Ονομάζομαι Χάρι Μπέικερ. Χάρι Μπέικερ είναι το όνομά μου. Αν το όνομά σου ήταν Χάρι Μπέικερ, τότε θα είχαμε το ίδιο όνομα. (Γέλια) Είναι ένα σύντομο εισαγωγικό κομμάτι. Ναι, είμαι ο Χάρι. Σπουδάζω μαθηματικά. Γράφω ποίηση. Σκέφτηκα να ξεκινήσω με ένα ερωτικό ποίημα για τους πρώτους αριθμούς. (Γέλια) Λέγεται «59». Θα το ονόμαζα «Αγάπη πρώτου χρόνου». Αυτή η αντίδραση είναι ο λόγος που δεν το έκανα. (Γέλια) «59», λοιπόν. Ο 59 ξυπνάει στη λάθος πλευρά του κρεβατιού. Συνειδητοποιεί ότι τα μαλλιά του είναι στη μία πλευρά του κεφαλιού του. Του παίρνει λίγο να καταλάβει ότι οφείλεται στον τρόπο που κοιμήθηκε. Βρίσκει μερικά ρούχα και ντύνεται. Κοιτάζεται στον καθρέφτη και ελαφρώς εντυπωσιάζεται. Φαίνεται άγριος αλλά και επιμελώς ατημέλητος. Καθώς κοιτάζει έξω από το παράθυρο, ευλογείται με τη θέα της 60 από απέναντι. Η 60 ήταν πανέμορφη. Με τέλεια κομμένες παρανυχίδες, φορώντας κάτι κατάλληλο. Ποτέ αγενές ή κακόγουστο. Δεν μπορεί να βελτιωθεί, πάντα στην ώρα της, την κατάλληλη στιγμή αλλά της άρεσε να το παίζει άνετη. Ο 59 ήθελε να της πει ότι ήξερε το αγαπημένο της λουλούδι. Τη σκεφτόταν κάθε δευτερόλεπτο, κάθε λεπτό, κάθε ώρα. Αλλά ήξερε ότι δεν θα γινόταν τίποτα, ποτέ δεν θα είχε το κορίτσι. Επειδή, αν και ζούσε απέναντι, ήταν από διαφορετικούς κόσμους. Ενώ ο 59 θαύμαζε την τέλεια στρογγυλή φιγούρα της 60, η 60 πίστευε ότι ο 59 ήταν περιττός. (Γέλια) Μία από τις αγαπημένες του ταινίες ήταν τα «101 σκυλιά της Δαλματίας». Αυτή προτιμούσε το δεύτερο μέρος. Εξιδανίκευε την ιδέα ότι ήταν κακότυχοι εραστές. Μπορούσαν να ξεπεράσουν τα προβλήματα επειδή είχαν ο ένας τον άλλον. Ενώ αυτή είχε τις αυστηρές ιδέες που της επέβαλλε η μητέρα της. Πως όσοι είναι από άλλη τάξη δεν είναι ίσοι. Αν και τότε ένιωθε χαζός και ηλίθιος Που ήθελε να αγαπήσει κάποια που την ελέγχει η χαζή μαμά της, Θα μπορούσε να παρηγορηθεί από την απλή άθροιση. Αφαιρέστε το 59 από το 60, και θα σας μείνει μόνο ένα. Κι έτσι μετά από δύο μήνες κλαψουρίσματος, μετά από 61 μέρες, βρήκε την 61, Είχε χάσει τα κλειδιά του και οι γονείς του έλειπαν. Έτσι μια μέρα μετά το σχολείο πήγε σε ένα σπίτι Παρατηρώντας τους ξεχαρβαλωμένους αριθμούς στην πόρτα, Αναρωτήθηκε γιατί δεν συστήθηκε ποτέ, Καθώς τον έβαλε μέσα, του έπεσαν τα σαγόνια. Η 61 ήταν σαν την 60, αλλά λίγο παραπάνω. (Γέλια) Είχε πιο ωραία μάτια, και ένα προσιτό χαμόγελο, Και σαν κι αυτόν, άγρια με ανέμελο στιλ, Σαν κι αυτόν, όλα ήταν σε σωρούς χωρίς τάξη, Σαν κι αυτόν, δεν πείραζε τη μητέρα της αν οι φίλοι έμεναν λιγάκι. Επειδή ήταν σαν κι αυτόν, και του άρεσε. Σκέφτηκε ότι θα της άρεσε που ήταν σαν κι αυτόν, Και ήταν διαφορετικά αυτή τη φορά. Αυτή η κοπέλα ήταν τρομερή. Έτσι μάζεψε το κουράγιο του και της ζήτησε τον αριθμό της. Είπε, «Είμαι η 61». Χαμογέλασε, είπε, «Είμαι ο 59». Σήμερα τα πέρασα πολύ ωραία, Έτσι, αν θέλεις αύριο έλα στο δικό μου; Είπε, «Φυσικά». Της άρεσε να μιλά σε κάποιον ιδιόμορφο σαν κι αυτήν. Συμφώνησε στο ανεπίσημο πρώτο ραντεβού. Στο τέλος ήταν έτοιμος μόνο ένα λεπτό νωρίτερα. Αλλά δεν πείραζε γιατί έφτασε ένα λεπτό αργότερα. Κι από εκείνη τη στιγμή φλυαρούσαν ασταμάτητα, Πώς τους άρεσε το «X-Factor», πώς είχαν δύο παράγοντες, Πώς αυτό δεν είχε σημασία, η ιδιαιτερότητα τους έκανε καλύτερους, Ως το τέλος της βραδιάς ήξεραν ότι ήταν γραφτό να είναι μαζί. Και μια μέρα που αυτή μιλούσε για την ψηλομύτα 60, παρατήρησε ότι ο 59 φαινόταν κάπως ανειλικρινής. Κοκκίνισε, της είπε για την καψούρα του: «Ό,τι καλύτερο δεν συνέβη ποτέ γιατί οδήγησε σε μας». Βλέπετε, η 61 ήταν έξυπνη, δε ζήλευε. Τον κοίταξε στα μάτια και του είπε τρυφερά, «Είσαι ο 59, είμαι η 61, μαζί συνδυασμένοι γινόμαστε διπλοί απ' ό,τι είναι η 60». (Γέλια) Σε αυτό το σημείο, ο 59 είχε δάκρυα στα μάτια του, Χαιρόταν που είχε αυτό το μοναδικό κορίτσι στη ζωή του. Της είπε ότι ο ορισμός του πρώτου ήταν ότι η καρδιά του χωριζόταν μόνο με έναν και τον εαυτό του, Και αυτή ήταν η μία που ήθελε να δώσει την καρδιά του, Αυτή είπε ότι ένιωθε το ίδιο. Τώρα ήξερε ότι οι ταινίες ήταν κατά το ήμισυ αληθινές. Επειδή δεν ήταν αληθινή αγάπη, ήταν απλώς ένα δείγμα, Όσον αφορά την αληθινή αγάπη, η δική τους ήταν ένα πρώτο παράδειγμα. Ευχαριστώ. (Χειροκρότημα) Αυτό ήταν το πρώτο ποίημα που έγραψα και ήταν για μια νύχτα ποίησης με θέμα τους πρώτους αριθμούς -(Γέλια)- που κατέληξε ως διαγωνισμός ποίησης με θέμα τους πρώτους αριθμούς. Και έγινα νικητής διαγωνισμού ποίησης με θέμα τους πρώτους αριθμούς, ή όπως θέλω να το λέω, ένας πρώτος λειτουργός. (Γέλια) Κι έτσι ανακάλυψα αυτά που λέγονται ποιητικά χτυπήματα, και αν δεν ξέρετε τι είναι ένα ποιητικό χτύπημα, ήταν μια μορφή που βγήκε στην Αμερική πριν από 30 χρόνια για να ξεγελάσουν τον κόσμο να πηγαίνει σε ποιητικές εκδηλώσεις βάζοντας μια συναρπαστική λέξη όπως το «χτύπημα» στο τέλος. (Γέλια) Και κάθε ερμηνευτής είχε τρία λεπτά για την εκτέλεσή του και μετά τυχαία μέλη του κοινού σήκωναν κάρτες με βαθμολογία, και κατέληγαν με μια αριθμητική βαθμολογία, και αυτό σημαίνει ότι γκρέμισε το χάσμα μεταξύ του ερμηνευτή και του κοινού και ενίσχυσε τη σύνδεση με τον ακροατή. Επίσης σημαίνει ότι μπορείτε να κερδίσετε. Κι αν κερδίσετε σε ένα ποιητικό χτύπημα, μπορείτε να αποκαλείστε πρωταθλητής και να προσποιηθείτε ότι είστε παλαιστής, και αν χάσετε σε ένα ποιητικό χτύπημα θα πείτε, «Τι; Η ποίηση είναι μια υποκειμενική μορφή τέχνης, δεν μπορείτε να βάλετε αριθμούς σε τέτοια πράγματα». (Γέλια) Αλλά μου άρεσε, κι ασχολήθηκα με αυτά τα χτυπήματα, έγινα πρωταθλητής χτυπημάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο, και με κάλεσαν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποίησης στο Παρίσι, που ήταν απίστευτο. Ήταν άνθρωποι απ' όλον τον κόσμο που μιλούσαν στη γλώσσα τους για να κριθούν από πέντε Γάλλους άγνωστους. (Γέλια) Και κατά κάποιον τρόπο, κέρδισα, που ήταν υπέροχο και μπορώ να ταξιδεύω στον κόσμο από τότε που το έκανα, αλλά επίσης σημαίνει ότι το επόμενο κομμάτι είναι θεωρητικά το καλύτερο ποίημα στον κόσμο. (Γέλια) Λοιπόν... (Χειροκρότημα) Σύμφωνα με πέντε Γάλλους άγνωστους. Αυτό είναι λοιπόν το «Χάρτινοι Άνθρωποι». Μου αρέσουν οι άνθρωποι. Θα ήθελα μερικούς χάρτινους ανθρώπους. Θα ήταν μοβ χάρτινοι άνθρωποι. Ίσως αναδυόμενοι μοβ χάρτινοι άνθρωποι. Κανονικοί αναδυόμενοι μοβ χάρτινοι άνθρωποι. «Πώς κάνεις κανονικούς τους αναδυόμενους μοβ χάρτινους ανθρώπους;» Σας ακούω να φωνάζετε. Λοιπόν, εγώ... Μάλλον θα έκανα κανονικούς τους αναδυόμενους μοβ χάρτινους ανθρώπους με έναν κανονικό αναδυόμενο μοβ συνδετήρα ανθρώπων, αλλά θα προετοίμαζα κατάλληλες κόλλες ως εναλλακτικές, ένα πονηρό πακέτο Μπλου Τακ για μην πέσει το χαρτί. Επειδή μπορούσα να χτίσω μια αναδυόμενη μητρόπολη, αλλά δεν θα ήθελα να αντιμετωπίσω τα πολιτικά των χάρτινων ανθρώπων, χάρτινοι πολιτικοί με πολύ λεπτές πολιτικές, σπασμένες υποσχέσεις χωρίς κατάλληλες απολογίες. Θα υπήρχε ένας μικρός χάρτινος εγώ. Κι ένας μικρός χάρτινος εσύ. Και θα βλέπαμε χάρτινη τηλεόραση και θα ήταν επί πληρωμής. (Γέλια) Θα βλέπαμε χάρτινους ράπερ να ραπάρουν για το χάρτινο πακέτο τους ή θα βλέπαμε χάρτινα μεταφορικά μέσα να κολλάνε στην κίνηση στην εθνική. (Γέλια) Χαρτί. Θα υπήρχε μια χάρτινη πριγκίπισσα Κέιτ αλλά όλοι θα κοιτάμε τη χάρτινη Πίππα, και θα ζούσαμε όλοι με τον φόβο του Τζακ του Χαρτο-Αντεροβγάλτη, επειδή η χάρτινη προπαγάνδα προωθεί τις προκαταλήψεις του λαού, ο τύπος τυπώνει φωτογραφίες τρομοκρατών με φωτογένεια. Ένας μικρός χάρτινος εγώ. Κι ένας μικρός χάρτινος εσύ. Και ο αναδυόμενος πληθυσμός έρχεται με τα προβλήματα. Θα υπάρχει μια πομπώδης χάρτινη βουλή που θα παραμένει απόμακρη, και θα αγνοεί τη λαϊκή διαμαρτυρία για τις περικοπές χαρτιού, μετά οι ειρηνικές χάρτινες πορείες θα γίνουν μικρά κομμάτια χαρτί, από κανόνια χαρτοπόλεμου, της προληπτικής αστυνομίας. Και ναι, θα υπάρχουν ακόμη χάρτινα χρήματα άρα και χάρτινη απληστία, και χάρτινοι τραπεζίτες τσεπώνουν περισσότερα απ' όσα χρειάζονται, παίρνουν πότπουρι για πάρει γεύση η χάρτινη περιουσία τους, άλλοι ζουν στη φτώχεια και δεν αναγνωρίζονται σωστά. Κανονική φτωχή οικονομία με τόσους κανονικά φτωχούς, ενώ οι ανάγκες τους αγνοούνται, τα λεφτά πάνε σε πολέμους. Στρατιές οριγκάμι με πλάνα χάρτινων αεροπλάνων και παραμένουμε φυλακισμένοι στις χάρτινες αλυσίδες μας, αλλά η μεγαλύτερη ντροπή είναι ότι πάντα μένει το ίδιο, αλλάζει το άτομο στην εξουσία, που επιλέγει πώς να αποδοθεί το φταίξιμο, ονοματίζουν ονόματα, ξεχνώντας ότι είναι ονόματα ανθρώπων, επειδή στο τέλος όλα καταλήγουν στους ανθρώπους. Μου αρέσουν οι άνθρωποι. Επειδή ακόμη και όταν η κατάσταση είναι δύσκολη, μόνο οι άνθρωποι μπορούν να εμπνεύσουν, και στο χαρτί, είναι δύσκολο να δούμε πώς τα βγάζουμε πέρα. Αλλά στον πάτο του κουτιού της Πανδώρας υπάρχει ακόμη η ελπίδα, και ελπίζω ακόμη επειδή πιστεύω στους ανθρώπους. Ανθρώπους σαν τους παππούδες μου. Που κάθε μέρα από τότε που γεννήθηκα, έδιναν χρόνο από το πρωινό τους να προσευχηθούν για μένα. Αυτό σημαίνει ότι για 7.892 συνεχόμενες ημέρες κάποιος τσεκάρει αν είμαι καλά, και αυτό είναι εκπληκτικό. Άτομα σαν τη θεία μου που στήνει θεατρικά με φυλακισμένους. Άτομα ικανά να συγχωρέσουν πραγματικά. Άτομα όπως οι διωκόμενοι Παλαιστίνιοι. Άτομα που ξεβολεύονται για να κάνουν τη ζωή σας καλύτερη, και δεν περιμένουν ανταπόδοση. Βλέπετε, οι άνθρωποι μπορούν να είναι ισχυροί. Μόνο και μόνο επειδή οι ισχυροί τείνουν να θυματοποιούνται δεν χρειάζεται να υποκύψουμε σε αυτό το σύστημα. Και δεν έχει διαφορά ένας χάρτινος πληθυσμός. Υπάρχει ένας μικρός χάρτινος εγώ. Και ένας μικρός χάρτινος εσύ. Και σε έναν αναδυόμενο πληθυσμό αναδύονται και τα προβλήματα του κόσμου, αλλά ακόμη κι αν ολόκληρος ο κόσμος κατέρρεε, θα τα καταφέρναμε. Επειδή είμαστε άνθρωποι. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα) Σας ευχαριστώ πολύ. Έχω χρόνο για ένα ακόμη. Για μένα, η ποίηση ήταν ο υπέρτατος τρόπος για ιδέες χωρίς όρια. Όταν πρωτοξεκίνησα, αυτοί που με ενέπνευσαν ήταν αυτοί με τις εκπληκτικές ιστορίες, και πίστευα ότι ως ένας ευτυχισμένος 18χρονος, παραήταν νορμάλ, αλλά δημιουργούσα αυτούς τους κόσμους όπου μπορούσα να μιλήσω για τις εμπειρίες μου, τα όνειρα και τα πιστεύω μου. Είναι εκπληκτικό που βρίσκομαι μπροστά σας σήμερα. Σας ευχαριστώ που είστε εδώ. Αν δεν ήσασταν εδώ, θα ήταν σαν την πρόβα για τον ήχο εχτές. (Γέλια) Αυτό έχει περισσότερη πλάκα. Το τελευταίο λέγεται «Το Ηλιόλουστο Παιδί». Σας ευχαριστώ πολύ που με ακούτε. Ο γερο-Ήλιος ήταν περήφανος για τον ήλιο του, Και βλέποντάς το μικρό του αγόρι να τρέχει, φώτιζε την ημέρα του, Όχι γι' αυτά που είχε κάνει, ούτε τα προβλήματα που ξεπέρασε, Αλλά παρά τα όλα προβλήματα είχε ηλιόλουστη διάθεση. Δεν ήταν πάντα έτσι. Υπήρξαν στιγμές που προσπάθησε να κρύψει τη φωτεινότητά του, Βλέπετε, κάθε άστρο περνάει δύσκολες περιόδους, Χρειάζεται ένα πιο φωτεινό φως να τους εμπνεύσει στο σκοτάδι. Αν πάμε πίσω τότε που γεννήθηκε σε ένα νεφέλωμα, Ξέρουμε ότι ποτέ δεν τον θεώρησαν κανονικό. Επειδή είχε μια αύρα, Δεν θα το λέγαμε το άγγιγμα του Μίδα Αλλά οτιδήποτε πλησίαζε γινόταν κάπως μπρονζέ, Ναι, κάποιοι λάτρευαν αυτόν τον ήλιο, κάποιοι όχι και τόσο, Ήταν σαν τον Τζόζεφ με το ονειροπαλτό και τα αδέρφια του Επειδή το να ξεχωρίζεις στο πλήθος έχει τα καλά και τα κακά του, Κι η ζήλια έκανε εχθρούς του όσους ξεπερνούσε σε λάμψη Σαν τους Σκιερούς Ανθρώπους. Οι Σκιεροί Άνθρωποι δεν συμπαθούσαν το Ηλιόλουστο Παιδί, Επειδή έδειχνε τα σκοτεινά πράγματα που αυτοί έκαναν, Και όταν φώτιζε έδειχνε τα μέρη όπου αυτοί κρύβονταν, Έτσι οι Σκιεροί Άνθρωποι είχαν ένα ύπουλο σχέδιο για να τον ξεκάνουν, Πρώτα, κορόιδευαν τις ηλιακές του κηλίδες, Πυροβολούσαν τα όνειρά του από τον ουρανό με λόγια που ύπουλα του θύμιζαν ότι δεν ήταν και τόσο κουλ τύπος και δεν κόλλαγε με τα δημοφιλή παιδιά στο σχολείο. Έλεγαν ότι τα μυαλά του ήταν στο διάστημα και θα τον προσγείωναν, Προερχόταν από το τίποτα, και αυτό άξιζε Δεν θα πήγαινε ποτέ πανεπιστήμιο για να μάθει, Οι μόνοι βαθμοί που θα έδειχνε ποτέ, θα ήταν οι βαθμοί εγκαυμάτων Από αυτούς που πλησίαζαν πολύ, του είπαν ότι ήταν πολύ φωτεινός, Γι' αυτό κανείς δεν τον κοιτούσε κατάματα, Η κρίση του έγινε θολή Το ίδιο κι ο ουρανός, με δάκρυα που εξατμίζονται καθώς ο ήλιος άρχισε να κλαίει. Επειδή το ηλιόλουστο παιδί ήταν φωτεινό, με μια ζεστή προσωπικότητα. Μέσα του καιγόταν βάναυσα Πληγωμένος από τις λέξεις και τις κατάρες του σκιερού κόσμου που άφηναν τρύπες στην ψυχή του, Και καθώς σκλήραινε η καρδιά του, σκοτείνιαζε η λάμψη του, Κάθε φορά που τον κορόιδευαν, έχαναν θερμότητα οι φλόγες του, Νόμιζε ότι θα τον συμπαθούσαν αν κρατούσε το φως του χαμηλά Αλλά ήταν απασχολημένοι να λένε στην αστραπή ότι είχε χάλια σημάδι, Δεν μπορούσε να καταλάβει τι έλεγαν, Έτσι άφησε το φως του να σκοτεινιάσει από αυτά που έλεγαν, Έπεσε σε πολιτεία μοναχικού άστρου όπως το Τέξας, Και ένιωσε λες και έφαγε μπουνιά στο ηλιακό του πλέγμα. Αλλά τότε ήρθε η Μικρή Ηλιαχτίδα Με το αγαπημένο της τραγούδι, πώς είμαστε φτιαγμένοι να αντέχουμε Και δεν χρειάζεται να είσαι δυνατός για να ανήκεις, απλώς αληθινός, επειδή κατά βάθος όλοι είμαστε αστέρια. Η Μικρή Ηλιαχτίδα ήταν καυτή, Το είδος του κοριτσιού που όταν την κοιτούσες ξεχνούσες πράγματα, Αλλά γι' αυτόν, δεν την ξεχνούσε, Μόλις την είδε, η εικόνα της αποτυπώθηκε στον αμφιβληστροειδή του, Ήταν υπέροχη, και τον αποδέχτηκε, Αυτό το κορίτσι είχε κάτι που την ένιωθε όταν ήταν δίπλα του, Τα πράγματα δεν ήταν και τόσο σκοτεινά και τολμούσε να ονειρευτεί, Δεν υπήρχαν σκιές, Όταν ήταν εκεί, αυτός έλαμπε, Τα μάτια του έλαμπαν με τρόπους ανεπιτήδευτους. Όταν χασκογελούσε, οι ακτίνες της έσβηναν τα λόγια μίσους, Έδιναν παρατσούκλια ο ένας στον άλλον, το «ψύχραιμο αστέρι» και ο «διασκεδαστικός ήλιος», Και σταδιακά η σκιερή βλάβη διορθώθηκε, Ήταν μία στα επτακισεκατομμύρια, και ήταν λαμπρή, Μπορούσε να κάνει κατακόκκινα τα πιο ψυχρόαιμα ερπετά, Να τα αγαπήσουν δισεκατομμύρια, από Χιλιανούς έως Βραζιλιάνους, Και έμαθε στο Ηλιόλουστο Παιδί το νόημα της ανθεκτικότητας. Είπε, «Όλο το σκοτάδι στον κόσμο δεν μπορεί να σβήσει το φως από ένα μοναδικό κερί Τότε πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν το δικό σου φως; Μόνο εσύ μπορείς να το χαμηλώσεις και δεν υπάρχουν όρια, έτσι σώπασε λάμποντας όσους σε κατακρίνουν. Αν τα μάτια είναι τα παράθυρα της ψυχής, αυτή τράβηξε τις κουρτίνες κι ο ήλιος έλαμψε στον πόνο. Σε ένα σύμπαν αντιξοότητας αυτά τα αστέρια έμειναν μαζί, Κι αν και ο καιρός πέρασε οι αναμνήσεις είναι για πάντα, Είτε το είπε ο μετεωρολόγος είτε όχι, ο καιρός θα είναι καλός, Γιατί ακόμη και πίσω από τα σύννεφα το παιδί έλαμπε. Ναι, το Ηλιόλουστο Παιδί ήταν φωτεινό, με μια ζεστή προσωπικότητα, Και μέσα του καιγόταν άγρια, Ωθούμενος από τη φωτιά που ενέπνευσε τους γαλαξίες Από το κορίτσι που πίστεψε σ' αυτόν. Σας ευχαριστώ πολύ. (Χειροκρότημα)