Με λένε Νταν Κοέν και όπως ειπώθηκε είμαι ακαδημαϊκός. Αυτό σημαίνει ότι συζητώ. Είναι σημαντικό κομμάτι της ζωής μου και μου αρέσει να συζητώ. Δεν είμαι απλά ένας ακαδημαϊκός, είμαι ένας φιλόσοφος και γι' αυτό θέλω να πιστεύω ότι είμαι αρκετά καλός στη συζήτηση. Ωστόσο μου αρέσει, επίσης, να σκέφτομαι αρκετά γύρω από τις συζητήσεις. Σχετικά με αυτό, έχω βρεθεί αντιμέτωπος με κάποιους γρίφους. Ένας απ' αυτούς είναι ότι μιας και εδώ και χρόνια συζητώ, εδώ και δεκαετίες έχω προοδεύσει στις συζητήσεις αλλά όσο περισσότερο συζητώ και βελτιώνομαι τόσο πιο συχνά ηττούμαι. Και αυτό είναι ένας γρίφος. Ο άλλος γρίφος είναι ότι δεν με πειράζει αυτό το γεγονός. Επειδή αποδέχομαι την ήττα και γιατί πιστεύω ότι οι καλοί συνομιλητές στην πραγματικότητα είναι καλύτεροι όταν χάνουν; Όμως υπάρχουν και άλλοι γρίφοι. Ένας απ' αυτούς είναι, γιατί συζητάμε; Ποιος ωφελείται από τις συζητήσεις; Όταν μιλάω για συζητήσεις, εννοώ ακαδημαϊκές ἠ γνώσης, στις οποίες κάποια αντίληψη διακυβεύεται. Ισχύει η πρότασή μου; Είναι μία θεωρία σωστή; Είναι μία βιώσιμη ερμηνεία των δεδομένων ή του κειμένου; Και τα λοιπά. Δεν ενδιαφέρομαι τόσο πολύ για τις συζητήσεις που αφορούν στο ποιος θα πλύνει τα πιάτα ή ποιος θα πετάξει τα σκουπίδια. Υπάρχουν βέβαια τέτοιες συζητήσεις. Συνήθως νικώ σε αυτές, γιατί ξέρω τα κόλπα. Αυτές όμως δεν είναι σημαντικές. Ασχολούμαι με τις ακαδημαϊκές συζητήσεις σήμερα, και θα σας πω τι με μπερδεύει. Πρώτα, τι κερδίζουν αυτοί που είναι καλοί στη λογομαχία όταν νικούν με ένα επιχείρημα; Τι θα κερδίσω αν σας πείσω ότι ο ωφελιμισμός δεν είναι πραγματικά το σωστό πλαίσιο με το οποίο πρέπει να εξετάζουμε ηθικές θεωρίες; Τι κερδίζουμε τελικά όταν επιβαλλόμαστε με επιχειρήματα: Και πριν και απ' αυτό, τι με αφορά εμένα εάν πιστεύεις εσύ ότι ισχύει η θεωρία του Καντ ή ότι ο Μιλς είναι ο μόνος ηθικολόγος που αξίζει να τον ακολουθούμε; Δεν με νοιάζει καθόλου εάν πιστεύετε ότι η λειτουργικότητα είναι μία βιώσιμη θεωρία του μυαλού. Τότε, γιατί μπαίνουμε στον κόπο να επιχειρηματολογούμε; Γιατί προσπαθούμε να πείσουμε τους άλλους να πιστεύουν σε πράγματα που δεν θέλουν να πιστέψουν; Και είναι αυτό κάτι καλό; Είναι ένας ευχάριστος τρόπος να φερόμαστε στο συνάνθρωπό μας; Να προσπαθούμε να τους κάνουμε να σκέφτονται κάτι που δεν θέλουν να σκεφτούν; Λοιπόν, η απάντησή μου θα παραπέμπει σε τρία είδη συζήτησης. Το πρώτο, ας το πούμε το διαλεκτικό είδος, είναι όταν θεωρούμε μια συζήτηση κάτι σαν σύρραξη. Kαι ξέρετε σε τι αναφέρομαι. Σε αυτές υπάρχουνε πολλἐς φωνές και ουρλιαχτά και νίκες και ήττες, και τελικά δεν είναι ένα πολύ χρήσιμο είδος συζήτησης, ωστόσο είναι ένα αρκετό συνηθισμένο και περιχαρακωμένο είδος. Αλλά υπάρχει και ένα δεύτερο είδος συζήτησης: οι συζητήσεις που είναι αποδείξεις. Σκεφτείτε ένα επιχείρημα ενός μαθηματικού. Αυτό είναι το επιχείρημά μου. Λειτουργεί; Είναι καλό; Είναι οι συνθήκες εγγυημένες; Ισχύουν τα επιχειρήματα; Το συμπέρασμα βγαίνει από το οικοδόμημα; Καμμία αντιπολίτευση, καμμία αντιπαλότητα κανένα αντίθετο επιχείρημα. Ωστόσο πρέπει να θυμόμαστε ένα τρίτο είδος που πιστεύω ότι θα είναι πολύ χρήσιμο και είναι τα επιχειρήματα ως παραστάσεις, τα επιχειρήματα, σαν να παρουσιάζονται μπροστά σε κοινό. Μπορούμε να φανταστούμε έναν πολιτικό που προσπαθεί να παρουσιάσει μια θέση, που προσπαθεί να πείσει το κοινό για κάτι. Υπάρχει και μιά άλλη πλευρά σ' αυτό το είδος που πραγματικά πιστεύω ότι είναι σημαντική. Όταν επιχειρηματολογούμε μπροστά σ' ένα κοινό, το κοινό κάποιες φορές συμμετέχει στη συζήτηση. Δηλαδή τα επιχειρήματα είναι σαν παρουσίες μπροστά σε επιτροπές, που κρίνουν και αποφασίζουν για κάθε περίπτωση. Ας ονομάσουμε αυτό το είδος ρητορικό, όπου πρέπει να προσαρμόσεις το επιχείρημά σου ανάλογα με το κοινό σου. Ξέρετε, να παρουσιάσεις ένα στέρεο, δομημένο, καλό επιχείρημα στα αγγλικά μπροστά σε ένα γαλλόφωνο κοινό, δεν θα έχει αποτέλεσμα. Έτσι λοιπόν έχουμε αυτά τα είδη, επιχείρημα ως σύρραξη, επιχείρημα ως απόδειξη και επιχείρημα ως παράσταση. Από τα τρία, το επιχείρημα ως σύρραξη/διαμάχη είναι αυτό που κυριαρχεί. Κυριαρχεί στο πώς μιλάμε για τα επιχειρήματα, στο πώς σκεφτόμαστε για τα επιχειρήματα και εξαιτίας αυτού διαμορφώνει το πώς επιχειρηματολογούμε, τη συμπεριφορά μας στα επιχειρήματα. Όταν λοιπόν μιλάμε για επιχειρήματα χρησιμοποιούμε πολεμική ορολογία. Θέλουμε δυνατά επιχειρήματα, επιχειρήματα που είναι σαν γροθιά, επιχειρήματα που πάνε στο στόχο. Θέλουμε όρθιες τις άμυνές μας και σε τάξη τη στρατηγική μας. Θέλουμε επιχειρήματα-φωτιά. Αυτά τα επιχειρήματα θέλουμε. Είναι ο κυρίαρχος τρόπος που σκεφτόμαστε γύρω από τα επιχειρήματα. Όταν μιλάω για επιχειρήματα, πιθανόν να σκεφτήκατε αυτό το μοντέλο, της αντιπαλότητας. Αλλά η πολεμική μεταφορά, το παράδειγμα του πολέμου ή το μοντέλο με το οποίο σκεφτόμαστε για τα επιχειρήματα έχει παραμορφωτικές επιπτώσεις στο πώς συζητάμε. Πρώτα απ' όλα η τακτική κυριαρχεί επί της ουσίας. Μπορείς να έχεις λογική στα επιχειρήματα. Μαθαίνεις τα πάντα για τις υπεκφυγές που χρησιμοποιεί ο κόσμος για να μπορέσει να νικήσει σε συζητήσεις, τα λάθος βήματα. Μεγεθύνει τα υπέρ και τα κατά. Τα κάνει αντίπαλα. Τα βάζει σε αντίθετους πόλους. Τα μόνο προβλέψιμα αποτελέσματα είναι ο θρίαμβος, ο ένδοξος θρίαμβος ή η άθλια, η ατιμωτική ήττα. Πιστεύω ότι αυτά είναι παραμορφωτικά αποτελέσματα και το χειρότερο φαίνεται ότι εμποδίζει πράγματα όπως τη διαπραγμάτευση, τη διαβούλεση, το συμβιβασμό ή τη συνεργασία. Σκεφτείτε το εξής. Εχετε ξεκινήσει ποτέ μια συζήτηση σκεπτόμενοι: «Για να δούμε, μπορούμε να φτάσουμε κάπου αντί να τσακωθούμε. Μπορούμε να δουλέψουμε από κοινού;» Νομίζω ότι το επιχείρημα-διαμάχη αναχαιτίζει όλα τα άλλα επιχειρήματα. Και τελικά αυτό είναι το χειρότερο, τα επιχειρήματα δεν φαίνεται να μας οδηγούν πουθενά. Υπάρχουν αδιέξοδα. Υπάρχουν κύκλοι, μποτιλιαρίσματα, αδιέξοδα στη συζήτηση. Δεν πάμε πουθενά. Και κάτι ακόμα, ως εκπαιδευτής αυτό που πραγματικά με ενοχλεί είναι ότι: Αν το επιχείρημα είναι διαμάχη, τότε υπάρχει μια σιωπηρή εξίσωση που μαθαίνω σημαίνω χάνω. Να σας εξηγήσω τι εννοώ. Ας υποθέσουμε ότι εσείς και εγώ έχουμε μια λογομαχία. Εσείς πιστεύετε μια πρόταση και εγώ όχι. Λέω: «Γιατί πιστεύετε την πρόταση;» Και μου λέτε τους λόγους σας. Εχω μια ένσταση και λέω: «Και, τι λέτε για το....;» Απαντάτε στην ένστασή μου. Έχω μια ερώτηση: «Τι εννοείτε; Πώς εφαρμόζεται εκεί;» Και απαντάτε στην ερώτησή μου. Τώρα φανταστείτε στο τέλος, είχα ενστάσεις, ερωτήσεις, έθεσα όλων των ειδών τις απόψεις και σε κάθε περίπτωση ανταποκριθήκατε ικανοποιητικά. Και έτσι στο τέλος, λέω: «Ξέρετε κάτι; Έχετε δίκιο». Έτσι διαμορφώνω ένα νέο πιστεύω. Και όχι οποιοδήποτε, ένα καλά συντεταγμένο, επιθεωρημένο, ένα πιστεύω που άντεξε σε λογομαχία. Μεγάλο κέρδος σε γνώση. Ποιος κέρδισε τη συζήτηση; Η πολεμική μεταφορά μας εξαναγκάζει να πούμε ότι εσείς κερδίσατε, παρ' όλο που μόνο εγώ έμαθα κάτι. Εσείς που με πείσατε, τι κερδίσατε από πλευράς γνώσης; Σίγουρα αντλήσατε κάποια ευχαρίστηση, ίσως κολακεύτηκε το εγώ σας, ίσως κερδίσατε πόντους στο επαγγελματικό πεδίο. Είναι καλός συζητητής αυτός. Αλλά από την πλευρά της γνώσης, ποιος ήταν ο νικητής; Η παρομοίωση με τον πόλεμο μας εξαναγκάζει να σκεφτούμε ότι εσείς είστε ο νικητής και εγώ ο χαμένος, παρότι κέρδισα κάτι. Υπάρχει κάτι λάθος σε αυτό, σε αυτή την εικόνα. Αυτό είναι κάτι που θέλω να αλλάξω, αν μπορούμε. Πώς μπορούμε λοιπόν να κάνουμε τις συζητήσεις να αποφέρουν κάτι θετικό; Αυτό που χρειαζόμαστε είναι καινούργιες στρατηγικές επιτυχίας για τις συζητήσεις. Αλλά δεν πρόκειται να έχουμε καινούργιες στρατηγικές επιτυχίας για τις συζητήσεις, μέχρι να αποκτήσουμε μια διαφορετική προσέγγιση των επιχειρημάτων. Χρειάζεται να σκεφτούμε νέα είδη επιχειρημάτων. Για να το κάνουμε αυτό... ...δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει. Αυτά είναι τα κακά νέα. Το επιχείρημα - διαμάχη είναι κάτι τερατώδες. Έχει εγκατασταθεί στο μυαλό μας και δεν υπάρχει μαγική σφαίρα που θα το σκοτώσει. Δεν υπάρχει μαγικό ραβδί που θα το κάνει να εξαφανιστεί. Δεν έχω απάντηση. Ωστόσο έχω κάποιες προτάσεις και ιδού μία. Αν θέλουμε να σκεφτούμε νέου είδους συζητήσεις αυτό που χρειαζόμαστε να κάνουμε είναι να σκεφτούμε νέο είδος συζητητών. Προσπαθήστε λοιπόν το εξής. Σκεφτείτε όλους τους ρόλους που παίζουν οι άνθρωποι σε μια συζήτηση. Υπάρχει αυτός που υποστηρίζει κάτι και αυτός που είναι αντίθετος σε μια διαλεκτική, αντίμαχη συζήτηση. Σε ρητορικές συζητήσεις υπάρχει το κοινό. Υπάρχει αυτός που θεωρεί ως αποδείξεις τη λογική. Όλοι αυτοί οι διαφορετικοί ρόλοι. Τώρα μπορείτε να φανταστείτε μια συζήτηση, στην οποία είστε εσείς ο συνομιλητής, αλλά είστε και μέσα στο κοινό, και βλέπετε τον εαυτό σας να συζητά. Μπορείτε να φανταστείτε τον εαυτό σας να σας παρακολουθεί καθώς συζητάτε, χάνετε και ωστόσο ακόμα λέτε, στο τέλος της συζήτησης: «Ναι, αυτή ήταν μια ωραία συζήτηση». Μπορείτε να το κάνετε; Εγω πιστεύω πως ναι. Πιστεύω ότι αν φανταστείτε αυτού του είδους τη συζήτηση όπου ο χαμένος λέει στο νικητή και το κοινό και η επιτροπή μπορούν να πούν: «Ναι, αυτή ήταν μια καλή συζήτηση», τότε φανταστήκατε μια καλή συζήτηση. Ακόμα πιστεύω ότι φανταστήκατε έναν καλό συζητητή, έναν συζητητή που είναι άξιος όπως εσείς θα θέλατε να γίνετε. Χάνω σε πολλές λογομαχίες. Χρειάζεται εξάσκηση για να γίνει κάποιος καλός συζητητής με την έννοια να μπορεί να ωφελείται όταν χάνει ευτυχώς που είχα πολλούς, πάρα πολλούς συναδέλφους που ήταν πρόθυμοι να μου παρέχουν αυτήν την εξάσκηση. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)