Αντιβιοτικά: παρασκηνιακά, υποστηρίζουν μεγάλο μέρος της σύγχρονης ιατρικής. Τα χρησιμοποιούμε για τη θεραπεία μολυσματικών ασθενειών αλλά και για να διευκολύνουμε με ασφάλεια τα πάντα, από επέμβαση έως χημειοθεραπεία και μεταμόσχευση οργάνων. Χωρίς τα αντιβιοτικά, ακόμη κι απλές ιατρικές πράξεις μπορούν να οδηγήσουν σ' επικίνδυνες λοιμώξεις. Και κινδυνεύουμε να τα χάσουμε. Τα αντιβιοτικά είναι χημικές ουσίες που εμποδίζουν την ανάπτυξη βακτηρίων. Δυστυχώς, κάποια βακτήρια έχουν γίνει ανθεκτικά σε όλα τα διαθέσιμα αντιβιοτικά. Την ίδια στιγμή, σταματήσαμε ν' ανακαλύπτουμε καινούρια. Ωστόσο, υπάρχει ελπίδα πως μπορούμε να ξεπεράσουμε το πρόβλημα. Αλλά αρχικά, πώς βρεθήκαμε σε μια τέτοια κατάσταση; Το πρώτο ευρέως χρησιμοποιούμενο αντιβιοτικό ήταν η πενικιλλίνη, που ανακαλύφθηκε το 1928 από τον Αλεξάντερ Φλέμινγκ. Το 1945 στην ομιλία αποδοχής του Βραβείου Νόμπελ, Ο Φλέμινγκ προειδοποίησε ότι η βακτηριακή ανθεκτικότητα είχε τη δυνατότητα να καταστρέψει το θαύμα των αντιβιοτικών. Είχε δίκιο: τις δεκαετίες του 1940 και του 1950 ανθεκτικά βακτήρια ήδη άρχισαν να εμφανίζονται. Από τότε μέχρι τη δεκαετία του 1980, φαρμακευτικές εταιρίες αντιμετώπισαν το πρόβλημα της ανθεκτικότητας ανακαλύπτοντας πολλά καινούρια αντιβιοτικά. Στην αρχή αυτή ήταν μια πολύ επιτυχημένη - και πολύ επικερδής - επιχείρηση. Με το πέρασμα του χρόνου, άλλαξαν κάποια πράγματα. Τα νεοεμφανιζόμενα αντιβιοτικά ήταν συχνά αποτελεσματικά μόνο για ένα στενό φάσμα λοιμώξεων, ενώ τα πρώτα είχαν υπάρξει ευρέως εφαρμόσιμα. Αυτό από μόνο του δεν είναι πρόβλημα, αλλά σημαίνει πως λιγότερες δόσεις αυτών των φαρμάκων θα μπορούσαν να πουληθούν κάνοντάς τα λιγότερο επικερδή. Τον πρώτο καιρό, τα αντιβιοτικά υπερσυνταγογραφούνταν βαρέως, ακόμα και για ιικές λοιμώξεις στις οποίες δεν είχαν καμία επίδραση. Αυξήθηκε ο έλεγχος γύρω από τις συνταγές, πράγμα καλό, αλλά μειώθηκαν οι πωλήσεις. Την ίδια στιγμή, οι εταιρίες άρχισαν να ανακαλύπτουν περισσότερα φάρμακα που λαμβάνονται καθ' όλη τη διάρκεια ζωής ενός ασθενούς όπως φάρμακα για την πίεση και τη χοληστερίνη, κι αργότερα αντικαταθλιπτικά κι αγχολυτικά. Επειδή λαμβάνονται επ' αόριστον, αυτά τα φάρμακα είναι πιο επικερδή. Έως τα μέσα της δεκαετίας του '80 δεν ανακαλύφθηκαν νέες χημικές τάξεις αντιβιοτικών. Αλλά τα βακτήρια συνέχισαν να αποκτούν ανθεκτικότητα και να τη μεταβιβάζουν με το να μοιράζονται γενετικές πληροφορίες με άλλα βακτήρια ακόμα και διαφορετικών ειδών. Πλέον βακτήρια που είναι ανθεκτικά σε πολλά αντιβιοτικά είναι συνήθη, όλο και περισσότερο κάποια στελέχη είναι ανθεκτικά σε όλα τα τρέχοντα φάρμακά μας. Τι μπορούμε, λοιπόν, να κάνουμε γι' αυτό; Πρέπει να ελεγχθεί η χρήση των υπαρχόντων αντιβιοτικών, να φτιαχτούν νέα, να καταπολεμηθεί η αντίσταση στα νέα και τα ήδη υπάρχοντα φάρμακα, και να βρεθούν νέοι τρόποι αντιμετώπισης των βακτηριακών λοιμώξεων. Ο μεγαλύτερος καταναλωτής των αντιβιοτικών είναι η γεωργία, που χρησιμοποιεί αντιβιοτικά όχι μόνο για τη θεραπεία λοιμώξεων αλλά και για την προώθηση της ανάπτυξης των ζώων παραγωγής τροφίμων Η χρήση μεγάλου όγκου αντιβιοτικών αυξάνει την έκθεση των βακτηρίων στα αντιβιοτικά και επομένως τη δυνατότητά τους να αναπτύξουν ανθεκτικότητα. Πολλά βακτήρια κοινά στα ζώα, όπως η σαλμονέλα, μολύνουν κι ανθρώπους, κι ανθεκτικά σε φάρμακα στελέχη μπορούν να περάσουν σ' εμάς μέσω της τροφικής αλυσίδας και να εξαπλωθoύν με το διεθνές εμπόριο και τα ταξιδιωτικά δίκτυα. Όσον αφορά την εύρεση νέων αντιβιοτικών, η φύση προσφέρει τις πιο πολλά υποσχόμενες νέες χημικές ενώσεις. Οργανισμοί όπως άλλα μικρόβια και μύκητες έχουν εξελιχθεί εδώ και εκατομμύρια χρόνια να ζουν σε ανταγωνιστικά περιβάλλοντα— που σημαίνει ότι συχνά περιέχουν αντιβιοτικές ενώσεις που τους δίνουν ένα πλεονέκτημα επιβίωσης έναντι ορισμένων βακτηρίων. Μπορούμε επίσης να συνδυάσουμε αντιβιοτικά με μόρια που αναστέλλουν την ανθεκτικότητα. Ένας τρόπος που τα βακτήρια αναπτύσσουν ανθεκτικότητα είναι μέσω πρωτεϊνών τους που υποβαθμίζουν τη δράση του φαρμάκου. Συνδυάζοντας το αντιβιοτικό με μόρια που μπλοκάρουν τους υποβαθμιστές το αντιβιοτικό μπορεί να κάνει τη δουλειά του. Φάγοι, ιοί που προσβάλλουν βακτήρια αλλά δεν επιδρούν στους ανθρώπους, είναι μια πολλά υποσχόμενη νέα οδός για την καταπολέμηση βακτηριακών λοιμώξεων. Η ανάπτυξη εμβολίων για κοινές λοιμώξεις, εν τω μεταξύ, μπορεί να βοηθήσει καταρχάς στην πρόληψη ασθενειών. Η μεγαλύτερη πρόκληση σε όλες αυτές τις προσεγγίσεις είναι η χρηματοδότηση, που είναι δυστυχώς ανεπαρκής σε όλη την υφήλιο. Τα αντιβιοτικά είναι τόσο μη κερδοφόρα που πολλές μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες έχουν σταματήσει να προσπαθούν να τα αναπτύξουν. Στο μεταξύ, μικρές εταιρείες που φέρνουν επιτυχώς νέα αντιβιοτικά στην αγορά, συχνά χρεοκοπούν, όπως η αμερικανική νεοφυής επιχείρηση Achaogen. Νέες θεραπευτικές τεχνικές όπως φάγοι και εμβόλια αντιμετωπίζουν το ίδιο θεμελιώδες πρόβλημα με τα παραδοσιακά αντιβιοτικά: αν δουλεύουν καλά, χρησιμοποιούνται μόνο μία φορά, κάτι που καθιστά δύσκολη την κερδοφορία. Και για να αντισταθμιστεί επιτυχώς η ανθεκτικότητα μακροπρόθεσμα, θα χρειαστεί να χρησιμοποιήσουμε τα νέα αντιβιοτικά με φειδώ - μειώνοντας τα κέρδη των δημιουργών τους ακόμη περισσότερο. Μια πιθανή λύση είναι η απομάκρυνση των κερδών από τον όγκο των αντιβιοτικών που πωλούνται. Για παράδειγμα, το Ηνωμένο Βασίλειο δοκιμάζει ένα μοντέλο όπου οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης αγοράζουν συνδρομές γι' αντιβιοτικά. Ενώ οι κυβερνήσεις αναζητούν τρόπους να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη αντιβιοτικών, αυτά τα προγράμματα είναι ακόμα στα αρχικά στάδια. Οι χώρες όλου του κόσμου θα χρειαστεί να κάνουν πολύ περισσότερα αλλά με επαρκείς επενδύσεις στην ανάπτυξη αντιβιοτικών και ελεγχόμενη χρήση των τρεχόντων φαρμάκων μας, μπορούμε ακόμα να ξεπεράσουμε την ανθεκτικότητα.