Από ναύτες που
μεταμορφώνονται σε γουρούνια,
νύμφες που μετατρέπονται σε δέντρα
και ένα βλέμμα που σε μετατρέπει σε πέτρα,
η ελληνική μυθολογία είναι
γεμάτη μεταμορφώσεις.
Οι παντοδύναμοι θεοί συχνά
άλλαζαν μορφές κατά βούληση,
αλλά στους θνητούς οι μεταλλάξεις
ήταν συχνά ανεπιθύμητες.
Μια τέτοια τρομακτική μεταμόρφωση
έτυχε και στην υφάντρα Αράχνη.
Η Αράχνη ήταν η κόρη ενός εμπόρου
που πέρναγε την ώρα του βάφοντας
υφάσματα σε σκούρο μοβ.
Εκείνη είχε ταλέντο
στο να γνέθει τα πιο περίτεχνα νήματα,
υφαίνοντάς τα σε αέρινα υφάσματα,
και δημιουργώντας
καταπληκτικές ταπετσαρίες.
Πλήθος μαζευόταν να δει τα χέρια της
που πετούσαν στον αργαλειό,
σαν να πεταγόταν η κλωστή
από τα δάχτυλά της.
Αλλά όσο καλυτέρευε η δουλειά της,
μεγάλωνε κι η υπερηφάνεια της.
Συχνά καυχιόταν η Αράχνη
για το χάρισμά της,
λέγοντας πως ξεπερνούσε
κάθε άλλον - θνητό και θεό.
Αρνιόταν να το δει ως δώρο από τους θεούς.
Αντιθέτως, έλεγε πως
οφειλόταν στην ευφυΐα της.
Έτυχε, όμως, η Αθηνά, θεά
της σοφίας και των τεχνών,
να ακούσει τα λόγια της Αράχνης.
Αποφάσισε να νουθετήσει
το αχάριστο κορίτσι,
μεταμορφώθηκε σε γριά και
κρύφτηκε ανάμεσα στους θνητούς.
Επέπληξε την Αράχνη δημοσίως -
πώς τολμάει η υφάντρα να θεωρεί
τον εαυτό της καλύτερο από τους θεούς;
Αλλά η Αράχνη μόνο γέλασε
χωρίς να την κοιτάξει.
Προσβεβλημένη, πέταξε τον μανδύα της
και έδειξε την αληθινή της μορφή.
Αν η Αράχνη επέμενε
να προσβάλλει τους θεούς,
η Αθηνά θα την προκαλούσε σε διαγωνισμό.
Κρύβοντας την έκπληξή της
μπροστά στην γλαυκομάτα Αθηνά,
η Αράχνη δέχτηκε την πρόκληση.
Η Αθηνά έβγαλε τον δικό της αργαλειό
ενώ το πλήθος συγκεντρωνόταν.
Οι υφάντρες ξεκίνησαν προσηλωμένες
και με γρήγορες κινήσεις.
Η Αθηνά κάλεσε λωρίδες από τα σύννεφα
και λεπτές κλωστές από γρασίδι
επιδεικνύοντας μεγάλες δυνάμεις.
Ύφανε καταπληκτικές σκηνές
που έδειχναν τη δύναμη των θεών:
Τον Ποσειδώνα να καβαλάει τα κύματα,
τον Δία να ρίχνει κεραυνούς,
και τον Απόλλωνα να οδηγεί
την άμαξά του στον ουρανό.
Στην ταπετσαρία της Αθηνάς,
η δόξα των θεών μίκραινε τους θνητούς.
Όμως η Αράχνη δεν ενδιαφερόταν
για τους εγωισμούς των θεών.
Η ταπετσαρία της έδειχνε τους θεούς
να καταχράζονται τις δυνάμεις τους:
να μαλώνουν μεταξύ τους,
να πίνουν και να καυχιόνται
και να μπλέκονται στις ζωές των θνητών.
Παρουσίασε τον Δία ως γυναικά, να
μεταμορφώνεται για να ξελογιάσει γυναίκες:
κύκνος για τη Λήδα,
ταύρος για την Ευρώπη,
χρυσή βροχή για τη Δανάη.
Η Αράχνη συνέχισε
με τα πταίσματα των άλλων θεών:
από την απαγωγή της Περσεφόνης
από τον Πλούτωνα
ως την άγρια καταδίωξη
της Εριγόνης από τον Βάκχο.
Παρ' όλο που οι θεοί
παρουσιάζονταν με άσχημο τρόπο,
η δουλειά της Αράχνης έδειχνε
τις καταπληκτικές ικανότητές της.
Η ταπετσαρία της ήταν σχεδόν ζωντανή,
γεμάτη κίνηση και όμορφα χρώματα
που διαγράφονταν τολμηρά.
Όταν η Αθηνά είδε την αναμφίβολα καλύτερη
αλλά υπονομευτική δουλειά της Αράχνης,
εξαγριώθηκε και ξέσπασε στη θνητή υφάντρα.
Η χαρά της Αράχνης σκιάστηκε
όταν ένιωσε το σώμα της
να μικραίνει και να παραμορφώνεται.
Τα δάχτυλά της κινούνταν συνεχώς
ενώ οι ώμοι της κόλλησαν στα πλευρά
και μαύρες τρίχες φύτρωσαν
σε όλο της το σώμα.
Η θεά άφησε στην Αράχνη μία μόνο ροή
κλωστής να βγαίνει από την κοιλιά της,
ένα ελάχιστο αναμνηστικό του ταλέντου της.
Για να προκαλέσει το συμπέρασμα
ότι οι θεοί είναι απλησίαστοι,
η Αθηνά συρρίκνωσε την αντίπαλό της
στην πρώτη αράχνη.
Μέχρι σήμερα, η Αράχνη και τα παιδιά της
κλώθουν για εξιλέωση -
ή μήπως από επιμονή; -
στις σκιές γιγάντων.