Ίσως να πιστεύετε ότι ξέρετε πολλά για τους Ινδιάνους από γνωστές ταινίες, βιβλία, και μαθήματα στο σχολείο, όμως φαίνεται ότι πολλά από αυτά που πιστεύουμε ότι ξέρουμε για τους Ινδιάνους ιθαγενείς της Αμερικής δεν είναι τόσο σωστά. Για παράδειγμα η Σακατζουέγια. Ίσως τη θυμάστε ως μια όμορφη Ινδιάνα που έζησε μια εξωτική ζωή ως παντογνώστης οδηγός για την γνωστή αποστολή των Λούις και Κλαρκ, σωστά; Λοιπόν, δεν έγινε έτσι ακριβώς. Δεν γνωρίζουμε πολλά για την παιδική ηλικία της Σακατζουέγια, όμως ξέρουμε όντως ότι γεννήθηκε το 1788 στη φυλή Αγκαίντικα στο Λέμχι Σοσόνι εκεί όπου τώρα βρίσκεται το Άινταχο. Το 1800, όταν ήταν περίπου 12 ετών, η Σακατζουέγια και πολλά κορίτσια απήχθησαν από μια ομάδα Ινδιάνων Χιντάτσα. Οδηγήθηκε ως αιχμάλωτη σ' ένα χωριό Χιντάτσα στη σημερινή Βόρεια Ντακότα. Μετά πουλήθηκε σε έναν Γαλλο-Καναδό κυνηγό γούνας ονόματι Τουσσάν Σαρμπονώ. Μέσα σ' ένα περίπου χρόνο ήταν έγκυος στο πρώτο παιδί της. Λίγο μετά αφού έμεινε έγκυος, το πλήρωμα του Ντισκάβερι έφτασε κοντά στα χωριά των Χιντάτσα. Οι λοχαγοί Μέριγουεδερ Λούις και Γουίλιαμ Κλαρκ έχτισαν εκεί το οχυρό Μάνταν, κι έψαχναν να προσλάβουν ανθρώπους ως οδηγούς για επικίνδυνη αποστολή τους. Συμφώνησαν να προσλάβουν τον άνδρα της Σακατζουέγια, τον Σαρμπονώ, με το σκεπτικό ότι η υπέροχη γυναίκα του θα τους συνόδευε επίσης ως διερμηνέας. Κατάλαβαν ότι και μόνο η παρουσία της θα βοηθούσε σε κάθε συνάντηση με γηγενείς φυλές στην πορεία. Όπως έγραψε στο ημερολόγιό του ο Κλαρκ, «Μια γυναίκα μαζί με μια ομάδα ανδρών είναι δείγμα ειρήνης». Λίγο μετά, η Σακατζουέγια γέννησε ένα μικρό αγόρι που ονομάστηκε Ζαν Μπατίστ Σαρμπονώ. Ο Κλαρκ τον φώναζε Πόμπι. Κουβαλούσε τον Πόμπι σε μια σανίδα δεμένη στην πλάτη της ενώ το πλήρωμα του Ντισκάβερι προχωρούσε. Εκτός από διερμηνεία της γλώσσας όταν οι Λούις και Κλαρκ συναντούσαν Ινδιάνους, οι δραστηριότητες της Σακατζουέγια ως μέλος του πληρώματος περιελάμβανε το σκάψιμο για ρίζες, τη συλλογή βρώσιμων φυτών, και το μάζεμα μούρων. Το 1805, το πλοίο στο οποίο επέβαιναν αναποδογύρισε. Βούτηξε στο νερό, ανακτώντας όλα τα σημαντικά χαρτιά και προμήθειες που αλλιώς θα είχαν χαθεί, μαζί με τα ημερολόγια και τις καταγραφές των Λούις και Κλαρκ. Αργότερα εκείνη τη χρονιά, ο λοχαγός Λούις και τρεις άνδρες εξερευνούσαν 75 μίλια μπροστά από το κύριο σώμα της αποστολής, διασχίζοντας το Ηπειρωτικό Χάσμα. Την επόμενη μέρα συνάντησαν μια ομάδα Σοσόνι. Όχι μόνο αποδείχθηκε ότι ήταν η φυλή της Σακατζουέγια, αλλά ο ηγέτης τους, ο Αρχηγός Καμέαγουετ, αποδείχθηκε ότι ήταν ο ίδιος ο αδελφός της. Μετά από πέντε χρόνια αποχωρισμού από τότε που απήχθη ως νεαρό κορίτσι, η Σακατζουέγια κι ο Καμέαγουετ είχαν μια συναισθηματική επανένωση. Δυστυχώς, σύντομα αποχαιρέτησε τον αγαπημένο της αδελφό και συνέχισε με το ταξίδι. Από ένα σημείο, η αποστολή έγινε τόσο δύσκολη λόγω πάγου, που υποχρεώθηκαν να τρώνε κεριά για να επιβιώσουν. Όταν οι θερμοκρασίες έγιναν τελικά πιο ανεκτές, η Σακατζουέγια βρήκε, έσκαψε και μαγείρεψε ρίζες για να βοηθήσει το πλήρωμα να ανακτήσει τη δύναμή του. Στην επιστροφή συνάντησαν έναν Ινδιάνο που φορούσε μια όμορφη γούνινη κάπα. Οι Λούις και Κλαρκ ήθελαν να φέρουν την κάπα στον Τόμας Τζέφερσον ως δώρο όμως δεν είχαν τίποτα ως αντάλλαγμα. Έτσι, η Σακατζουέγια συμφώνησε δώσει το πιο πολύτιμο αγαθό της, την κεντητή με χάντρες ζώνη της, ως αντάλλαγμα για τη γούνα. Σε λιγότερο από δύο χρόνια αφού άρχισε η αποστολή, έφτασε στο τέρμα της, καταλήγοντας στο Σεν Λούις. Σήμερα, μαθαίνουμε για την Σακατζουέγια στο σχολείο ως μια ηρωική οδηγό, όμως η ζωή της, όπως των περισσότερων, ήταν πολύ πιο περίπλοκη από ό,τι τα ιστορικά βιβλία την περιγράφουν.