[br]τοῦ κλητήρα νὰν τοὺς πεῖ, 9:59:59.000,9:59:59.000 πόσο νερὸ µνέσκει ἀκόμα µέσα στὸ λαγήνι. 9:59:59.000,9:59:59.000 'Ο κλητήρας ἔσκυψε πάνου κ᾿ ὕστερα[br]σηκώνοντας τὸ δεξί του χέρι 9:59:59.000,9:59:59.000 ἔσυρε δυὸ τρεῖς φορὲς τὸ µεγάλο δάχτυλο[br]πάνου στὸ δέφτερο κόµπο τοῦ δείχτη. 9:59:59.000,9:59:59.000 "ο Σωκράτης κατάπιε τὸ σάλιο του καὶ ξακολούθησε. 9:59:59.000,9:59:59.000 Γι ἀφτὰ ποὺ δίδαξα, θά πρεπε νὰ μὲ κάνετε[br]χρυσόνε καὶ νὰ μὲ προσχυνᾶτε. 9:59:59.000,9:59:59.000 Gι’ ἀφτὰ ποὺ θά κανα, ἂν ἐζοῦσα,[br]θά πρεπε μὲ τὸ δίκιο σας 9:59:59.000,9:59:59.000 ὄχι νὰ μὲ σκοτώσετε μοναχά, μὰ νὰ μὲ[br]κοπανίσετε ζωντανὸ µέσα στὸ γουδί, 9:59:59.000,9:59:59.000 ὅπως ὁ τύράννος ὁ Νέαρχος θὰ κοπανἰσει[br]τὸ «ἤνωνα τὸν Ελεάτη, 9:59:59.000,9:59:59.000 γιὰ νὰ μάθει νὰ διδάσκει τὴν ἀρετὴ[br]ὅσο θέλει, 9:59:59.000,9:59:59.000 μὰ νὰ μὴ μιλάει γιὰ τὴν παλιανθρωπιὰ[br]τῶν ἀρχόντων. 9:59:59.000,9:59:59.000 Θά πρεπε νὰ μοῦ κόψετε τὴ γλώσσα, 9:59:59.000,9:59:59.000 καθὼς ὁ βασιλιὰς ᾿Αντίπατρος θὰ κόψει[br]τὴ γλώσσα τοῦ ᾿Υπερείδη τοῦ ρήτορα, 9:59:59.000,9:59:59.000 γιὰ νὰ µάθει, πὼς μπορεῖ νὰ προδίνει[br]τὴν πατρίδα του, 9:59:59.000,9:59:59.000 μὰ δὲν κάνει νὰ βρίζει[br]καὶ τὸν ξένο µισθοδότη... 9:59:59.000,9:59:59.000 Θά µουνα πραγματικὰ ἐπικίντυνος[br]στὴ δηµόσια τάξη, 9:59:59.000,9:59:59.000 στὸ «συμφέρον τοῦ κρείττονος». 9:59:59.000,9:59:59.000 Καἱ νὰ ρίχνατε τὸ κουφάρι µου[br]μακριὰ στὸν Κορινθιακὸ 9:59:59.000,9:59:59.000 η σὲ χανένα φαράγγι τοῦ Κιθαιρώνα[br]-- «μὴ ταφήναι ἐν γη ἁττικῇ» 9:59:59.000,9:59:59.000 Δὲν ὑπάρχει µεγαλύτερη ἀτιμία καὶ[br]προδοσία ἀπὸ τὸ νὰ λὲς τὴν ἀληθεια !... 9:59:59.000,9:59:59.000 Θὰ πήγαινα, ποὺ λέτε, στοὺς λαϊκοὺς[br]µαχαλάδες τῆς ᾽Αθῄνας, 9:59:59.000,9:59:59.000 στὰ βρωμοχώρια τῆς ᾽Αττικῆς[br]ἀπὸ τὶς Κάβο Κολόνες 9:59:59.000,9:59:59.000 ἴσαμε τὰ Κούντουρα[br]κι ἀπὸ τὴν Μούλουρη ἴσαμε τὸ Καπαντρίτι. 9:59:59.000,9:59:59.000 Θὰ κατέβαινα στὰ σκοτεινὰ χαµόσπιτα,[br]γεμάτα κοριοὺς καὶ χτίκιασµα, 9:59:59.000,9:59:59.000 θά µπαινα στὰ µικροµάγαζα τῆς φτωχολογιᾶς, 9:59:59.000,9:59:59.000 στὰ καρβουνιάρικα τοῦ λιμανιοῦ,[br]γιοµάτα λέρα καὶ βόχα. 9:59:59.000,9:59:59.000 Καὶ θά λεγα : «Λέφτεροι πολἰτες ! 9:59:59.000,9:59:59.000 Αφτὸς ὁ τόπος, κι ἄν ἀκόμα[br]βρισκότανε στη Σκυθία, 9:59:59.000,9:59:59.000 ὅπου σπάνια ξεμυτίζει ὁ γήλιος ἀνάμεσ᾽ ἀπὸ[br]µάβρα σύνεφα 9:59:59.000,9:59:59.000 καὶ πάνου σ᾿ ἅλιωτα χιόνια, 9:59:59.000,9:59:59.000 πἆλε θά τανε ὁ καλύτερος ἀπ᾿ ὅλους,[br]γιατὶ τὸ θέλ᾽ η καρδιά σας. 9:59:59.000,9:59:59.000 Είναι η πατρίδα. 9:59:59.000,9:59:59.000 Δικιά σας η πατρίδα, μὰ τίποτα[br]δικό σας µέσα σ᾿ ἀφτῆνε : 9:59:59.000,9:59:59.000 χωράφια καὶ παλάτια, καράβια χαὶ χρήμα,[br]θεοὶ χ᾿ ἐξουσία, σκέψη καὶ θέληση 9:59:59.000,9:59:59.000 --- ὅλα ξένα ! 9:59:59.000,9:59:59.000 Λιγοστοί σας ἔχετε τόσο µέρος,[br]ὅσο νὰ τρυπώνετε ζωντανοὶ 9:59:59.000,9:59:59.000 καὶ νὰ θάβεστε πεθαμένοι 9:59:59.000,9:59:59.000 καὶ τόση λεφτεριά, ὅσο νὰ κάνετε[br]τὴ φυσική σας ἀνάγκη στη ρεματιά, 9:59:59.000,9:59:59.000 ὅταν δὲ σᾶς βλέπει χὠροφύλακας... 9:59:59.000,9:59:59.000 Καὶ ὅταν βυθίζετε τὸ μάτι σας[br]πέρα στὸ γαλάζιο πέλαγος, 9:59:59.000,9:59:59.000 ὅπου πᾶνε κ᾿ ἔρχονται καΐκια καὶ φρεγάδες 9:59:59.000,9:59:59.000 κουβαλώντας ἀπὸ τὸ στόµα τοῦ Νείλου[br]κι ἀπ᾿ τὸν Κιμμέριο Βόσπορο 9:59:59.000,9:59:59.000 κι ἀπ᾿ τὶς Ἡράκλειες στῆλες[br]σιτάρι, χάλκωμα, μετάξι καὶ γυναῖκες, 9:59:59.000,9:59:59.000 περηφανέβεστε,[br]πὼς εἶναι δικά σας, γιατί ναι «ἐθνικά !» 9:59:59.000,9:59:59.000 Καὶ κανένας δὲ συλλογᾶται,[br]πὼς ὅλα τ᾽ ἀγαθὰ 9:59:59.000,9:59:59.000 μαζέβονται σὲ λίγα χέρια. 9:59:59.000,9:59:59.000 Ατζέμηδες, Μοραΐτες, Θηβαῖοι καὶ Μορθιανοὶ[br]σᾶς σκοτώνουνε μιὰ φορὰ 9:59:59.000,9:59:59.000 οἱ ξένοι’ μὲ τὰ χέρια τ᾽ ἀδερφικὰ σᾶς[br]σφίγγουνε τὸ καρύδι τοῦ λαρυγγιοῦ 9:59:59.000,9:59:59.000 σ᾿ ὅλη σας τὴ ζωὴ καὶ σᾶς δολοφονοῦνε[br]κάθε µέρα. 9:59:59.000,9:59:59.000 "Οχι μονάχα τίποτα δικό σας γύρα, 9:59:59.000,9:59:59.000 μὰ χι ὅλος ὁ ἑαφτός σας κ᾿ η ψυχη σας[br]εἶναι δικά τους». 9:59:59.000,9:59:59.000 Ὕστερα θὰ πῄγαινα[br]στὰ νταμάρια τῆς Πεντέλης, 9:59:59.000,9:59:59.000 στὶς μίνες τοῦ Δασκαλειοῦ καὶ τοῦ Λάβριου,[br]στοὺς ταρσανάδες τοῦ Περαία, 9:59:59.000,9:59:59.000 στὶς φάμπρικες, ποὺ φκιάνουνε σκουτάρια[br]καὶ λουρίκια τοῦ πολέμου -- στοὺς δούλους! 9:59:59.000,9:59:59.000 Θὰ κατέβαινα στ᾽ ἀμπᾶρια τῶν καραβιῶν,[br]ὅπου χιλιάδες σκεβρωμένοι κουπηλάτες 9:59:59.000,9:59:59.000 (ἄσπρα μαλλιά, μέτωπα καμένα[br]μὲ τὸ πυρωμένο σίδερο) 9:59:59.000,9:59:59.000 βροντᾶνε ρυθμικὰ τοὺς χαλκάδες τους 9:59:59.000,9:59:59.000 καὶ ξεφωνίζουν ἀπὸ τὰ χτυπήµατα[br]τοῦ βούρδουλα, 9:59:59.000,9:59:59.000 σὰν τύχει καὶ λιγοθυµίσουν[br]ἀπὸ τὴν κοὐραση. 9:59:59.000,9:59:59.000 θὰ πηγαινα στὰ μεγάλα τσιφλίκια,[br]σὰν τοῦ ᾽ Αλκιβιάδη στὸν Κουβαρά, 9:59:59.000,9:59:59.000 ὅπου ζεμένοι μὲ τὰ καματερὰ[br]ὀργώνουνε τὰ κατσάβραχα καὶ τὰ πουρνάρια. 9:59:59.000,9:59:59.000 θὰ πήγαινα στὴν ᾿Ακρόπολη, στὴ Ῥαμνούντα,[br]στὰ Κούντουρα, στὶς Κάβο Κολόγες, 9:59:59.000,9:59:59.000 ὅπου σηκώνουνε μὲ τὰ χέρια τους[br]στὸν ἀψηλὸ οὖρανὸ 9:59:59.000,9:59:59.000 τοὺς µαρμαρένιους κολοσσοὺς[br]τοῦ πνεµατός σας, τοὺς Παρθενῶνες. 9:59:59.000,9:59:59.000 Καὶ θὰν τοὺς ἔλεγα : 9:59:59.000,9:59:59.000 «Θρακιῶτες, Ασιάτες, ᾿Αφρικανοὶ[br]καὶ Σκύθες καὶ Ῥωμιοί ! 9:59:59.000,9:59:59.000 Οἰκέτες, θεράποντες, ἐπιστάτες,[br]παιδαγωγοί, τσογλάνια. 9:59:59.000,9:59:59.000 Μαντινοῦτες τοῦ γυναικωνίτη[br]κι ἅγιες πόρνες τῶν θεῶν καὶ τῶν ἀνθρώπων. 9:59:59.000,9:59:59.000 Σκλάβοι δημόσιοι καὶ σκλάβ᾽ἰδιωτικοί. 9:59:59.000,9:59:59.000 'Ἡ ξετσίπωτη φιλοσοφία δασκαλέβει,[br]πὼς εἴσαστε γεννηµένοι σκλάβοι. 9:59:59.000,9:59:59.000 Μὰ μήτε οἱ θεοὶ μήτε κ᾿ η φὺση διατάξανε[br]τὸ σπέρµα τοῦ πατέρα σας 9:59:59.000,9:59:59.000 νὰ σᾶς γεννήσει τέτιους. 9:59:59.000,9:59:59.000 Ἡ τὐχη σᾶς ἔκανε κι η συνήθεια[br]σᾶς ἀποτέλειωσε. 9:59:59.000,9:59:59.000 Εἴσαστε σκλάβοι ἐσεῖς,[br]γιὰ νά μαστ᾽ ἐμεῖς οἱ λέφτεροι. 9:59:59.000,9:59:59.000 Σηχκῶστε τὸ κεφάλι καὶ κοιτάχτε[br]τὸν ἀνοιξιάτικο ουρανὀ. 9:59:59.000,9:59:59.000 Ἔχετε ξεχάσει τὸ βάθος καὶ τὸ χρῶμα του. 9:59:59.000,9:59:59.000 Στὴν πατρίδα σας ὅμοια γελᾶνε τ᾽ἀκρογιάλια[br]κι ἀστροβολᾶνε κάµποι καὶ γήλιος. 9:59:59.000,9:59:59.000 Κάποτες εἴσαστε καὶ σεῖς λέφτεροι[br]κι ἄδικοι, 9:59:59.000,9:59:59.000 γιὰ νὰ γίνετ ἐδῶ σκλάβοι χι ἀδικημένοι 9:59:59.000,9:59:59.000 --- σεῖς, οἱ προγόνοι σας, ἀδιάφορο ! 9:59:59.000,9:59:59.000 Εϊσαστε τὸ µεγάλο ψυχομέτρι. 9:59:59.000,9:59:59.000 Νιῶστε τὴ δὐναμή σας κ᾿ ἑνωθεῖτε[br]μὲ τοὺς ἀδικημένους λέφτερους. 9:59:59.000,9:59:59.000 Νὰ σηκώσετε μοναχὰ τὰ σφυριά, τὰ δρεπάνια,[br]τὰ πελέκια, τὰ κρικέλια σας 9:59:59.000,9:59:59.000 καὶ θὰ γίνει κουρνιαχτὸς ὁλάκερ'[br]η δημοκρατία τῶν “ἀρίστων” 9:59:59.000,9:59:59.000 Νὰ τοὺς πάρετε τ᾽ ἀγαθὰ καὶ νὰ τοὺς[br]βάνετε νὰ δουλέβουνε, γιὰ νὰ τρῶνε». 9:59:59.000,9:59:59.000 -- «Καὶ νὰ καθόμαστ᾽ ἐμεῖς», 9:59:59.000,9:59:59.000 θ᾽ἀπαντούσανε μερικοὶ µαθηµένοι[br]νὰ σέρνονται σὰ ραγιάδες στὴν κοιλιὰ 9:59:59.000,9:59:59.000 μπροστά στοὺς δυνατοὺς καὶ νὰ[br]ξεκοιλιάζουνε τοὺς ἀδύνατους. 9:59:59.000,9:59:59.000 -- «Όχι», θὰ φώναζα ἐγώ. 9:59:59.000,9:59:59.000 «Θὰ δουλέβουνε κ᾿ ἀφτοὶ καὶ σεῖς. 9:59:59.000,9:59:59.000 Κοινή δουλειά, κοινὰ τ᾽ ἀγαθὰ[br]κι ἡ λεφτεριά...» 9:59:59.000,9:59:59.000 -- «Αμ τότες ἂς λείπει τέτια λεφτεριά.[br]Δὲ μᾶς κάνει...» 9:59:59.000,9:59:59.000 -- «Μην πειράζεστε ![br]Σὰν ἔρτει κείν᾽ ἡ ὥρα, 9:59:59.000,9:59:59.000 θὰ μπεῖτε σὲ δρόµο νὰ γίνετε ἀνθρῶποι·[br]νὰ λυτρώσετε, θέλοντας καὶ µη, 9:59:59.000,9:59:59.000 τὸ σῶμα σας, τὴν ψυχή σας[br]καὶ τὸ πνέµα σας». 9:59:59.000,9:59:59.000 -- «Ποιοί, µωρέ, θὰ μᾶς βάλουνε σὲ δρόµο ;»[br]πάλε θὰ ξεφωνούσανε. 9:59:59.000,9:59:59.000 -- «Οἱ Σκύθες !». 9:59:59.000,9:59:59.000 Μιὰ βροντερὴ φωνὴ πετάχτηκε ξαφνικὰ[br]σὰ ρουκέτα : 9:59:59.000,9:59:59.000 «Τέλειωσε τὸ νερό !» Εἴταν ὁ κλητήρας. 9:59:59.000,9:59:59.000 Οἳ δικαστάδες τιναχτήκαν ἀπάνου μ᾿ὁρμὴ[br]ξεφωνίζοντας καὶ βλαστηµώντας 9:59:59.000,9:59:59.000 καὶ τρέξαν ὅλοι πατεῖς µε πατῶ σε κατὰ τὴν πόρτα. 9:59:59.000,9:59:59.000 Δὲν εἴτανε πυρκαϊά. Δὲν εἴτανε σεισμός. 9:59:59.000,9:59:59.000 Τρέχανε, στριµωγνόντανε, χτυπιόντουσαν[br]ἀναμεταξύ τους 9:59:59.000,9:59:59.000 ποιὸς θὰ πάει πρῶτος στὸ ταμεῖο[br]νὰ πάρει τὸ µιστό του ! 9:59:59.000,9:59:59.000 ᾿ Ακόμα κ’ οἱ κλητῆρες ὁρμήσανε[br]κατὰ τὴν πόρτα γιὰ τὴν ἴδια δουλειὰ 9:59:59.000,9:59:59.000 κι ἀφήσανε τὸ Σωκράτη µοναχό του[br]πάνου στὸ βῆμα νὰ πικρογελᾶ. 9:59:59.000,9:59:59.000 Καὶ κεῖνος, μὲ τὴν παντοτινή του γαλήνη[br]στὴν ψυχἠ καὶ στὸ πρόσωπο, 9:59:59.000,9:59:59.000 κατεβαίνοντας ἀπὸ τὸ βῆμα[br]παρακάλεσε τὸν Πλάτωνα, 9:59:59.000,9:59:59.000 ποὺ στεκότανε σαστισµένος ἐκεῖ κοντά,[br]νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴ φυλακή : 9:59:59.000,9:59:59.000 «Δὲν ξέρω, καημένε, µήτε ποῦ βρίσκεται[br]µήτε κι ἀπὸ ποιὸ δρόµο πᾶνε !»