Σας ευχαριστώ που ήρθατε,
σας ευχαριστώ που αυτό το μεγάλο Χ
θα αποτυπωθεί στον αμφιβληστροειδή σας
για τις επόμενες τρεις ημέρες.
(Γέλια)
Σήμερα θέλω να μιλήσω
για τη σημασία των λέξεων,
πώς τις ορίζουμε και πώς αυτές,
-σχεδόν σαν εκδίκηση-
καθορίζουν εμάς.
Η αγγλική γλώσσα
είναι ένα υπέροχο σφουγγάρι.
Λατρεύω την αγγλική γλώσσα.
Είμαι ευτυχής που τη μιλάω.
Κι εσείς όλοι νομίζω
ότι είστε τυχεροί που τη μιλάτε.
Παρ' όλα αυτά, έχει πολλές τρύπες.
Από το ελληνικό «Λάχεσις»
υπάρχει ο «λαχεσισμός»:
που είναι η πείνα για καταστροφή.
Ξέρετε, όταν βλέπετε
μια καταιγίδα στον ορίζοντα
και πιάνετε τον εαυτό σας να πανηγυρίζει.
Στα Κινέζικα, έχουν μια λέξη «γιου γι»
-δεν την προφέρω σωστά-
που σημαίνει τη λαχτάρα
να νιώσεις έντονα ξανά
όπως όταν ήσουν παιδί.
Στα πολωνικά, έχουν την λέξη «ζούσκα»,
που είναι το είδος
της υποθετικής συζήτησης
που διαδραματίζεται μέσα στο κεφάλι σου.
Και τέλος, στα Γερμανικά,
-φυσικά στα Γερμανικά-
έχουν μια λέξη που λέγεται «τσίλσμερτζ»
που είναι ο φόβος
της απόκτησης αυτού που θέλεις.
(Γέλια)
Την τελική κατάκτηση ενός ονείρου ζωής.
Είμαι Γερμανός,
οπότε ξέρω ακριβώς πώς είναι αυτό.
Δεν είμαι σίγουρος
αν θα χρησιμοποιούσα αυτές τις λέξεις
στην καθημερινή μου ζωή,
αλλά χαίρομαι που υπάρχουν.
Όμως ο μόνος λόγος που υπάρχουν
είναι γιατί εγώ τις επινόησα.
Είμαι ο συγγραφέας του «Το Λεξικό
Των Επισκιασμένων Μελαγχολιών»,
το οποίο γράφω τα τελευταία επτά χρόνια.
Και η όλη αποστολή του σχεδίου
είναι να βρει τρύπες
στη γλώσσα του συναισθήματος
και να τις γεμίσει
έτσι ώστε να έχουμε έναν τρόπο να μιλάμε
για όλα αυτά τα μικροπταίσματα
και όλες αυτές τις ιδιορρυθμίες
του ανθρώπου
που όλοι νιώθουμε αλλά μπορεί
να μη σκεφτόμαστε να μιλήσουμε για αυτές
για το λόγο ότι δεν έχουμε
τις λέξεις να το κάνουμε.
Άρχισε καθώς έβλεπα τους τίτλους τέλους
του Saturday Night Live,
και καταλήφθηκα μια πολύ γλυκιά
και αξέχαστη μελαγχολία.
Αν τύχει ποτέ να μείνετε ξύπνιοι τόσο αργά
σας προτείνω να δείτε
τους τίτλους τέλους αυτής της εκπομπής.
Κι έτσι αποφάσισα να προσπαθήσω
να ορίσω αυτό το συναίσθημα.
Και στα μισά αυτής της προσπάθειας,
όρισα το «σόντερ»,
την ιδέα ότι θεωρούμε τους εαυτούς μας
ως τον κύριο χαρακτήρα
και όλοι οι άλλοι είναι απλώς κομπάρσοι.
Αλλά στην πραγματικότητα,
είμαστε όλοι ο κύριος χαρακτήρας,
και εσύ ο ίδιος είσαι κομπάρσος
σε κάποιου άλλου την ιστορία.
Οπότε, μόλις το δημοσίευσα αυτό,
δέχθηκα ανταπόκριση από ανθρώπους
που μου έλεγαν: «Σε ευχαριστούμε
που δίνεις βήμα σε κάτι που ένιωθα πάντα
αλλά δεν υπήρχε λέξη για αυτό».
Τους έκανε να νιώθουν λιγότερο μόνοι.
Αυτή είναι η δύναμη των λέξεων,
να μας κάνουν να νιώθουμε λιγότερο μόνοι.
Δεν πέρασε πολύς καιρός μετά απ' αυτό
και πρόσεξα ότι το σόντερ
άρχισε να χρησιμοποιείται σοβαρά
σε συζητήσεις στο διαδίκτυο,
και λίγο καιρό αφού το αντιλήφθηκα
το εντόπισα δίπλα μου
σε μια πραγματική προσωπική συζήτηση.
Είναι ό,τι πιο παράξενο
το να φτιάχνεις μια λέξη
και μετά να τη βλέπεις
να αποκτά δική της υπόσταση.
Δεν έχω βρει λέξη για αυτό ακόμα,
αλλά θα βρω.
(Γέλια)
Δουλεύω πάνω σε αυτό.
Άρχισα να σκέφτομαι
τι κάνει τις λέξεις πραγματικότητα.
Καθώς πολλοί άνθρωποι με ρωτούν,
και η κοινή τους απορία είναι:
«Είναι αυτές οι λέξεις επινοημένες;
Δεν το καταλαβαίνω».
Και δεν ήξερα τι ακριβώς να τους πω
αφού όταν το σόντερ άρχισε να εξαπλώνεται,
ποιος είμαι εγώ για να πω
ποιες λέξεις είναι αληθινές και ποιες όχι.
Ένιωσα σαν τον Στιβ Τζομπς,
που περιέγραψε τη μέρα που κατάλαβε
ότι στην καθημερινή ζωή
οι πιο πολλοί από εμάς
απλώς αποφεύγουμε
να προσκρούουμε στα όρια γύρω μας
και απλώς ζούμε σύμφωνα με αυτά.
Αλλά όταν συνειδητοποιείς -
ότι αυτός ο κόσμος φτιάχτηκε
από ανθρώπους όχι πιο έξυπνους από εσένα,
μπορείς να απλώσεις το χέρι,
να αγγίξεις τα τείχη,
ή και να περάσεις το χέρι σου από μέσα
και να συνειδητοποιήσεις
ότι έχεις δύναμη αλλαγής.
Είναι απίστευτο.
Πιστεύω ότι από εκείνο το σημείο
άλλαξε ο τρόπος που θεωρώ τις λέξεις
και τι κάνει τις λέξεις αληθινές.
Και όταν οι άνθρωποι με ρωτούν:
«Είναι αυτές οι λέξεις αληθινές;»
είχα μια ποικιλία απαντήσεων που δοκίμασα.
Κάποιες έβγαζαν νόημα, κάποιες όχι.
Αλλά μία που δοκίμασα:
«Λοιπόν, μια λέξη είναι αληθινή
αν θες να είναι αληθινή».
Όπως αυτό το μονοπάτι είναι αληθινό
επειδή οι άνθρωποι θέλησαν να είναι εκεί.
(Γέλια)
Συμβαίνει στις πανεπιστημιουπόλεις
συνεχώς.
Ονομάζεται «μονοπάτι πόθου».
(Γέλια)
Έτσι, οι γλώσσες είναι
αντανάκλαση της επιθυμίας
κάτι που θέλουν να είναι εκεί.
Και μπορεί να μην είναι η πιο συνήθης οδός
αλλά εκεί θα μας οδηγήσει τελικά.
Αλλά αυτό δεν είναι
μια αρκετά ικανοποιητική απάντηση,
έτσι την εγκατέλειψα.
Αλλά μετά κατάλαβα ότι
όταν οι άνθρωποι ρωτούν
αν μια λέξη είναι αληθινή,
ουσιαστικά ρωτούν:
«Σε πόσα μυαλά
θα μου δώσει αυτή πρόσβαση;»
Νομίζω ότι έτσι πάνω-κάτω
κοιτάμε στη γλώσσα.
Μια λέξη είναι ουσιαστικά ένα κλειδί
που μας βάζει στα κεφάλια
ορισμένων ανθρώπων.
Και αν μας βάλει σε έναν εγκέφαλο,
δεν το αξίζει στα αλήθεια,
δεν αξίζει να την ξέρεις.
Σε δύο μυαλά;
Μμμ, εξαρτάται από το ποια είναι.
Σε εκατομμύρια μυαλά;
ΟΚ, εδώ είμαστε!
Οπότε η αληθινή λέξη σου δίνει πρόσβαση
σε όσο το δυνατόν πιο πολλά μυαλά.
Αυτό της δίνει αξία να την ξέρεις.
Συμπτωματικά, η πιο αληθινή λέξη από όλες,
από αυτή την άποψη, είναι αυτή.
[ΟΚ]
Αυτή είναι.
Η πιο αληθινή λέξη.
Το πιο κοντινό πράγμα σε ένα πασπαρτού.
Αυτή είναι η πιο κοινά
κατανοητή λέξη στον κόσμο,
όπου και να είσαι.
Το πρόβλημα είναι ότι
κανείς δε γνωρίζει τι αντιπροσωπεύουν
αυτά τα δύο γράμματα.
(Γέλια)
Το οποίο είναι λίγο περίεργο, σωστά;
Θα μπορούσε να είναι ανορθογραφία
του «Όλα Σωστά», φαντάζομαι,
ή «Ολντ Κίντερχουκ».
Κανείς δε φαίνεται να ξέρει,
αλλά το γεγονός ότι δεν πειράζει
λέει κάτι για το πώς δίνουμε
νόημα στις λέξεις.
Το νόημα δεν είναι
οι λέξεις αυτές καθεαυτές.
Εμείς είμαστε αυτοί
που ρίχνουμε τον εαυτό μας στη λέξη.
Και νομίζω ότι όταν όλοι ψάχνουμε
για νόημα στις ζωές μας,
και ψάχνουμε για το νόημα της ζωής,
θεωρώ ότι οι λέξεις
έχουν κάποια σχέση με αυτό.
Και πιστεύω ότι αν ψάχνετε
το νόημα ενός πράγματος,
το λεξικό είναι το σωστό μέρος για αρχή.
Παρακολούθησα μια συνέντευξη
ενός ειδικού στα θέματα θρησκειών,
του Ρεζά Ασλάν.
Περιέγραφε μια παρανόηση πολλών ανθρώπων
σχετικά με τη θρησκεία.
Είπε ότι η κατά βάσιν η θρησκεία
είναι ένα σύνολο συμβόλων και μεταφορών
στο οποίο οι άνθρωποι
βάζουν μέρος του εαυτού τους
στην προσπάθειά τους να εκφράσουν
κάτι που δεν μπορεί να διατυπωθεί.
Η θρησκεία βασικά είναι απλώς μια γλώσσα.
Αυτό είναι μόνο.
Είναι δοχείο για κάθε νόημα
που εναποθέτουμε σε αυτό.
Κι αυτό με έβαλε σε σκέψεις...
Κι αν η γλώσσα ήταν ένα είδος θρησκείας;
Αυτό θα σήμαινε πως αυτό είναι
ουσιαστικά το ιερό μας βιβλίο.
Όσον αφορά την ιστορία της Δημιουργίας,
είναι μάλλον μια ιστορία ανάθεσης ορισμού.
Εν αρχή υπήρχε χάος
επί των υδάτων της Γης
και μετά ο Θεός διαχώρισε
τη θάλασσα από τη στεριά,
τα ψάρια από τα πουλιά,
τον άνδρα από τη γυναίκα,
το αιώνιο από το εφήμερο.
Όλα είναι μέσα σε αυτές τις σελίδες.
Αυτό είναι ο ορισμός.
Έτσι, αν ψάχνουμε για νόημα
σε αυτό τον κόσμο,
αυτό είναι η πίστη μας
και το ιερό μας βιβλίο.
Γιατί η πραγματικότητα
και η ουσία αυτού του ιερού βιβλίου,
-και θεωρώ όλων των ιερών βιβλίων-
είναι ότι φέρνει μια αίσθηση τάξης
σε ένα πολύ χαοτικό σύμπαν.
Η οπτική μας των πραγμάτων
είναι τόσο περιορισμένη,
και το σύμπαν είναι τόσο περίπλοκο,
που καταλήγουμε
σε πρότυπα και συντομεύσεις
και προσπαθούμε να βρούμε
έναν τρόπο ερμηνείας
για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε.
Γι' αυτό και χρειαζόμαστε τις λέξεις,
για να δώσουν νόημα στη ζωή μας.
Αλλά επιπλέον αυτού,
χρειαζόμαστε λέξεις να μας περιλαμβάνουν,
να μας προσδιορίζουν.
Και νομίζω ότι μάλλον έτσι
χρησιμοποιούμε τις λέξεις τώρα,
όλοι μας με κάποιον τρόπο
σαν να ικετεύουμε να βρούμε προσδιορισμό.
Και θεωρώ ότι, ειδικά τώρα
με την τεχνολογία και την παγκοσμιοποίηση,
ότι είναι πιο εύκολο
να χάσουμε το δρόμο μας.
Όλοι μας με κάποιον τρόπο
στερούμαστε κάποιον ορισμό
και ο κόσμος γίνεται
όλο και πιο απροσδιόριστος.
Νομίζω λοιπόν πολλές από τις δομές
στις οποίες προσβλέπουμε
για να νιώσουμε ότι μας καλύπτουν
μοιάζουν κάπως έτσι:
Και οι δύο με την έννοια
των "pound" και "hashtag."
(Γέλια)
Σαν να προσπαθούμε με κάποιον τρόπο
να χωρέσουμε σε μια κατηγορία,
ας πούμε, να ψάξουμε
συγκεκριμένα λήμματα και κατηγορίες
και να πούμε, «Ναι, έτσι είμαι».
Κοιτάζουμε τους άλλους ανθρώπους
και λέμε, «Εσύ είσαι σαν εμένα...
κι έτσι είμαστε ένα 'εμείς'».
Και αυτό μας δίνει ένα νόημα.
Αυτός είναι μόνο ένας τρόπος
να δανειστούμε έννοια.
Το θέμα είναι ότι μεγάλο μέρος αυτού
εξαρτάται από θεσμούς,
και είμαστε τόσοι πολλοί,
και η ζωή είναι τόσο περίπλοκη και χαοτική
που πρέπει να απομονωθούμε.
Γινόμαστε δογματικοί στην πίστη μας.
Οπαδοί της κυριολεξίας.
Γιατί νιώθουμε ότι αυτές οι κατηγορίες
αρχίζουν να καταρρέουν.
Παρατηρήσατε πόσες
από τις τωρινές συζητήσεις μας
αφορούν τους ορισμούς των λέξεων;
Δεν θυμάμαι πόσες φορές
είδα μια συζήτηση στη Huffington Post
που να αρχίζει «Είστε φεμινιστής;»
«Τι σημαίνει 'φεμινιστής';»
«Ποιος σε αυτή τη διαμάχη
είναι πραγματικά προοδευτικός;»
«Τι σημαίνει 'σοσιασιστής';»
«Ποιος είναι 'φασίστας';»
«Τι είναι 'γυναίκα';»
Κέιτλιν Τζένερ.
«Ποιος είναι 'μαύρος';» Ρέιτσελ Ντόλεζαλ.
Τέτοιου είδους συζητήσεις κάνουμε συνεχώς,
αλλά δεν αφορούν πραγματικά την έννοια.
Είναι το πώς κατηγοριοποιούμε τον κόσμο.
Κι έτσι το τελικό αποτέλεσμα
είναι ότι καταλήγουμε
να μοιάζουμε κάπως έτσι,
όπου επιτρέπουμε στις λέξεις
να προσδιορίζουν εμάς.
Ξεχνάμε ότι όλες οι λέξεις
είναι επινοήσεις.
Είναι απλώς μοντέλα του πώς ο κόσμος
μπορεί ή θα έπρεπε να είναι,
κι έτσι, όλοι ανασυντασσόμαστε
σε ομάδες με κοινές ανησυχίες,
μιλάμε τις δικές μας γλώσσες,
όταν στην ουσία, ο κόσμος
είναι κάτι παραπάνω από αυτό.
Νομίζω ότι όλοι μας νιώθουμε
ότι οι κατηγορίες που έχουμε
για να δίνουν νόημα στη ζωή μας
δεν ταιριάζουν απαραίτητα σε όλους μας.
Έτσι, πρέπει να εξηγήσουμε στον κόσμο
ότι, «Ναι, το ενστερνίζομαι
αλλά δεν με προσδιορίζει».
Θα πρέπει να το κάνουμε πάλι και πάλι,
διαπραγματευόμενοι πώς μας ταιριάζουν
αυτές οι κατηγορίες.
Πολλοί από εμάς νιώθουμε εγκλωβισμένοι
στο πώς χρησιμοποιούμε τις λέξεις.
Ξεχνάμε ότι οι λέξεις είναι επινοημένες.
Όχι μόνο οι δικές μου.
Όλες οι λέξεις είναι φτιαχτές,
αλλά δε σημαίνουν όλες κάτι.
Έτσι πιστεύω ότι θα ήθελα να -
Η εικόνα της θέσης μας σήμερα -
Σκέφτομαι την Άννα Φρανκ.
Επειδή ήταν στο μικρό της
διαμέρισμα στο Άμστερνταμ,
και σε έναν καιρό που όλοι γύρω της
προσπαθούσαν να οργανώσουν
την ανθρωπότητα
με κάποιον λογικό τρόπο με σαφή όρια
και ακραία αποδοτικότητα,
αυτή χάραζε τον δικό της δρόμο,
οργανώνοντας τη δική της ανθρωπότητα.
Νομίζω ότι αυτό ενέχει
κάτι πραγματικά πολύ ωραίο,
γιατί το περισσότερο
αφορούσε τη δική της σύγχιση
και τα δικά της τρωτά σημεία.
Γι΄αυτό νομίζω ότι χρειαζόμαστε
ένα νέο είδος γλώσσας
που μοιάζει λίγο περισσότερο έτσι.
Γιατί ο καθένας μας
μπορεί να γίνει ό,τι θέλει.
Σε κάθε δεδομένη στιγμή,
δεν είμαστε μόνο ένα άτομο,
είμαστε πολλοί άνθρωποι ταυτόχρονα.
Έτσι πρέπει να ευθυγραμμιστούμε
καλύτερα με τον σημερινό κόσμο,
να μην προσκολληθούμε πολύ στα μοντέλα
που έχουμε αναθέσει στον κόσμο.
Οι συσκευές GPS συχνά μας προειδοποιούν,
υπενθυμίζοντας ότι ο χάρτης που βλέπετε
δεν είναι ο πραγματικός κόσμος,
για να μην πέσετε μέσα στη λίμνη.
(Γέλια)
Νομίζω ότι χρειαζόμαστε
την ίδια υπενθύμιση,
ότι ο χάρτης δεν είναι πραγματικός κόσμος,
κι έτσι αν προκύψουν αυτά τα προβλήματα,
έχουμε την επιλογή να προσδιορίσουμε
τα πράγματα όπως θέλουμε,
δεν χρειάζεται κατ' ανάγκην
να δανειζόμαστε έννοιες
που να δίνουν νόημα στη ζωή μας.
Είναι δυνατόν,
-και το ξέρω επειδή το κάνω
τα τελευταία επτά χρόνια-
να επινοήσουμε νέες μεταφορές
που κάνουν ορατό το αόρατο.
Αυτό έχει κάτι ωραίο.
Και πιστεύω πως αν συνάψουμε
μια καλύτερη σχέση με το χάος,
αν σταματήσουμε να προσπαθούμε
να υπεραπλουστεύουμε
την εσωτερική καταιγίδα
που όλοι αντιμετωπίζουμε,
και την σύγχιση και την ευπάθεια,
και την πραγματική
πολυπλοκότητα του κόσμου,
τότε θα νιώσουμε λίγο πιο άνετα μέσα μας
και δεν θα χρειάζεται να υποχωρήσουμε
στις κατηγορίες που επιτρέπουμε
να μας προσδιορίζουν.
Και θα μπορέσουμε να ανακτήσουμε
την εξουσία από τις λέξεις μας
και να προσδιορίζουμε εμείς αυτές.
Μου φαίνεται ως λίγο πιο υγιής σχέση.
Δεν ξέρω πόσες συζητήσεις
θα ωφεληθούν από κάποιον -
Όπως στο παιχνίδι Παντομίμα,
όπου σας δίνεται ένα πραγματικό θέμα
για το οποίο θα μιλήσετε,
και η πρόκληση είναι,
«Μην πεις αυτή τη λέξη».
Νομίζω ότι αν το κάναμε όλοι αυτό
θα είμασταν λίγο καλύτερα.
Επειδή θα επέτρεπε
μια συγκεκριμένη λεξική ρευστότητα
η οποία μας λείπει τώρα.
Είμαστε απλά όλοι κάπως
παγιδευμένοι στα ίδια μας τα λεξικά,
που δεν εχουν κατ' ανάγκην απήχηση
σε ανθρώπους που δεν είναι ήδη σαν εμάς
και οπότε νιώθω ότι αποκλίνουμε
λίγο-λίγο κάθε χρόνο,
όσο πιο σοβαρά παίρνουμε τις λέξεις.
Επειδή να θυμάστε,
οι λέξεις δεν είναι αληθινές.
Δεν έχουν νόημα. Εμείς έχουμε.
Νομίζω είναι σημαντικό να το θυμόμαστε.
Και αν είχαμε μια αίσθηση
δημιουργικότητας και φαντασίας
στη διαδικασία επανεφεύρεσης
του εαυτού μας,
αυτό είναι δυνατόν.
Είναι δυνατόν να προσπαθήσουμε
να έχουμε πιο πλούσιες μεταφορές.
Ο κόσμος μας και οι ζωές μας
δεν είχαν ποτέ τόση στρεβλότητα,
όσο έχουν αυτή ακριβώς τη στιγμή.
Έτσι, αντί να πάρετε
την πλησιέστερη τυποποιημένη λέξη,
ή απλώς να ικετεύσετε
να διαγνωστείτε με κάτι,
πραγματικά αξίζει να είστε παρόντες,
στην λύπη, για παράδειγμα.
Στο χάος των συναισθημάτων.
Νομίζω ότι αξίζει να το κάνετε.
Νομίζω ότι πρέπει να δούμε από άλλο πρίσμα
για να μπορούμε να βάλουμε σε νέο πλαίσιο
το χάος που αντιμετωπίζουμε συνεχώς.
Και αν το κάνουμε,
αν καθένας μας είναι πρόθυμος
πραγματικά να προσδιορίσει ποιος είναι
με μια αίσθηση δημιουργικότητας,
νομίζω ότι ο κόσμος θα μπορούσε
να μοιάζει λίγο περισσότερο έτσι.
Πραγματικά χάλια.
Νομίζω ότι μας αρέσει η ακαταστασία
κι ο κόσμος μας
είναι πράγματι ακατάστατος.
Και νομίζω ότι δεν θα ήταν τόσο λυπηρό
να ξεφεύγαμε από αυτούς τους θεσμούς
που μας αποδυναμώνουν συνεχώς
και να γνωρίσουμε
τους πραγματικούς εαυτούς μας
με όλες μας τις αδυναμίες,
και φανερώνοντας ειλικρινά
τα αισθήματά μας.
Και νομίζω,
ότι αν και είναι χαώδες και άναρχο,
θα μας δώσει λίγο περισσότερη
ικανοποίηση να το κάνουμε.
Θα ήθελα να σας αφήσω με ένα ανάγνωσμα
ενός από τους αγαπημένους μου φιλοσόφους,
τον Μπιλ Γουότερσον που έγραφε
το κόμικ «Κάλβιν Και Χομπς».
Είπε:
«Η δημιουργία ζωής που αντικατοπτρίζει
τις αξίες σου και ικανοποιεί την ψυχή σου
είναι ένα σπάνιο επίτευγμα.
Το να εφεύρεις το νόημα της δικής σου ζωής
δεν είναι εύκολο,
αλλά είναι επιτρεπτό
και νομίζω θα είσαι
πιο ευτυχής για την ταλαιπωρία».
Σας ευχαριστώ.
(Χειροκρότημα)